Ανθολογούνται οι: Γιώργος Ευθυμίου, Ανέστης Μελιδώνης, Μεταξία Μητούση, Ελένη Μούτσιου, Ιλεάνα Νίκολσον, Εριφύλλη Πιερίδη, Ασημίνα Ρεβύθη, Αστέριος Τούτιος
Γιώργος Ευθυμίου, Εαυτολογία
Μου είπανε πως είμαι ένας.
Ωραία είπα, εύκολα θα διαλέξω.
Μα αυτοί, εκεί μέσα μου, αμέτρητοι είναι.
Ποιον να διαλέξω πες μου;
Ποιος ένας είμαι;
Ποιος ένας δεν είμαι;
Το ακούσανε και οι παστρικοί,
και αρχίσανε οι σκοτωμοί,
αρχίσανε οι μάχες.
Και είπαν,
αυτός που θα ‘ναι νικητής,
αυτός που θα επιζήσει,
αυτός ο Ένας θα ‘μαι.
Μα έλα να δεις,
στάζει το αίμα ποταμός,
όμως νεκρός κανείς δεν πέφτει.
Μόνο θεριεύουν και μόνο μεγαλώνουν.
Και όσο συγκρούονται,
όλο γεννοβολάνε.
Μα είναι το αίμα τους,
όλο δικό μου αίμα.
Και είναι οι ανάσες τους που αγκομαχούν,
σε τούτη την παλαίστρα,
όλες δικός μου αέρας.
Μα πες μου, πες μου,
πως να αποποιηθώ τις χίλιες μου υπάρξεις;
Αυτές μ’ ορίζουν,
αυτές μου δίνουν σχήμα.
Μα και με τον κόσμο,
πάλι τα ίδια και τα ίδια.
Ένας μου είπαν είν’ και αυτός,
μία και η ζωή,
κι έτσι και εγώ να ζήσω.
Μα είναι ο κόσμος ποταμός,
ηφαίστειο που βράζει.
Οι σταγόνες του είμαστε εμείς,
εμείς και η λάβα.
Το σχήμα του δικό μας είναι.
Κάτω απ’ τον παχύ φλοιό του,
τα αντισώματα εμείς είμαστε.
Εχθρό δεν έχουμε,
και έτσι παλεύουμε μεταξύ μας.
Κι όσο συγκρουόμαστε, τόσο ενωνόμαστε.
Κι έτσι ο κόσμος μεγαλώνει.
Κι έτσι ο κόσμος απλώνει.
Ανέστης Μελιδώνης, Κυματισμοί
Έτσι που σε φαντάστηκα
και διαπέρασες τον κόσμο μου
κομήτης
χαραγμένος με ερωτόλογα.
Έτσι που σε άγγιξα
κι άνθισες
στο χάσιμο ενός χαδιού
από κυκλάμινα.
Έτσι θα σ’ αγαπώ
βιολί ξεστρατισμένο από ορχήστρα συμφωνική
όνειρο κοιμισμένου βιβλικού θεού
άμαξα που χρέωσε τα άλογα
με ελευθερία.
Μεταξία Μητούση, ΙV
Απόψεις, απορρίμματα, έξεις και λέξεις, μαζί να συνέχονται στη ρύμη του λόγου.
Παράλληλα, με κινήσεις παράδοξες και ελλειπτικές, παραπατούν έρποντας σε σωρούς επιχειρημάτων των χεριών και του στομάχου.
Ο πόνος ίσως, μέμφομαι τη μοίρα, υπήρξε οδυνηρός, πλουσιοπάροχος, χωρίς φραγμούς και προσθαφαιρέσεις.
«Ποια ελευθερία μου λες νʼ αδράξω; των ηθών, των σκοπών ή της αρετής;», μουρμουρίζω με τα χέρια κομμένα και ραμμένα στα τσεπάκια άλλων.
Τασάκια γεμάτα υπολείμματα σιωπής, καμμένη ενοχή στο χρώμα της στάχτης.
Βουλιάζω σε ουρανούς κι αστέρια μα δεν μπορώ ούτε αφʼ υψηλού να με κοιτάξω.
Για ποια συνείδηση να λέμε; του εαυτού, της «εαυτής», των πολλαπλών εαυτών που σπαρταρούν στο φως μια ξέρας;
Παραδομένη στην ιστορία των ερώτων που σφαδάζουν στα νύχια των αφηγήσεων, τρεμοπαίζει λίγη ζωή ανάμεσα στις λέξεις.
Αφήνω τα κενά τους μεγαλύτερα να βολευτεί καλύτερα η ζωή στην τελευταία της κιβωτό.
Ελένη Μούτσιου, Ρεύματα νύχτας
Αδάμαστη η νύχτα διεγείρει τις μνήμες
Εμβολίζοντας το κύκνειο σώμα
Αρνητικά περήφανη για τη νίκη της
Αμύθητα ανασαίνει ο χρόνος πάνω σου
Αμύθητα κι οι ρωγμές του
Απηχούν την απουσία σου
Φωταψίες λύπης
Προορισμένες στη διάρκειά της
Παλίρροιες αντιφατικές
Να τυραννούν τις σιωπές
Τα αισθήματα, που είναι πάντα ίδια
Παράξενα μόνα.
Ιλεάνα Νίκολσον
φειδωλές λέξεις φωλιάζουν κάτω από αποστεωμένα μάγουλα
σύμφωνα ξερά τραυλίζουν άναρθρες κραυγές
χρόνια έχει στεγνώσει ένα φωνήεν στην ακρινή πλευρά του στόματος
κάπου δεξιά δεν λέει να ξεδιψάσει
λέξεις θεέ μου λέξεις
έσπειρες μιλιά μα ξέχασες τις λέξεις
δειλά κατακάθια εξουσιάζουν λαρύγγια
και γίνεται η σκέψη ο πιο δειλός μονόλογος
σαπισμένα δόντια τρυπάνε την αφάνεια της νιότης
η γλώσσα βαράει περίσσιο σάλιο με μανία
συνθλίβει τα σαγόνια στη κάθοδο της προσμονής
άκου πως κροταλίζει εδώ η σιωπή
άφωνες είναι οι νύκτες μου σε τούτη μου τη ζήση
η τραμουντάνα τις απώλεια ακόμα να φανεί
το πρώτο πρόσωπο ενικού είναι πάντα αδέσποτο και με φοβίζει
δυσήλια μου πίστη μην τα παρετάς
(υ.γ. ορθογραφικά λάθη πολλά μα η αισθητική μου κρίση αυτά λέει ότι ταιριάζουν στις λέξεις.)
Eριφύλλη Πιερίδη, Mαταιότητα
Προσπάθησε μεγάλος να γεννεί,
στα μάτια της ήθελε να φανεί σπουδαίος
αποστερώντας κάθε ζωντανή ικμάδα της ζωής
βυθίζονταν ολοένα μέσα στη μεγαλοπρέπεια και στο δέος.
Έσπρωχνε τον εαυτό του σε μεγάλες επιδόσεις,
σε κουραστικούς, δυσβάστακτους αγώνες,
σε τρόπαια που ορμητικά διεκδικούσε για χάρη
μοναχά δική της.
Υπόταζε την ωραία απλότητα στην δίνη, χανόταν,
βούλιαζε ολημερίς στο μεγαλείο, γινόταν όλο και
πιο μακρινός φίλος του εαυτού του για να αποκτήσει
το όμορφο κορμί της.
Και φτάνοντας στο τέλος πια παρέδωσε στα πόδια της
το ομοίωμα ενός ανθρώπου που κάποτε τόσο πολύ την
αγαπούσε.
Ασημίνα Ρεβύθη, Αρχαία θλίψη
Οι γονείς μου πέθαναν σ ένα γλέντι της Άνοιξης,
ο πατέρας μου σκηνοθέτης,
η μητέρα μου λουλουδού σε γάμους της θλίψης,
δεν τους γνώρισα, βρήκα τον εαυτό μου
σε μια βρώμικη κούνια, παρατημένη
σʼ ένα νεκροταφείο από καθρέφτες,
οι πρώτες μου βόλτες άγνωστες κηδείες,
όταν είχα κέφια
με πήγαινα σʼ ένα κόκκινο τσίρκο,
εκεί τις Κυριακές ο ήλιος για χάρη μου ακροβάτης,
έπεφτε από χρώμα σε χρώμα κι εγώ γελούσα,
στο τέλος της παράστασης με μια επικίνδυνη χειρονομία
μου χάριζε το καπέλο του,
φίλους δεν είχα, μονάχα αυτά τα καπέλα,
γυρνούσα με αυτά εκεί που με βρήκα,
βράδιαζε, οι νεκροί με λέξεις τάραζαν τον ύπνο μου,
έτσι πέρασαν τα χρόνια μου, ως που μεγάλωσα
κι έμαθα τον έρωτα από πένθιμα πουλιά,
παντρεύτηκα κάποιον είχε δικό του νεκροταφείο,
δεν δούλευα εκεί, έγινα πόρνη, πουλούσα ότι είχα,
Καπέλα.
Αστέριος Τούτιος, Μην αφήνεις την ομορφιά να σε ξαφνιάσει
Ήρθε η ώρα σου λοιπόν να πλανευτείς
Δε σού ‘φταναν τα έτοιμα κι εύκολα προσεγγίσιμα
Κι εκείνο το μικρό σου σύμπαν
ήταν πολύ μοναχικό
Αν τυχόν βρεις την ομορφιά
μόνο μη σε ξαφνιάσει
Με το κεφάλι καθαρό και την καρδιά γεμάτη στα μάτια κοίταξέ την
Κι αγκάλιασέ την
(Κι άμα δε βρίσκεις λέξεις, δεν πειράζει)
Το ποίημα της κ.Ρεβύθη είναι πράγματι όμορφο!
Καλή Χρονιά σε όλους!
Ένας αφελής νεορομαντισμός με έντονη άλλα άτεχνη λυρική διάθεση φαίνεται να διακατέχει τους νέους αυτούς δημιουργούς. Ίσως τα ποιήματα αυτά να συναρπάζουν τα ερωτικά ταίρια τους όμως εμάς τους υπόλοιπους δεν βλέπω με ποιο τρόπο μας αφορούν. Από όλα τα παραπάνω ξεχώρισα το ποιήμα της Ασημίνας Ρεβύθη για την πρωτοτυπία του. Εύχομαι καλή συνέχεια.
Χαίρομαι πολύ που στην πρώτη ανάρτηση
του χρόνου υπάρχουν ψήγματα –υποψίες
ισόμετρου και ρίμας και αυτό χάρη του
όμορφου ποιήματος της κ. Εριφύλλης
Πιερίδη .
Ο Σαρ σ’ένα ποίημα με τίτλο ”Ο ΧΡΗΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑΣ” γράφει: Ο άνθρωπος που παίρνει το αυτονόητο στους ώμους του/Κρατά την ανάμνηση των κυμάτων στις αλαταποθήκες. Ας βγάλουμε το κερί από τ’αυτιά μας κι ας αφουγκραστούμε τις λεπτές χειρονομίες της κάθε συλλαβής. Μπράβο παιδιά! Βρίσκω ενδιαφέροντα στοιχεία σε όλους σας.
Σύμφωνος με τον κ. Παπαθανασίου.
Ο κ. Θεόδωρος, έχει σίγουρα αντίληψη του κειμένου που ανάρτησε;
Δεν αναρωτιέμαι που δεν αναρωτιέται πως η Σαρική πρόταση ήταν η αποφυγή άμβλυνσης κάθε πρωτοτύπου ιδέας. Συν η ντροπή της αποφυγής ενός Ηράκλειτου…
Ορθώς Κωστή. Όπως τρίκοπο μαχαίρι ο Σαρ.
Πολύ καλό το ποιήμα “Αρχαία θλίψη” της Ασημίνας Ρεβύθη. Ιδιαίτερη σύλληψη και “ευαίσθητη” εκτέλεση με αρκετές και προσεγμένες προεκτάσεις. Ο τίτλος αφαιρεί από το ποίημα.
Καλή χρονιά.
Συμφωνώ εν μέρει με τον κύριο Λειβαδά αλλά δεν ξέρω κατά πόσο κάποιος προσωκρατικός θα κατέφευγε σε τόσο άκομψες κι επιδερμικές κριτικές τις οποίες ο ίδιος υπερθεματίζει. Ευχαριστώ για την ανάρτηση του πρωτοτύπου-έπρεπε να το είχα κάνει από την αρχή.
Βεβαίως και δεν θα κατέφευγε αγαπητέ κ. Θοδωρή. Αλλά ακόμη και όντας μη-προσωκρατικός σας τιμά ιδιαίτερα η αυτοκριτική σας περί της κριτικής που σπεύσατε να καταθέσετε.
Ο Ποιητής είναι ο Νεκρός. Το ανήκουστο και αέναο της δυνατότητας Να Είναι.
“Μονάχα βέβαια που κι αυτές οι αναλογίες είναι αόρατες σαν τα μικρόβια -αόριστες κι αβαρείς κι ούτε, μπορείς να τις μετρήσεις και να τις ζυγιάσεις κι ούτε ο καλύτερος κριτικός -μικροβιολόγος, με το τελειότερο μικροσκόπιο (υπάαρχουν άραγε μικροσκόπια για αόματτους;) δεν μπορεί να τις εντοπίσει, να τις καταγράψει να τις τ ε κ μ η ρ ι ώ σει. Έτσι ο καθένας τους πια λέει ό,τι του κατέβει,αλλά με περίτεχνες και προπάντων σ τ ρ υ φ ν έ ς εκφράσεις,φτάνοντας στον κοινό παρονομαστή: να μην καταλαβαίνει κανένας τίποτα. Ωστόσο δεν τους λείπουν τα δικαιολογητικά,αφού όπως λένε “η λογοτεχνία και ιδίως η κριτική τηςλογοτεχνίας είναι η καταγραφή του ακατανόητου”. (Μήπως και του ανόητου;)”
Γιάννη Ρίτσου
“Με το Σκούντημα του Αγκώνα”, Μυθιστόρημα, ΚΕΔΡΟΣ, 1984
σελ.8
Εγώ σαν idiot έγραψα έναν στίχο του Λειβαδά. Δεν τρέχει τίποτα αγαπητή Μαρία μ’ αρέσει κι ο Ρίτσος
Θα συμφωνήσω με τους προλαλήσαντες, το ποίημα της κυρίας Ρεβύθη ξεχωρίζει με μεγάλη διαφορά απʼ όλα τʼ άλλα. Πρώτη φορά την συναντώ αλλά μου γεννά την περιέργεια να διαβάσω κι άλλα ποιήματά της.
Μου άρεσε επίσης και το ποίημα του κυρίου Τούτιου, περισσότερο για την παρένθεση στο τέλος.
Έχουν περάσει πολλές μέρες απο την δημισίευση του ποιήματος μου, ”Αρχαία θλίψη”, είχα ένα πρόβλημα με την σύνδεση, τώρα το βλέπω κι αν για κάτι χαίρομαι είναι γιατί όχι απλά δημοσιεύτηκε, αλλά γιατί αρκετοί απο εσάς το προσέξατε-το Nιώσατε, κι αυτό με Συγκινεί. Στο ποιειν έστειλα τρία ποιήματα, επέλεξαν αυτό… Δεν ξέρω πραγματικά τι γίνεται με αυτό το ποίημα…! Πριν πολλούς μήνες βραβεύτηκε σ’έναν πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό, όταν συνάντησα μερικούς ανθρώπους απο την επιτροπή οι άνθρωποι ήταν φανερά συγκινιμένοι, με ρώτησαν αν είναι αλήθεια κάποια πράγματα που έχω γράψει…Χαμογέλασα και τους είπα, δεν είναι… Δεν ξέρω αν είπα όλη την αλήθεια, το μόνο που ξέρω είναι οτι, η σκηνή του ιερού θεάτρου ο πόνος είναι εκεί, είναι παρών, απο εκεί και πέρα ξέρω νομίζω καλά πως να τον σκηνοθετώ. Και πάλι σας ευχαριστώ. Με εκτίμηση Ασημίνα (και κάτι ακόμα, πολλοί στα σχόλια γράφουν κ Ασημίνα, κανείς νομίζω δεν θα περιμένει οτι είμαι 25, η σάρκα μου δηλαδή περπατάει στην γη τόσα χρόνια, όσο για την ψυχή…)
K. Ρεβύθη,
Όταν μια επιτροπή σας ρωτάει αν το συγκεκριμένο ποιήμα όντως περιγράφει τα βιώματα σας, τότε αυτομάτως χάνει το δικαίωμα να αξιολογεί και να θεωρείται σοβαρή επιτροπή. Φιλικά. Πέτρος Γκολίτσης
Ναι, έχετε δίκιο κ Πέτρο Γκολίτση, πάντως ομολογώ ότι με έφεραν σε δύσκολη θέση, δεν έχει σημασία αν οι άνθρωποι δεν είχαν αυτήν την πρόθεση, κι απο την άλλη δεν σας κρύβω οτι μπερδεύτηκα με οτι κι αν σημαίνει αυτό. Με εκτίμηση Ασημίνα
Θα ήθελα να διαβάσω και τα άλλα δύο ποιήματα που αναφέρει ότι έστειλε στο ποιείν η κ.Ρεβύθη. (Θα χαρώ να μου τα στείλεις Ασημίνα).
Ασημίνα Ρεβύθη, 2 ποιήματα
ΓΕΝΕΘΛΙΑ
Περπατούσα στους διαδρόμους της πόλης,
οι πολυκατοικίες γιορτινά φαντάσματα,
οι δρόμοι γεμάτοι μάγους
πουλούσαν ακριβά φόβο-ελπίδα
στο τελευταίο παζάρι της αιωνιότητας,
έσκυψα, μου χάρισαν απλόχερα το σκοτάδι και την ερημιά,
η θάλασσα με πλάκωσε, στην καταπράσινη νύχτα
έγινε η αυστηρή μητέρα μου.
Γενέθλια κι η μέρα είχε κρυφτεί, δεν έλεγε να βγει από εκεί,
ένα λιοντάρι έκλεγε κάτω από την αμυγδαλιά,
κι εγώ μοίραζα γράμματα κι ένα μπουκάλι κρασί στους περαστικούς.
Έφτασα στην χρυσή αυλή, περίμενα ν’ανοίξουν οι Πύλες
και να δω, να δω, να δω, όλες κλειστές,
δεν ήξερα εκείνες τις λέξεις…
Έδειξα στους φύλακες το αίμα στα δόντια μου
μα δεν μου άνοιξαν.
Οι Θεοί ήταν μαστουρωμένοι,
άφησαν τις ασπίδες τους και πήραν σπαθιά,
βρέφος ήμουν
μου έκοψαν το κεφάλι, το πέταξαν στην λάσπη,
η ελπίδα ακρωτηριάστηκε στην ήσυχη πεδιάδα.
Βρέφος στην κοιλιά ενός
μεθυσμένου ινδιάνου
έμαθα τα σύμβολα της φωτιάς,
μου μίλησε για μια γιορτή σ’ένα κόκκινο χωράφι
δείχνοντας μου με το βλέμμα του
το θέατρο της γύμνιας,
γεμάτο ποίηση και τραυματισμένα γεννητικά όργανα.
Γενέθλια κι ουρανοί κίτρινοι είχαν κλειστεί
στο δωμάτιο μου, εκεί που
στο κρεβάτι κάποτε κοιμόταν ένα ηλιοβασίλεμα
με πόδια τίγρης.
Που είναι η απελπισία της προσευχής;
Που είναι οι Θεοί να
χτυπήσουν στο φως τα τύμπανα του πολέμου;
Γιατί τα βάζα είναι σπασμένα; Ποιος έκρυψε τα λουλούδια στο υπόγειο;
Ποιος μου έκλεισε απότομα τα μάτια;
Ποιος έχωσε το κεφάλι μου μέσα στην τηλεόραση;
Ποιος με έντυσε με αυτά τα προκλητικά ρούχα;
Ποιος άφησε αυτά τα σημάδια στην παλάμη μου;
Ποιος ξέχασε στο στόμα μου αυτό το τσιγάρο;
Περπατούσα, κι οι δρόμοι άνοιξαν, οι μάγοι κρύφτηκαν,
τα πεζοδρόμια γέμισαν τρύπια προφυλακτικά, σκονισμένες ωοθήκες,
χειροπέδες, πολιτικές προκυρήξεις, αράχνες και νυχτερίδες,
κάποιος έδιωξε τους αστυνομικούς, χύθηκε πολύ αίμα,
η πόλη άνοιξε τα πλαστικά πόδια της, δόθηκε
η μουσική βγήκε από τον βρώμικο λαιμό της.
Χριστούγεννα- η πόλη είχε πιει πολύ,
χόρευε ροκ εντ ρολ στις ταράτσες,
πετούσε καθρέφτες, όπλα, χάπια,
κάποιος πέθανε, κάποιος γεννήθηκε.
Γενέθλια, 7 Δεκεμβρίου
παρακαλώ οι πύλες
ν’ανοίξουν για μένα που δεν υπάρχω,
παρακαλώ τον θάνατο να στολίσει
το δάσος για μένα που σιωπώ κάθε που
οι ζωγράφοι τινάζουν το μπλε πινέλο τους στην πλάτη μου,
παρακαλώ τους Θεούς
ν’ανοίξουν τον τάφο μου όταν θα βρέχει,
να ράψουν τα φτερά μου στα πόδια της πόλης,
να μ’ αφήσουν να ξυπνήσω το δάκρυα του λιονταριού
στην έρημο με τους χίλιους όρκους της προδοσίας,
παρακαλώ τον θάνατο
να δειπνήσει μαζί μου σήμερα
στην γενέτειρα με τα χίλια κόκκινα γέλια της άσπρης πεταλούδας.
Η ΣΥΝΤΑΓΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
Δεν φτάνει βρε αδερφέ
να παίρνεις χάπια με αλκοόλ,
να καπνίζεις χόρτο από το πρωί,
κι ότι άλλο προτιμάς…
Δεν φτάνει να προσπαθείς με μια σκονισμένη πετονιά
να κατεβάσεις το χάος, την βροχή,
το χαμόγελο του θεού από το ταβάνι σου.
Δεν φτάνει να κρεμάσεις στους τοίχους
όλους του πίνακες του Πικάσο κι όποιου άλλου προτιμάς.
Δεν φτάνει το δωμάτιο σου
να γεμίσει με παρτιτούρες, με βιβλιοθήκες
και με προφυλαχτικά.
Δεν φτάνει να φοράς το μαύρο παλτό,
να καπνίζεις με στυλ, να περπατάς αλήτικα,
να κοιτάς μελαγχολικά
και να πίνεις βότκα σ’ένα μπαρ.
Δεν φτάνει πριν κατεβείς στους δρόμους
να έχεις δει τηλεόραση ή να έχεις διαβάσει εφημερίδα ή
Μαρξ κι όποιον άλλον προτιμάς.
Δεν φτάνει να πετάς μολότοφ και να καις την σημαία.
Δεν φτάνουν όλα αυτά, όχι για να κάνεις ποίηση,
αλλά για να γίνεις ο ίδιος ποίηση-αντίδραση.
Να βρούμε το Αίμα και να μείνουμε εκεί,
ν’αθωόσουμε τον πόνο αυτόν Χειμώνα, δες
τα σταφύλια πάγωσαν κι οι Θεοί πούλησαν
τις πολύχρωμες ακτίνες τους για ένα ζευγάρι κάλτσες,
είμαστε στην επιφάνεια του πόνου,
μπορούμε ν’ανάψουμε ένα κερί μέσα στο πηγάδι;
Μ’ ενδιαφέρει το δάσος με τις κόκκινες μπουκάλες
οξυγόνου, υγραερίου,
το δάσος με τον σπασμένο πίνακα,
εσάς το λερωμένο σώμα της πόλης,
πονάτε για την πόλη που ξέχασε να θρηνεί
την δύση του ήλιου,
διαμαρτύρεστε χωρίς πόνο,
θα μου πείτε και δίκιο θα έχετε,
γιατί ο πόνος τι θα έκανε, τι θα άλλαζε;
Ίσως, μόνο ο ήλιος θα είχε ξανά αισθήματα
και διαμαρτυρία στον θάνατο.
Η πρωτη αναγνωση ,η πρωτη ενσωματωση του ποιηματος στον καμβα του εγκεφαλου μας ειναι και αυτη που συστηνει την πιο προσωπικη και αρα τελεια αποψη για τα ποιηματα.
Και τα συγκεκριμενα ποιηματα ειναι ωραια ,δεν θα αναφερθω περαιτερω αφηνοντας τον παρασχολιασμο στους ειδικους η ειδικοτερους αλλα θα θελα να ρωτησω την κυρια Ασημινα
γιατι τοσος πονος;
μου φαινεται σα να γαμιεται η πλαθ με τον κερουακ,
εχει πλακα αλλα γιατι ειναι απαραιτητα πονογενης αυτη η αναμνηση;
δεν θα μπορουσε να προκαλει τη χαρα
θα χανε το ενδιαφερον του το ποιημα
εφοσον τα παραπανω δεν ειναι δικα σας βιωματα και η εκφραση τους δεν ειναι αδειασμα
γιατι τοσος πονος;
πολυ φοβιστικο. γιατι οι ποιητες εχουν πανω τους το στιγμα του πονοδεκτη και πονοεκφραστη;
εγω παντως φοβαμαι. και η ομορφια μαζι μου…
Εύστοχη η Λαμπρινή. Αν η ποίηση(βλ.έκφραση)
δεν βγαίνει από την εμπειρία, τότε τι; Αλλά
σταματώ εδώ με την ασθένεια των πλήκτρων. Κλικ
”εγω παντως φοβαμαι. και η ομορφια μαζι μου…”
επιμένω πως πολύ θα ήθελα να δω γραπτά της λαμπρινής…
Καταρχάς κ Πέτρο Γκολίτση με πρόλαβε ο κ Σπύρος Αραβανής, τον οποίο θέλω να ευχαριστήσω πάρα πολύ που δημοσίευσε χωρίς να το γνωρίζω και τα άλλα δύο ποιήματα που του είχα στείλει, ελπίζω σ’εσάς και στους υπόλοιπους να μην προκαλέσουν απλά ωραία αισθήματα, αλλά άγριο πόνο, (αλλά νομίζω οτι δεν τα έχω καταφέρει). Θ’αναρωτιέσαι Λαμπρινή γιατί τόσος πόνος, η απάντηση είναι η διαμαρτυρία στον θάνατο. Μ’ ενδιαφέρει να επινοώ έναν άγνωστο πόνο για να μπορώ να αθωώσω τον πόνο, αυτόν τον πόνο που πια κλείνεται μέσα σε δωμάτια, σε λίγο θα μοιάζουν με μουσεία. Αν ήθελα απλά να γράφω για την ομορφιά ή για το φόβο θα επέλεγα την συγγραφή ενός βιβλίου, αλλά η ποίηση είναι κάτι άλλο, είναι πόνος κι αυτό είναι όμορφο, γι’αυτό και με φοβίζει. Θέλω να κινδυνεύω που σημαίνει να μην χάσω την επαφή μου με τον πόνο,(γι’αυτό γράφω-διαμαρτύρομαι στο δικό μου αν θέλετε θάνατο).
Και κάτι ακόμα, σχετικά με το τι είναι βίωμα κτλ αυτή είναι μια μεγάλη κουβέντα. Το γράψιμο μπερδεύει πολύ τα πράγματα, γιατί αποτελεί απο μόνο του βίωμα, και τότε τι γίνεται ποιό γίνεται πραγματικό βίωμα; Ο σουρεαλισμός δεν υπάρχει κι όμως ταυτόχρονα υπάρχει…
Συλλογή κλισέ κάνετε Ασημίνα;
Τα σχόλιά σας είναι απογοητευτικά!
Αν η ποίηση, που αδιαφορώ με ποιον τρόπο θα επιλεγεί για να εκφραστεί, δεν είναι το συναίσθημα (από το προσωπικό βίωμα ή αυτό που μας ειπώθηκε) που ξεβράζεται στο χαρτί, είτε μιλώντας ξεκάθαρα και χωρίς υπονοούμενα είτε συμβολικά, τότε δεν είναι ποίηση.
Μέχρι και το 24ο σχόλιο έριχνα δίκιο στην Ασημίνα θεωρώντας κάπου ότι μπορεί να αναφέρει για γεγονότα που δε βίωσε μεν, αλλά τα επέλεξε ώστε να μας μεταφέρει τον πόνο ή την αποξένωση που ένοιωσε για άλλα που δε θα ήθελε να περιγράψει.
Όταν διάβασα αυτό: «Μ’ ενδιαφέρει να ΕΠΙΝΟΩ έναν ΑΓΝΩΣΤΟ[!;] πόνο (…)»… άδειασα.
Δυστυχώς αυτά που διαβάσαμε είναι αντιγραμμένα. Μόνο που δε θα βρείτε ποτέ κάποιον να σας πει ότι του τα έκλεψαν…
ΥΓ. όσον αφορά τον υπερρεαλισμό, αν και δεν είμαι αυτός ο καταλληλότερος να τον υπερασπιστεί, να μην ξεχνάμε ότι γεννήθηκε από τη φρίκη των ανθρώπινων ΠΡΑΞΕΩΝ για να τις καταγγείλει. Μπορεί βέβαια ο υπερρεαλισμός να προϋποθέτει μια άρνηση στον κόσμο των αισθητών να παράγει ποίηση, αλλά τα ποιήματα, που έγραψαν οι υπερρεαλιστές, ΑΝΤΑΝΑΚΛΟΥΝ τον πόνο του κόσμου των αισθητών.
Γαμάτη η ποίηση της Ασημίνας. Φαίνεται πως κάποιος απ’ αυτούς τους μαστουρωμένους θεούς που αναφέρει οδήγεί το χεράκι της. Περιμένω ανυπόμονος την πρώτη σου συλλογή χωρίς πολλές εξηγήσεις τι και πως. Μόνο τα “παλαβά” σου ποίηματα. Όσο για αυτό το “επινοώ έναν άγνωστο πόνο” είναι κι αυτό ένα ποιήμα.
κ.Ρεβύθη καταλαβαίνω ότι είστε νέα -πολύ νέα-κι έτσι ίσως δικαιολόγείται ένας ενθουσιασμός που εκφράζεται με μακροσκελή σχόλια σε μια συζήτηση που αφορά τις δημιουργίες σας.
Ο δημιουργός όμως είναι το έργο του. Όλα τα υπόλοιπα (απόψεις, επεξηγήσεις, διευκρινίσεις κλπ) απο πλευράς του, είναι εκ του περισσού και υπονομεύουν το έργο αυτό. Αυτή είναι η άποψή μου τουλάχιστον.
Και επιτέλους φτάνει μ’ αυτό το “νέος ποιητής”. Η κρίση μας πρέπει να είναι γηραιά με όλους.
(Ειναι τυχαιο που σ’ολα ΜΑ ΟΛΑ τα εργα των αμιγως υπερρεαλιστων υπαρχει μια καμηλοπαρδαλη…Και μη μου πειτε πως την ειδαν ολοι στον υπνο τους…
Εγω οσες φορες εχω παρατηρησει τον εαυτο μου ,γραφω αυτα που ακουσα το προηγουμενο δευτερολεπτο
π.χ μου πε η μανα μου ”αστα, ο μπαμπας κοντευει να γινει αλκοολικος”
και το επομενο ποιημα μου παρότι ξεκινα πολυ διαφορετικα και θετει πολυ διαφορετικους ”στοχους” καταληγει να περιστρεφεται γυρω απ’ τον αλκοολισμο ολως τυχαιως ειτε γραφοντας τη λεξη ”ποτηρι” ειτε τη λεξη ”χειλη” ειτε οποιαηποτε αλλη συντηρει ενα εννοιολογικο πεδιο.
Η αποκεντρωση θα ναι ο επομενος σταθμος της τεχνης, αρκει να μη βαρεθω και δεν τη γραψω.
Περιηγητή έχεις απόλυτο δίκιο, και πολύ απλά βαρέθηκα να απολλογούμε, όλοι προσπαθούν να δουν τι κρύβεται πίσω απο τον καμβά κι όχι μέσα σ’αυτόν(κ Γιώργο Πρίμπα αυτήν την φράση δεν ξέρω απο ποιόν την έχω κλέψει). Κ Παπαθανασίου, αν κάποτε εκδοθούν με μεγάλη μου χαρά να σας τα δώσω, αν και μεταξύ μας δεν νομίζω να εκδοθούν, όλοι ξέρουμε πως λειτουργεί το θέμα με τους εκδοτικούς οίκους, και με τους αναγνώστες. Έχετε γράψει ” παλαβά” σου ποιήματα, βγάλτε τα εισαγωγικά… Όσο για τον μεσιέ Θανάση που δεν του αρέσουν τα σχόλια μου, του αφιερώνω μια χαρούμενη φράση που μου βγαίνει τώρα, κάτι κλισέ θα είναι…και χωρίς νόημα,
ο ήλιος με τα κόκκινα φτερά
και με τα μεθυσμένα μάτια,
μέχρι την θάλασσα
με την σιωπή του κίτρινη…
Αν και δεν ειμαι ειδική στο να κρίνω ποιήματα, αν και γράφω και εγώ κάποιες σκέψεις μου στο χαρτί,θα μίλησω με το συναίσθημα και οχι με τη γνώση..Tα ποιήματα της Ασημίνας ειναι υπέροχα,σε αγγίζουν με ενα μοναδικό,ιδιαίτερο τρόπο,έχεις ή δεν έχεις βιώματα…Ασήμινα χρησιμοποιείς πολυ ωραίες εκφράσεις που σε ταξιδέυουν και ειναι σαν να βλέπεις μπροστα σου τις εικόνες που περιγράφεις..Συγχαρητήρια!!!!
τελικά το νόημα είναι να σε ”ταξιδεύει” ένα ποίημα για λίγα λεπτά ή κάτι πιο ουσιαστικό;
Γιώργο Πρίμπα,
το νταντά ήταν άρνηση, σκέτη άρνηση
(χωρίς αυτό να μειώνει ή να υποβιβάζει τη δράση του).
Ο υπερρεαλισμός ήταν κατάφαση!
Ο υπερρεαλισμός δεν ήταν απλώς μια σπίθα, όπως το νταντά, αλλά πυρκαγιά!
Όσο για την άρνηση των αισθητών σας ζητώ
διευκρινήσεις διότι δεν είμαι καθόλου σίγουρος
για το νόημα της φράσης σας.
Ο Λεφέβρ πίστευε πως ”όλος ο μοντερνισμός κουβαλά την Άρνηση του νταντά” στο αίμα του.
Όμως, μου φαίνεται πως, μόνο ο υπερρεαλισμός άφησε χώρο για τα αισθητά, χωρίς βέβαια να αποχωριστεί την έννοια ποτέ!
Υπερρεαλιστής δεν σημαίνει όνειρα, Λαμπρινή.
Και οι φόβοι και τα βίτσια έχουν την ίδια σημασία
στην κατανόηση του ασυνειδήτου.
Η λέξη ποτήρι δεν συντηρεί την εννοιολογική τέχνη διότι είναι απλώς ένα στοιχείο. Θα πρεπε
το ποίημα σου να στηρίζεται στην αυτοπάθεια και την ολική ταυτολογία, αλλιώς είναι ένα σύμβολο που συμπυκνώνει ασυνείδητες ιδέες και σκέψεις.
Το εννοιολογικό είναι αυτό που θέτει ερωτήματα
για τον εαυτό του.
@Θαναση
Οπως εχω ξαναπει, το διαβασμα κανει πολυ κακο
και αυτο γιατι οι διαβασμενοι προσπαθουν να ταιριαξουν μια καινουρια λεξη με μια παλια θεωρια προσπαθωντας να την καταλαβουν και να την κανουν δικη τους,χωρις βεβαια να το θελουν.
Δεν αναφερομαι,φυσικα, στην εννοιολογικη τεχνη ουτε επιδιωκω να ξεχωρισω την εννοια απ’ το γεγονος. Δε με ενδιαφερει να θεωρητικολογησω ή να ασχοληθω με καποιον περασμενο. Εχω παψει να ασχολουμαι με τους νεκρους απ’ τα 15 μου. Αυτο που ειπα ειναι πως ο υπερρεαλισμος ή τελος παντων το λειτμοτιβ της αυτοματης γραφης ,που παραγεται κυριως απ’ το ονειρο κι απ’τα ενστικτα μας ή τις τυχαιοτητες ,δεν μπορει να υπαρξει ως μια καθ’ αυτη ουσια ,γιατι δεν αλλαζει αρδην απο τον εναν στον αλλον και η αποδειξη ειναι η ομοιοτητα που παρουσιαζουν τα υπερρεαλιστικα εργα (ελαχιστες οι εξαιρεσεις και οχι παντα φωτεινες ).
Για να καταλαβεις την φραση ”εννοιολογικο πεδιο” σκεψου μια τροφικη αλυσιδα. Οτιδηποτε ειπωνεται συντηρει την προηγουμενη και απαιτει την επομενη λεξη .Και αυτο συμβαινει σε απαντες τους ποιητες ως τωρα .Τα ποιηματα τους σε οδηγουν με ευθεια γραμμη προς ενα πανθομολογουμενο νοημα, ακομα και παραδοξο αλλα οπωσδηποτε γεγενημενο .
Ποια ειναι η προσβολη; Η αποκεντρωση,
η ελλειψη του εντομου ή η προσθηκη του εντομοκτονου σε μια προσκειμενη στην ενδελεχεια τροφικη αλυσιδα.
Το ποτηρι ως ποτηρι παραγει ενα ποιημα
αν ομως ελειπε ο νεροχυτης;
Σ’ ενα μεσο ονειρο το σκατο αποσκατιζεται δεν γινεται το νεκταρ του Ολυμπου (ή της life).
Και αυτο γινεται εν συνειδησει γιατι μονον με μια πραγματικοτητα μπορεις να ξεπερασεις μια αλλη
Γιάννη Λειβαδά,
επειδή είναι πολύ γνωστή η φράση:
“Ποιος θα μας φυλάξει από τους φύλακές μας”
νομίζω πως πρέπει να μετριάσεις το λόγο σου
“με ενόχλησε περισσότερο κι από τη σύφιλη των αναρτημένων κειμένων. Κάποιος πρέπει να ντραπεί και για τα δυο” κ.ά.
σε μη προσβλητικούς χαρακτηρισμούς
αλλά όσο το δυνατόν πιο κριτικούς.
Δυστυχώς φύλακας σε αυτήν την περίπτωση γίνομαι και εγώ.
Θανάση, οι υπερρεαλιστές απογοητευμένοι κυρίως από τα γεγονότα του πρώτου παγκόσμιου πολέμου αμφισβήτησαν τις αξίες του δυτικού πολιτισμού και πρόταξαν το ένστικτο, το ασυνείδητο και το ονειρικό και ταυτόχρονα θεώρησαν ότι ο κόσμος των αισθητών, που δεν αμφισβήτησαν ότι υπάρχει – απεναντίας οι περισσότεροι μάλλον στο χώρο του υλισμού κινήθηκαν, δεν έχει ποιητικό, και καλλιτεχνικό γενικότερα, ενδιαφέρον και γι’ αυτό, στην ποίηση και στη λογοτεχνία, στράφηκαν στην αυτόματη γραφή, στην απουσία του νοήματος και στον έλεγχο από τη λογική.
Ποτέ όμως δεν αρνήθηκαν το αίσθημα και το συναίσθημα.
Ένα φίλος που διαβάζει το «ποιείν», αλλά ούτε σχολιάζει ούτε έχει στείλει κάτι, μου πρότεινε πριν λίγο καιρό «το Σόλο του Φίγκαρω» του Σκαρίμπα το οποίο και απόλαυσα. Αντιγράφω.
«Τέτοιοι και αποτέτοιοι ήσαν οι συρρεαλιστές τολοιπόν. Αυτοί, ευρύνοντες τα όρια της τέχνης μέχρι σχεδόν του απρόσιτου, δεν έκτειναν – μπορεί να πει μολαταύτα κανείς – την ορθόδοξη αισθητική των πραγμάτων, παρά ανατρέψαντάς την, ξεκίνησαν από την πρώτη ουσία της, απ’ αυτή τούτη την καταβολή του αιστήματος. Θάλεγε κανείς, παραμόρφωσαν την παραδεγμένη ηθική της, κάμαντας τήν υπόσταση: έκφραση, και τήν ουσία: μορφή. Η καλλιτεχνική τους αντίληψη ακολουθεί μιαν αντίθετη κλίμακα, μιαν ανάστροφη ιεραρχία αξιών: Απ’ τον αισθησιασμό προς το αίσθημα, απ’ αυτό προς την αίσθηση και απ’ αυτή προς το ένστιχτο (…)»
Προσωπικά θεωρώ ότι ο υπερρεαλισμός έχει κάνει πια τον κύκλο του. Εκτιμώ ότι οι εποχές μας ζητούν κάτι άλλο.
Ασημίνα, δεν είπα ότι τα ποιήματά σας όταν τα διάβασα δε μου άρεσαν και ούτε ότι αντιγράψατε (νομίζω πως ήταν σαφές το νόημα). Επίσης, στο ποιείν, κανείς δε σας ρώτησε τίποτα και μόνη σας αρχίσατε να μιλάτε για το πώς τα γράψατε. Και για είμαστε ειλικρινείς αυτό που κάνετε εσείς το κάνουν πάρα πολλοί. Οι περισσότεροι. Μόνο που η επινόηση, όταν αντικαθιστά το συναίσθημα, σταδιακά σε μετατρέπει σε στοιβαχτή λέξεων που μπορεί μεν σε ατομικό επίπεδο δύσκολα να γίνεσαι αντιληπτός, συνολικά όμως η ποίηση έχει αποξενωθεί από τον κόσμο.
Όπως είχε αναφέρει και ο περιηγητής, πριν λίγο καιρό, κάποιος αναγνωρισμένος ποιητής για να προλογίσει/ παρουσιάσει μια ποιητική συλλογή μιας ποιήτριας, ζήτησε δυο χιλιάρικα χωρίς να την έχει διαβάσει. Και γιατί να μην το κάνει;
Την ικανότητα γραφής την έχετε. Γιατί να μη δουλεύετε τα συναισθήματά σας;
(@Γ. Πρίμπας: “Επίσης, στο ποιείν, κανείς δε σας ρώτησε τίποτα και μόνη σας αρχίσατε να μιλάτε για το πώς τα γράψατε. Και για είμαστε ειλικρινείς αυτό που κάνετε εσείς το κάνουν πάρα πολλοί. Οι περισσότεροι.”)
Συμφωνώ. Αυτό κάτι δείχνει. Και θα πρέπει να μας προβληματίσει ως κοινωνία.
Δεν είναι όμως εξ΄ολοκλήρου αρνητικό.
Αν το εξετάσουμε ως εξωτερίκευση και όχι μεγαλοιδεατισμό ή απωθημένο.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο Σπύρο αναλαμβάνεις την υπογραφή κάθε υποφαινόμενου. Αυτό είναι παραπάνω από επικίνδυνο.
Παρόλα αυτά, εγώ μιλούσα για την ντροπή που πρέπει κάποτε να αρχίσει να διέπει ορισμένους από αυτούς που θέλουν να ονομάζονται ποιητές.
Αλλά πέραν όλων αυτών – διακρίνεις έντονα (για άλλη μία φορά) τα δικά μου σχόλια από πιο οξυμένα σχόλια άλλων. Δεν με νοιάζει ποσώς η δίκη. Μπορείς αν θες να τα διαγράφεις – αλλά αναρωτιέμαι τελικά ποιος θέλει το καλό της ποίησης….
Με υπογραφή.
Γιώργο Πρίμπα,
νομίζω πως το αισθητικό θαύμα του υπερρεαλισμού δεν μπορεί να πάψει να υπάρχει.
Αν ξεπεράστηκε ο Φρόυντ
δεν σημαίνει πως ξεπεράστηκε και ο υπερρεαλιστικός λόγος.
Άλλωστε κάθε σημερινό ποίημα χρωστά, από μία άποψη, στον υπερρεαλισμό ακόμη
κι αν ο δημιουργός του δεν το υποψιάζεται !
“Παρόλα αυτά, εγώ μιλούσα για την ντροπή που πρέπει κάποτε να αρχίσει να διέπει ορισμένους από αυτούς που θέλουν να ονομάζονται ποιητές.”
Είδες πόσο πιο ωραία ακούγεται; 🙂
Με εννοείς και το ξέρω.
Σε εκτιμώ και το ξέρεις.
Πάμε παρακάτω.
@Γιώργος Πρίμπας
να ένα δείγμα του τι συζητάμε μάλλον: (τα μαυρισμένα)
Αθήνα,
Αξιοποιώντας τις νέες δυνατότητες επικοινωνίας μέσω του Διαδικτύου, το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) δίνει τον λόγο σε νέους συγγραφείς, με στόχο τη δημιουργία ενός φυτώριου ιδεών και απόψεων της νεότερης γενιάς που έχει άμεση επαφή με την μπλογκόσφαιρα.
Οι συγγραφείς καλούνται να γράψουν στο ιστολόγιο του ΕΚΕΒΙ (http://ekebi.wordpress.com) κείμενα που αφορούν το έργο τους, διατυπωμένες απόψεις γύρω από τη λογοτεχνία αλλά και την επικαιρότητα, ματιές στο παρόν και το παρελθόν της νεοελληνικής γραμματείας, προσωπικές αποτιμήσεις, σχόλια ή και σημειωματάριο δοκιμής για την εν προόδω δουλειά τους.
Την αρχή κάνει η πεζογράφος και μεταφράστρια Αργυρώ Μαντόγλου, η οποία ανάρτησε τα πρώτα της κείμενα στο ιστολόγιο στις 4 Ιανουαρίου 2010.
Θα ακολουθήσουν λογοτέχνες που διαθέτουν μεγάλη εμπειρία στη χρήση του Διαδικτύου με δικές τους προσωπικές ιστοσελίδες, δημοσιεύσεις σε ηλεκτρονικά περιοδικά, χρήση ιστολογίων (blogs) κ.ά.
Συγκεκριμένα, το προσεχές διάστημα θα συνεργαστούν οι: Δημήτρης Αθηνάκης (18/1-1/2), Αμάντα Μιχαλοπούλου (1/2-15/2), Δημήτρης Σωτάκης (15/2-1/3) και έπεται συνέχεια…
in.gr
To συγκεκριμένο ποίημα της Ασημίνας είναι αξιόλογο. Σε τραβάει κατευθείαν στον κόσμο του. Είναι από τις πλέον ξεχωριστές αναρτήσεις νέων ποιητών.
”παντρεύτηκα κάποιον που είχε δικό του νεκροταφείο”
και μόνο αυτός ο στίχος μ’ έστειλε κανονικά.
Αυτά δεν είναι κριτήρια βέβαια που απαντούν εαν το εν λόγω πόνημα είναι ή όχι ποίηση αλλά ακόμα και αν δεν είναι με τους όρους που εσύ θέτεις Γιάννη, δεν αναγνωρίζεις ότι εδώ υπάρχει μια δυναμική που πρέπει να αξιολογηθεί πέρα από το πλαίσιο στο οποίο ο καθένας οριοθετεί τις προβολές του για την ποιητική έκφραση;
Αγαπητε Γιάννη
Οι θέσεις σου για την ποίηση είναι γνωστές, έχεις μια κατασταλαγμένη και συγκροτημένη άποψη-δημοσιευμένη στην Απτερο Νίκη. Προσωπικά τις βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσες και πολύ καλά κάνεις που τις εκθέτεις. Το θέμα είναι ότι βγαίνεις στο ρινγκ και σηκώνεις τις γροθιές σου λέγοντας ελάτε κότες έγω έχω άποψη για την ποίηση και είμαι ποιητής ενώ εσείς όχι. Αυτό προφανώς ενοχλεί πολλους, εμένα προσωπικά δεν με απασχολεί γιατί απλά δεν θέλω να αγωνιστώ στο ρινγκ και δεν με πειράζει να μην είμαι ποιητής (κατανοώ και την αγωνία σου). Δεν έχω μία κατασταλαγμένη άποψη για την ποίηση και νομίζω ότι δεν χρειάζεται να έχω (δεν τα καταφέρνω άλλωστε). Έχω απόψεις, που κατά καιρούς μεταλλάσσονται και καμιά φορα αλληλοσυγκρούονται-πάντα έχει κανείς την αίσθηση ότι εξελλίσονται ενώ δεν είναι και σίγουρο. Βεβαίως είναι καλό να μελετάμε τας Γραφάς σε βάθος (χρειάζονται χρόνια). Η γενικότητα ισοπεδώνει. Η άγνοια το ίδιο.
Ο Miles Davies γυρνούσε την πλάτη του στο κοινό όταν έπαιζε -σιωπηλός και μοβόρος. Ακούστε τη μουσική όχι εμένα. (Αργότερα οι πιουρίστες τον κατηγόρησαν ότι δεν ήταν πια τζαζ κι έπαιζε μαλακίες). Ήταν τζαζ στο Dark Magus;
Κωστή ο brutalισμός μου όταν σχολιάζω, είναι γνωστός – αλλά οφείλεις την κριτική που θες να μου κάνεις να την ορίσεις με βάση τα γραπτά μου και όχι την κυκλοφορία μου. Σε ρινγκ ανέβηκα μόνο μια φορά και δεν ήταν στο Ποιείν, ήταν σε αθλητικό κέντρο του Πειραιά. Παρόλα αυτά αν κάποιος ακούει στ’ αυτιά του “ελάτε κότες” δεν το ακούει από το δικό μου στόμα, αλλά από το δικό του.
Δεν υπάρχει λόγος να περιστρέφεις την κουβέντα γύρω από το άτομό μου. Ξέρεις, μπορεί να συμφωνείς με κάποιον αλλά για διαφορετικούς λόγους, όπως και να διαφωνείς με κάποιον αλλά για διαφορετικούς λόγους.
Η κουβέντα οφείλει να είναι πάντοτε επί σημείων.
Δεν είναι και τυχαίο που σε απασχολεί η συμπεριφορά του Davis, εμένα όχι. Αλλά πέφτεις μέσα, γιατί μετά το Miles Smiles και Nefertiti άρχισε να σπινιάρει στην κατηφόρα.
Μιχο μιας και κανεις γκριζα διαφημιση στο Τεφλον για πες μας ενα ποιημα απ’ το περιοδικο οχι πολλα
ΕΝΑ 1 0,5+0,5 εστω
που να αξιζει να διαβαστει;
1
I don’t know the magazine, but I like Teflon’s blog version. I have surfed tens of greek poetry blogs and that specific one is something where I often like to return to, because one can easily sense the good team spirit, enthusiasm and joy of creating and making things together from its pages. That plus the fact that they seem to have good goals in their doings makes it easy to me to appreciate their work – naturally I’m not cabable to valuate the quality of their translations.
But one should not judge only the final result. Even Confucius told that it’s not important whether or not the arrow will pierce the target, because all the people are not equally strong. It seems they have a good group and they are joying their work and they are sharing and giving things to others. I raise my imaginative hat to them.
Γιάννη
Αυτό που ήθελα να πω αναφέροντας τον Miles είναι ότι οι απόψεις του για τη μουσική αλλάζαν και γιαυτό υπήρχε μια δημιουργική διαλεκτική που επαναπροσδιόριζε τα δεδομένα και άνοιγε την οπτική. Το Dark Magus και η ηλεκτρική περίοδος ήταν 25 χρόνια μπροστά της εποχής του (ήταν τζαζ; δεν μας νοιάζει). Δεν άκουσε τους πιουρίστες για να επαναπαυτεί στο θρόνο του. Κι αυτό το ανέφερα για σένα εννοώντας πως εσύ είσαι σαν ένας πιουρίστας (υπερασπίζοντας αυτό που θεωρείς λυδία λίθο για την καθαρότητα της ποίησης). Λειτουργείς ως αφρήτωρ δείχνοντας μια ευκταία πρωτοπορία αλλιώς τίποτα. Δεν είναι ανάγκη όλοι να ακολουθήσουν το δρόμο σου για να υπάρξουν. Ο νεορομαντισμός που διακρίνουμε συνήθως με αφέλεια στους νέους δημιουργούς ξεκινά από υγειη κριτήρια. Ως περίκλειστη αντίδραση στο αχανές καταναλωτικό σύμπαν.
Η Ασημίνα μου άρεσε γιατί φέρνει μέσα της κάτι από τις ρεμπωικές εκλάμψεις, οι εικόνες της είναι δυνατές, βγάζει μια ατμόσφαιρα χαοτική και όλα αυτά πηγαία. Ως μια αθώα παιδίσκη που περιδιαβαίνει ένα περιδεές σύμπαν.
Υ.Γ.Στο “Some day my prince will come” ο Coltrane φυσάει ένα από τα πιο δυνατά σόλο του. Αν καταλαβαίνεις τι εννοώ.
Με εκτίμηση και φιλικούς χαιρετισμούς
κε Παπαθανασίου, ο άνθρωπος που “μεγάλωσε” δίπλα στον Charlie Parker και με αυτόν έπαιξε την καλύτερη τζαζ που είχε γραφτεί μέχρι τότε. Ο άνθρωπος που μας πρόσφερε ένα “the birth of the cool” κι ένα “kind of blue” και όχι μόνο, το να εμφανίζεται, μετά το 65, σα χριστουγεννιάτικο δέντρο κατ’ απομίμηση του πρίσλει και να παίζει όπως έπαιξε δεν τον τιμά…
Πολύ ωραία τα ποιήματα της Ασημίνας Ρεβύθη. Σίγουρα ξεχωρίζει η “Αρχαία θλίψη” , με την απίστευτη εναλλαγή εικόνων. Προσωπικά με ενθουσίασε “Η ΣΥΝΤΑΓΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ” που θυμίζει έντονα την επαναστατική-ρεαλιστική πλευρά του Bukowski.
Μπράβο!
..κοιτάζω τη φωτογραφία της γυναίκας με το παιδί στην αγκαλιά απ’ το σημερινό κείμενο κι έπειτα διαβάζω τα σχόλια των ποιητών μας για την ποίηση..
το μόνο που νιώθω είναι μια κούραση ψυχική, ένα μούδιασμα..
Θα συμφωνήσω με τον κ.Παπαθανασίου, καθώς με απασχολεί κι εμένα η συμπεριφορά του Miles Davis και η γυρισμένη του πλάτη στο ακροατήριο. “Ακούστε τη μουσική, όχι εμένα”. Ο κ.Λειβαδάς “κατέβασε” τον Miles Davis δημιουργικά και συνθετικά μέχρι το Nefertiti (1968) και ο κ.Πρίμπας μέχρι το 1965, περιορίζοντας τον στο έργο του που δεν περιέχει το Bitches Brew (1970) και το Tutu (1986) (ενδεικτικά). Προσωπικά θεωρώ και τις τελευταίες του νότες το 1991 βαθιά ποιητικές και ενδεικτικές της τριβής αυτού του ιδιαίτερου πνεύματος με τον κόσμο. Φιλικά
#60
“Ο νεορομαντισμός που διακρίνουμε συνήθως με αφέλεια στους νέους δημιουργούς ξεκινά από υγιη κριτήρια. Ως περίκλειστη αντίδραση στο αχανές καταναλωτικό σύμπαν”
Συμφωνούμε..
Αλλά δεν είναι λίγο αναχρονιστική η ανάλυση περί καταναλωτικής κοινωνίας τη στιγμή που ο καταναλωτισμός τρέφει τις λογοτεχνικές εμπνεύσεις εδώ και 30 χρόνια(βλέπε ποίηση μεταπολίτευσης, βλέπε ποίηση Μάη 68′, βλέπε Σχολή Φρανκφούρτης κ.τ.λ.)
Κι αν τελικά οι νέοι δημιουργοί ασφυκτιούν μέσα στο καταναλωτικό σύμπαν γιατί δε το συκοφαντούν αντί να κατασκευάζουν νεορομαντικά ιδεολογήματα στοιβαγμένα σε στίχους;
Και τέλοσπάντων ο σύγχρονος νεοιμπεριαλισμός υπερβαίνει κατά πολύ την παλαιότερη καταναλωτική κοινωνία στο βαθμό που το εξαγόμενο προιον σήμερα δεν είναι΄η coca cola ας πούμε αλλά οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και η αυτονομιμοποιημένη κρατική τρομοκρατία. Αυτό δεν έχει να πει τίποτα δηλαδή στις “περίκλειστες” εμπνεύσεις των νέων ποιητών μας;Τυφλοί είμαστε ή συνένοχοι;Έλεος! Ο Flaubert ανακάλυψε την ηλιθιότητα της αστικής τάξης εδώ και 2 αιώνες και ο Pasolini μας περιέγραψε πολύ καλά τη βαθιά της σήψη.Αλλά μάλλον είναι πολύ πιο εύκολη η αφέλεια από τη συνείδηση. Και αν θαυμάζουμε τον Rimbaud δεν είναι για αυτά που έγραψε αλλά για όσα δεν έγραψε!Η σιωπή του ήταν μια συνειδητή πράξη γραφής.
Δε διαφωνώ μαζί σας όπως καταλαβαίνετε αλλά με τα ιδεολογικά αντανακλαστικά της σύγχρονης δημιουργίας που δεν είναι καθόλου “υγιή” αλλά μάλλον αρρωστημένα…
@64 (“κοιτάζω τη φωτογραφία της γυναίκας με το παιδί στην αγκαλιά απ’ το σημερινό κείμενο κι έπειτα διαβάζω τα σχόλια των ποιητών μας για την ποίηση…το μόνο που νιώθω είναι μια κούραση ψυχική, ένα μούδιασμα”)
Έχει τραπεζικό λογαριασμό στην αρχική εγγραφή της σημερινής ημέρας (15 Ιανουαρίου 2010). Μπορείς να καταθέσεις λεφτά (αν δεν το έχεις ήδη κάνει). Επίσης μπορείς να πάρεις το αεροπλάνο και να πας να βοηθήσεις με οποιονδήποτε τρόπο, αλλάζοντας τις προτεραιότητες σου φυσικά. Τελός και το πιο αποτελεσματικό, μπορείς να ασκήσεις πίεση στην πολιτεία μας να υιοθετήσει χιλιάδες ορφανά από την Αϊτή και να βρει ανάδοχες οικογένειες στην Ελλάδα (τους το χρωστάμε εξάλλου από το 1822).
Για την ώρα στο Poiein δεν έχεις καν επίθετο, “Ειρήνη”.
Δυσεύρετο το αυτονόητο τελικά…..
Νίκο, την ευπρέπεια κάποιος την έχει ή δεν την έχει…δεν διδάσκεται, ούτε λογοκρίνεται…Κρίνεται αυτός που την εκφέρει…Το ΠΟΙΕΙΝ, να στο πω αλλιώς καταγράφει ήθη, έθιμα και συμπεριφορές…ένας καθρέφτης είναι…αν φταίει ο καθρέφτης, τότε φταίμε εμείς…
@ 69, Ασημίνα Ρεβύθη
για το μόνο που ανησυχώ είναι να μην έχετε/ουμε νέες εμπνεύσεις στο μέλλον. Για τίποτε άλλο. (δεν το λέω ειρωνικά)
Εμείς εδώ είμαστε. Ανοικτά όλο το 24ωρο. Και τις αργίες. Εύχομαι να σας ξαναδούμε.
@69
Υπαρχουν 2 δισεκατομμυρια διαφορετικες γεις που αναβιωνουν μεσα απ’ τα ματια του καθενος απο μας και γι’ αυτο ειναι ε-λ-α-χ-ι-σ-τ-α αυτα που μπορουν να μας κανουν να φωναξουμε το ΝΑΙ και το ΟΧΙ μ’ενα στομα.
Αυτα μπορει να ειναι μια διονυσιακη γιορτη,ενα ποιημα, ενα πανανθρωπινο αισθημα οπως ο ερωτας.
Μπορειτε να αντιληφθειτε βεβαια την αποσταση που υπαρχει αναμεσα σ’ενα ωραιο ποιημα και σ’ενα καθηλωτικο ποιημα ,και δεν αναφερομαι φυσικα στη δικη σας ποιηση αλλα στην ποιηση συνολικα απο τοτε που υπαρχει μορφικα ως τροπος εκφρασης.
Τα Αντικλειδια, το κατα τα αλλα αστικοτερο ποιημα ολων των εποχων, μπορει να περιγραψει το διαρκες αισθημα του ανεκπληρωτου της αδηφαγου ποιησης.
Γι’ αυτο λοιπον ικανοποιηθειτε απο τα παμπολλα ”ωραιο” που ακουστηκαν.
Κλεινοντας, δεν ειναι απαραιτητο να ”την κανετε”.
Ας φυγουν οι αλλοι παντως οχι εσεις. Σε εναν αυστηρα ανδροκρατουμενο, ακομα και το 2010!, κανονα ,οπως ο ποιητικος, δεν πρεπει να λακιζει πρωτα η γυναικα. Μονο εγω και η Ματα θα μεινουμε στο τελος να κανουμε διπλοβελονια.
κ. Γκολίτση, οι επιλογές που έχω κάνει στη ζωή μου , νομίζω, δεν αφορούν κανέναν παρά μόνο εμένα την ίδια. Ο καθένας κρίνεται απ’ τις πράξεις του , όχι απ’ τα λόγια του .
Κι επειδή απ’ ό,τι κατάλαβα, για να έχει κάποιος άποψη, πρέπει να έχει και ονοματεπώνυμο, δεν έχω κανένα πρόβλημα να το εκθέσω δημόσια.
Συγγνώμη αν σας έθιξα.
Ειρήνη Παραδεισανού λέγομαι , έχω μάλιστα εκτεθεί εδώ στο φιλόξενο ποιείν , εννοώ ότι έχω εκθέσει κάποια γραπτά μου ενυπόγραφα.
Mου άρεσαν οι κυματισμοί του Ανέστη Μελιδώνη.
Ασημίνα,
[…]Σε θεωρώ πολύ ιδιαίτερο και δημιουργικό άνθρωπο. Μην επιτρέπεις σε κανένα να σε επηρεάζει με τα σχόλια του ((θετικά ή αρνητικά ) προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Ήδη γνωρίζεις με τον ιδιαίτερο ψυχισμό που έχεις, ότι αυτό που έχει σημασία είναι η σχέση σου με τον κόσμο, με τον άνθρωπο και τη φθορά του και πως τελικά περνούν όλα αυτά μες στο έργο σου. Με άλλα λόγια το έργο σου πρέπει να εξαρτάται από την δημιουργικότητα σου και όχι από τα βραχυχρόνια σκαμπανεβάσματα ψυχικής χροιάς, που προκαλούνται από τα σχόλια, που μπορεί να υπερβάλουν και προς τις δύο κατευθύνσεις, προς τα πάνω και προς τα κάτω. Πάντα θυμάμαι σε τέτοιες περιπτώσεις τον Samuel Beckett, που όταν πληροφορήθηκε για τον νόμπελ λογοτεχνίας που του απονείμαν, είπε αυθόρμητα «μα αυτά τα πράγματα δεν πρέπει να έχουν επιτυχία» εννοώντας φυσικά την τραγικότητα του έργου του, που αντανακλά και υπογραμμίζει αναπαράγοντας την τραγικότητα του κόσμου. Εφόσον διέπεσαι από αυτή την τραγική αίσθηση (και πολύ καλά κάνεις, προσωπικά μου φαίνεται το μόνο φυσικό και λογικό επακόλουθο της ανθρώπινης κατάστασης) οφείλεις (οφείλουμε) να τη συνδυάζουμε με τη συστηματική καλλιέργεια της νόησης (τον στοχασμό αν θέλεις) και να παράγουμε έργο σύμφωνα με αυτό τον λεπτό, δύσκολο και ιδιαίτερο συνδυασμό.
Με τα τρία ποιήματα που διάβασα θεωρώ ήδη ότι έχεις την στόφα “πρωταθλητή”, και οφείλεις να πραγματώσεις τις δυνατότητες σου, έχοντας χρέος φυσικά μόνο προς τον εαυτό σου. Σκέψου τον Bergman, τον Ταρκόφσκι ή όποιον σημαντικό δημιουργό από οποιαδήποτε τέχνη (η τέχνη θεωρώ πως είναι μια) και αναρωτήσου κατά πόσο πραγμάτωσαν τις δυνατότητες τους, κατά πόσο «είπαν» αυτά που θεωρούσαν σημαντικά και κατά πόσο επηρεάστηκαν από τις κριτικές. Ο Ταρκόφσκι λάμβανε μέχρι και υβριστικά γράμματα μετά την προβολή του «Καθρέφτη» ιδίως, της πλέον αυτοβιογραφικής του ταινίας. Σου μιλάω για σκηνοθεσία, γιατί –μεταξύ άλλων- είναι πολύ έντονη στα ποιήματα σου, επίτευγμα πολύ σημαντικό. Λες «δεν έχει κανείς το δικαίωμα να ακυρώνει την απελπισία μου» και έχεις απόλυτο δίκαιο. Μου επιτρέπεις να σε συμβουλεύσω εδώ και να πω, πως ποτέ δεν απαντάμε σε τέτοια κακεντρεχή, άκαιρα και άστοχα σχόλια. Είναι σαν να μπαίνει ο κακόπιστος και κακοπροαίρετος θεατής στο τέλος της «Θυσίας» του Αντρέι Ταρκόφσκι και να γελά με τον «τρελό» που κυνηγούν και περιμαζεύουν οι ψυχίατροι, διαπράττοντας ύβρη, αφού δεν είναι φυσικά μες στο κλίμα αυτών που διακυβεύονται και διαδραματίζονται ή αντίστοιχα να απορεί με τους συγκλονισμένους θεατές στο τέλος της ταινίας «Η πηγή των παρθένων» του Ingmar Bergman, βλέποντας τον πατέρα γονατισμένο μπροστά στο ποτάμι, μες στο εκτυφλωτικό φως, να «μιλάει» με τον θεό και να κορυφώνεται η τραγικότητα της ανθρώπινης συνθήκης στο σημείο που λέει ότι θα σου χτίσω με τα ίδια μου τα χέρια, δείχνοντας και σφίγγοντας τα, εδώ ακριβώς πέτρινο ναό. Επίσης, παρόλο που είναι καλό να μπορεί να μιλήσει ο δημιουργός για το έργο του, σε πολλές δυστυχώς περιπτώσεις, μειώνουμε το έργο μας μιλώντας άμεσα γι’ αυτό. Το καλύτερο είναι να το γυροφέρνεις ή να μιλάς με αντιστοιχίες, όπως έκανε ο Ροντέν κι ο Σεζάν παραδείγματος χάριν.
Τα σχόλια σου στο έργο μου, τόσο στο ποιητικό όσο και το ζωγραφικό, είναι καλοδεχούμενα, επιτυχημένα και δείχνουν την καλλιέργεια σου και τον συγγενικό μας ψυχισμό. Διαφωνώ ωστόσο με την «υποβίβαση» του θανάτου σε έννοια, μπροστά στην αυτοκτονία. Παλιότερα όριζα τον θάνατο ως το τέλος των αναβολών της αυτοκτονίας. Έτσι τα κατάφερνα και πορευόμουν. Πλέον τα θεωρώ και τα δύο το ίδιο σκανδαλώδη.
[…] Θα επιθυμούσα να δω και άλλο μέρος από το έργο σου. Με χαρά θα το διαβάσω.
Επανέρχομαι στην περίπτωση της κ.Ρεβύθη. Θεωρώ δεδομένου του πλήθους και της ποιότητας -επί των πλείστων- των σχολίων που έγιναν στο ποίημα της, ότι όχι απλά ξεχώρισε στη Μικρή Ανθολογία ποιημάτων νέων συνεργατών, αλλά “δικαιούται” πλέον ξεχωριστή ανάρτηση. Ιδίως μετά την προσθήκη (εντός των σχολίων) που έκανε ο κ.Αραβανής επιβεβαιώνοντας την ποιότητα και των δύο άλλων ποιημάτων. Με φιλική πάντα διάθεση.
Κάνοντας μια αναπόληση (και πάντως όχι απολογισμό) εν τάχει του ενός χρόνου και κάτι που διαβάζω και συμμετείχα στο «ποιείν», δυο άτομα έχω αδικήσει. Το ένα, πριν αρκετούς μήνες, είναι ο Βασίλης ο Λαλιώτης με τον οποίο μίλησα τότε στο τηλέφωνο και όταν του είπα να γράψω και να παραδεχθώ το λάθος μου, μου είπε να μην το κάνεις. Εμμέσως το κάνω τώρα :-)) Το άλλο είναι η Ασημίνα και τούτο διότι μου άρεσε πολύ η ποίησή της και δεν ήθελα να διαβάσω τις επεξηγήσεις που έδωσε. Επεξηγήσεις που, στο απαλλαγμένο από χροιές, εκφράσεις προσώπου κι εντάσεις φωνής, χαρτί αποκτούν μια άλλη διάσταση που πιθανόν να μην ήταν η σκοπούμενη (για τυχόν παρεξηγήσεις δεν αναφέρομαι στην ποίηση η οποία εξ ορισμού είναι απαλλαγμένη από αυτά. Αναφέρομαι σε σχόλια, και διαλόγους γενικότερα, τα οποία πολλές φορές τα γράφουμε σα να τα μιλάμε ενώ δεν είμαι έτσι.
Ο Πέτρος, το να τον πω κ. Γκολίτση τη στιγμή που τον τελευταίο καιρό τα έχουμε πει κατ’ ιδίαν τόσες φορές θα ήταν λάθος, έχει μια αίσθηση δικαίου αρκετά αναπτυγμένη και η οποία ήταν το αίτιο της επανατοποθέτησής του στο θέμα. Αυτά.
Κυριε Μιχο τι εννοειτε λεγοντας
”Τα ψωνάκια με ιατρικές διαγνώσεις είναι για την ώρα ασυγχώρητα…:) ”
Κυριε Μιχο δεν μπορω να καταλαβω γιατι τις τελευταιες μερες φροντιζετε να μας επιδεικνυεται την πηγαια σας κακια εξφενδονιζοντας ανηλεεις κριτικες και ανεβαινοντας δεκα σκαλια πιο πανω απ’ολους ,για να μας τριψετε στα μουτρα την αξια σας. Η ποιητικη κλικα με τις λυκοφιλιες τις αλληλοδιαφημισεις και την βλακεια δεν εχει τελος. Τα υπολοιπα στις δικαστικες αιθουσες κυριε μου.
Το μιλά κανείς εξυπηρετεί βέβαια την έκφραση, αρκεί η συνεννόηση να μη καταντά μια ευχάριστη παρενέργεια. Εδώ τώρα υπηρετείται(;)η ποίηση και μέσα από σχόλια που δεν έχουν καμία σχέση με την ποίηση, σίγουρα όμως με την έκφραση. Κι αν λάβουμε υπόψη ότι το οπτικό κέντρο βρίσκεται πιο κοντά στον εγκέφαλο από ότι τα δάχτυλα στον υπολογιστή, τότε το κάρφωμα στην οθόνη επισύρει σοβαρές συνέπειες για όσους επικοινωνούν για να εκφραστούν μέσα από αυτή. Με άλλα λόγια, μπορεί να γίνει ανυποψίαστη αιτία παρεξηγήσεων, όπως ομολογουμένως φαίνεται.
Αλλά ούτε κι αυτό είναι ιδιαίτερα σοβαρό, όπως αποδεικνύεται, φτάνει να το θεωρούμε ως τέτοιο. Μίλησα σα τον Βέλτσο…αλλά και σ’ αυτό το τελευταίο αστειεύομαι.
@73 Λαμπρινή
Όταν δεν μπορούμε να μιλάμε με ποιητικούς όρους μιλάμε με δικανικούς. Έχετε δίκιο.
Κρατάμε το σχόλιό σας ως απειλή.
@75 Οσον καιρο σχολιαζω στο ποιειν σχολιαζω με καθαρα ποιητικα κριτηρια .Πχ τα ποιηματα του κυριου Μουζακη δεν μου αρεσαν και ειπα τη γνωμη μου. Δεν χαρακτηρισα τον κυριο Μουζακη (γενικα μιλω φυσικα και οχι συγκεκριμενα για τον κυριο Μουζακη) και δεν προσεβαλλα την προσωπικοτητα του μεταπηδωντας σε αλλα χωραφια που δεν εχουν ουδεμια σχεση μ’αυτο που βλεπω και μ’αυτο που εκτιθεται. Μπορει να μην επιδιδομαι σε πολυλογες αναρτησεις και σχολιασμους αλα καθηγητριουλα αλλα δεν παυω να αναφερομαι ΠΑΝΤΑ στο αντικειμενο που μου δινεται προς σχολιασμο. Δεν βλεπω ομως να συμβαινει το ιδιο και απ’ τους κυριους.Και η αποδειξη ειναι πως τα κρουσματα ειναι παμπολλα. Μην το εκλαμβανετε ως απειλη αλλα ως γεγονος,γιατι αυτα που ακουω εδω και μερες, και επιλεγω να μην τα σχολιαζω για να μην πυροδοτησω την κατασταση, ειναι ανω ποταμων. Ο κυριος Μιχος ας ξεσπασει αλλου την κακια και τον φοβερο κομπλεξισμο του.
Επιλέγετε τη συνέχεια στις δικαστικές αίθουσες, λοιπόν. Ας μη συνεχίσουμε το θέμα εδώ.
Ως προς τα κρούσματα, έχετε δίκιο. Έχει γίνει εκκαθαρισμός σχολίων χωρίς διακρίσεις.
Και συνεχίζουμε ως μαθημένα βουνά.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες καταρρέει η εξαιρετική δυνατότητα που παρέχει το Ποιείν στους δημόσιους διαξιφισμούς και σε πάσης φύσεως ανταλλαγές απόψεων.
Αν υπάρχει κάποιος που πιστεύει πως έχει το πάνω χέρι, υπό την έννοια μιας κριτικής υπεροχής, μπορεί να την εκφράζει, αλλά θα αποδείξει την πραγματική της αξία βάζοντας πρώτος μια τελεία όταν πρέπει. Υπάρχει εξάλλου και η ευγενική αποχώρηση που λειτουργεί πάντοτε υπέρ της διατήρησης ενός κλίματος που αποτρέπει να φτάσει κανείς σε πραγματικά άκρα.
Μπαίνω (και βγαίνω) πάντως σε δυσάρεστες σκέψεις, γιατί ασχέτως σύγκλισης με όλα όσα έχουν εκφράσει, η Μάτα Χάρι και η Λαμπρινή προσέφεραν πραγματική διάνοιξη στον ορίζοντα των σχολιασμών. Κάθε μετωπική ρίξη που δέχονται λοιπόν, τουλάχιστον εγώ, την θεωρώ καθαρή ανοησία / τόσο ως αντιμετώπιση όσο και ως έλλειψη σοβαρότητας απέναντι σε σημαντικά πράγματα που πάντοτε θίγουν.
Ως ένα βαθμό όλοι όσοι σχολιάζουν στο Ποιείν δεν καταλαβαίνουν απολύτως. Αλλά σημασία εδώ έχει να κατασταλάζει κάτι που υπόσχεται περαιτέρω, και αυτό είναι υπεραρκετό. Δεν είναι δυνατό τα σχόλια να αντιμετίζονται ώς αποσπάσματα βιβλίων ή τετελεσμένων συλλογισμών.
Ας γίνουν, ή, να γίνουν. Αλλά κάθε ένας έχει την αρχή και το τέλος του.
Ο υστερικός λόγος που προσπαθεί να ελκύσει τον άλλον είναι ένα θέμα χωρίς αμφιβολία.
Όπως ένα θέμα είναι ο λόγος εκείνου που γράφει προσπαθώντας μάταια να απευθυνθεί στον άλλο ενώ αισθάνεται ότι ο άλλος ήδη γνωρίζει αυτό που θα γραφτεί.
Mαρτύριο να απευθύνεσαι στον εαυτό σου σαν να είναι άλλος.
Στο προκείμενο…δεν έχω κανένα πρόβλημα με κείνους ή εκείνες που με αντιπαθούν. Η άποψη της κ. Κωστοπούλου ας πούμε είναι καθ’ όλα σεβαστή. Νερό στο μύλο των ποιητών που εκθέτουν τη δουλειά τους ρίχνουν οι σχολιαστές. Ο κάθε ποιητής αποφασίζει τι θα κρατήσει και τι όχι. Ο κάθε σχολιαστής επίσης. Αν μου καταλογίζεται κακή προαίρεση στα σχόλια, ήδη αυτό αποτελεί για κάποιους ένα λόγο να μην με λαμβάνουν υπ’ όψη τους. Είναι απλό.
Δε βλέπω κάποιο πρόβλημα εδώ.
Όλα παίζουν / αγρίως ή με ηρεμία. Τουτέστιν ο καθένας του δίνει να καταλάβει, που λέμε. Pροσωπικά δέχομαι ακόμη και τον διαδικτυακό καυγά, αλλά κάποια στιγμή τελεία βουλοκέρι.
Τι λέει, τι εννοεί, και τι βαρύτητα έχει αυτό που ο καθένας λέει, δεν πρόκειται ΟΥΔΕΠΟΤΕ να φανεί ουσιαστικά μέσα στο Ποιείν. Θα φανεί στα πάσης φύσεως έργα του όταν θα τρώγεται το τελευταίο νύχι από κάποιο σκουλήκι.
Αναρωτιέμαι γιατί δεν διοργανώνονται μαζώξεις πού κια πού, ώστε να λάβει άλλες διαστάσεις το πράγμα.
Εμένα πάντως το σπίτι μου προσφέρεται….
:))
Συνυπογράφω με όλα τα δάχτυλα και τα νύχια μου, Γιάννη.
Και επειδή μας έδωσες εν αγνοία σου ωραία πάσα: ναι, σιγά σιγά ας ετοιμαζόμαστε για εαρινές μαζώξεις…έρχονται νεώτερα σε λίγο καιρό…
Περιμένουμε όμως και δικές σας προτάσεις/ πρωτοβουλίες/θεματικές εκδηλώσεων.
Μόνο ποιήματα προς κρίση ξέρετε να στέλνετε; 🙂
bravo re asimina! pragmatika me enthousiases, sinexise etsi kai tha pas poli mprosta!!! ate kai eis anwtera…
παιδια
ειναι καιρος που γραφω και εγω
τις δυσκολες βραδυνες ωρες
θα ηθελα την γνωμη σας
συγγνωμη για την ενοχληση
ι ζαρας
Συνέχισε να γράφεις…
Ως μία συνέχεια του τελευταίου
σχολίου , του σχολιαστή:
Το κουράγιο το έχω . Ο φόβος
είναι που με ……λοιδορεί !!
Είναι Ζάρας το επώνυμό σου Τυρταίε;
Στο φίλο μου σχολιαστή
Προχωρώ
Αθήνα 17/6/10
Γέρνει ο ήλιος προς το γιόμα
και ’γω γυρνώ σε αναμνήσεις
ανάμικτες με τύψεις .
Τρέχει η μέρα για να σβήσει
της μνήμης να γυρίσει
σελίδα από θλίψεις .
Έρχεται η νύκτα να προλάβει
αμφιβολίες να προβάλει
σαν απ’ αυτές που τριγυρνάνε
και την καρδιά τρυπάνε
ύπουλα μουλωχτά .
Σαν απ’ αυτές που σου θυμίζουν
πως πίσω δεν γυρίζουν
νιότη και ξεγνοιασιά.
Προχωρώ
Πίσω μου δεν κοιτώ
Προσπαθώ
Ν’ αφήσω του χθες
τα κιτάπια .
Μια αγκαλιά αστέρια
κ ένα θρόισμα
από φτερά πουλιών η αγκαλιά σου
πάλι σ ονειρεύτηκα
σ ένα άκαρδο ψιλόβροχο
βράδυ με το έφηβο βλέμμα σου
να σε κοιτώ κ ντροπιάστηκαν
τ αστέρια
σ αγαπώ μάτια μου
είσαι τόσο καινούργια κ όμορφη
γονατίζω στα χείλη σου
κ ακουμπώ την ψυχή μου
κ ανασαίνω ξέγνοιαστα
ζωγραφίζοντας αγγέλους
κ φιλήματα
αυτό το βράδυ
τα μεθυστικά χείλη σπαράσσονται
εκχωρώντας την δύναμη του ονείρου
τα βλέμματα αγκαλιάζονται
τα σώματα
συστρέφονται μέσα στον πόθο
των παιδικών τους χρόνων
έτσι σμιλευτήκαν τα σώματα
με ξέγνοιαστα χάδια κ αγκάλιασμα
πανάκριβων αισθήσεων
έξω παλιά αλήτικα τραγούδια λαϊκά
σεργιανίζονται άσκοπα
και χάνονται μέσα στο ήρεμο
φως των αστεριών
και εγώ παλεύω με
μισοτελειωμένους στοίχους
μεγαλωμένους σε χέρια παιδικά
μιας ήρεμης πολίχνης
ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ
Για να αντέχω τα νυχτερινά όψιμα όνειρα μου γράφω
Είναι που οι τρεμάμενοι προβολείς αυτής της υγρής νύχτας
τυφλώνουν τα όνειρά μου
με αποπαίρνουν κ χάνονται
Είναι που από καιρό ματώνει η ψυχή μου μες την νηνεμία της σιωπής
και ο καημός ξεσπά κ ταράσσεται
κ ο κόσμος γεμίζει απόντες και χάνομαι.
Είναι που ήμουν από πρόθεση αφελής και πίστεψα τα καλοκαιρινά
έναστρα βράδια
κ δόθηκα κ ξοδεύτηκα κ πόνεσα κ πάλι από την αρχή
Είναι πού σκύβει το φως στα κατάλοιπά του
κ οι ακτίνες πνίγονται στον πικρό τους πόνο
και δοξάζονται
Είναι που τάχα το φως δειλιάζει να σκύψει εντός μου κ γκρεμίζεται..
Είναι που τα βουνά της νύχτας γέμισαν σιωπή τρεμάμενη κ θολά
νυχτερινά αντικρίσματα
Είναι πού οι βραδινές προθήκες στολίζονται φτηνά , τόσο τεχνητά που κάθε τόσο τα αδέσποτα άστρα πληγώνονται σε γκρίζους ξεχασμένους ουρανούς
κ έτσι μισοπαγωμένα τον τελευταίο τους έρωτα θρηνούν
Είναι που τα πρωινά εγκαταλείπουν συχνότατα τα όνειρά τους
κ ότι τους δοθεί θα το δεχτούν ζητώντας την άδεια του ορίου
κ η έκκλησης μου ζωγραφίζει μάταια πρωινές ανάσες κ αρώματα
Ακόμα ελπίζω στο φώς των παιδικών μου χρόνων
στις παλιές φωτογραφίες κ στα θαύματα …
κ ονειρεύομαι μέσα σε αποκριάτικα δρομάκια βραδινών ασμάτων
Αν και έχει περάσει πάρα πολύς καιρός από την συγκεκριμένη ανάρτηση, θα κάνω ένα σχόλιο που μάλλον θα έπρεπε να είχα κάνει τότε, αν είχα το απαραίτητο θάρρος ή την απαραίτητη εξυπνάδα. Ίσως προλαβαίνω ακόμη να περισώσω κάτι.
Το “μην αφήνεις την ομορφιά να σε ξαφνιάσει” προέρχεται από τη μικρή συλλογή “αποστροφές”, η οποία εκδόθηκε ιδιωτικά το 2005, και είναι διαθέσιμη προς ανάγνωση στο http://toutios.wordpress.com. Το συγκεκριμένο ποίημα αποτελεί, με διαφορά, την πιο “λυρική” στιγμή της συλλογής.
Στον Σπύρο Αραβάνη είχα στείλει τέσσερα ποιήματα, τα οποία, αν διαβαζόταν συνολικά, θα έδιναν μια αρκετά ενδεικτική εικόνα του τι συμβαίνει στις “αποστροφές”. Δυστυχώς, δημοσιεύτηκε μόνο το ένα.