Ρήγμα στον κρόταφο
Με τι ακόμα να μετρούσα της γενιάς μου
το εμβαδόν;
Με τι άλλο.
Ο πλανήτης έτριζε από αιμοφιλία
απʼ της γενιάς μου όλα τα έναστρα
τις εννιά στοίβες όνειρα που έδωσα
όλα σπάνιες πέτρες
να φύγει ο κόμπος στο λαιμό.
Ο πλανήτης έτριζε
με τις περήφανες σιωπές μου
τα συνομήλικα μου σχήματα τις φωταψίες
τα μανάλια που
ακόμα φέγγουνε όλα σʼ εκκλησιές κρυφές.
Όμως το ρήγμα στον κρόταφο
απʼ τη ριπή σου πίκρα
εννιά μίλια ρήγμα η διάψευση
στον κρόταφο.
Χάθηκες μέσα σε κάτι άσπρο
Η φλόγα κόρωσε μόλις αγγίξανε δυο σύμφωνα
ο δρόμος στένευε με λέξεις ψόφιες
που μυρίζανε.
Χάθηκες μέσα σε κάτι άσπρο.
Τοίχοι, αφίσες, η πρώτη του μονόπρακτου:
ΘΑΝΑΤΟΣ ΠΑΝΤΕΠΟΠΤΗΣ
Σκεφτόμουνα πλάι σε ρουμπινέτα
το πρόβλημα του Αίγισθου:
διαβήτες, Κλυταιμνήστρες, τρίγωνα
τα τσιγάρα μου που τελείωσαν
το πρόβλημα της αποχέτευσης
σε διαμερίσματα Ερινύων
το δυσκίνητο λεωφορείο
ΑΝΩ ΛΙΟΣΑ – ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
το κοφτερό τσεκούρι
η μόνη λύση σε Μυκήνες.
Κόφʼ το λοιπόν να τελειώνουμε.
Η φυλή μου εμένα με το ανέφικτο
Ο στόμφος εκούρασε• σύμφωνοι.
Το θάμπος δυνάστεψε, του λόγου,
ως την παραμόρφωση•
και πάλι σύμφωνοι.
Άσχετο που με του αστούς μακάρια πια
παρακμάζει• σωστά.
Λένε σε τόνο χαμηλό εξομολόγησης
– συγγνώμη• ποιος τάχα δεν πρέπει νʼ ακούει τώρα;
Μη διακόπτεις• λοιπόν είπαμε σε τόνο χαμηλό
για τη βαθιά πληγή να λέμε,
αν πρέπει σώνει και καλά να λες για δαύτην,
κι ας είναι άβυσσο
κι ας είναι από σκοτάδι πιο άρρητη.
Χα…
Μα η φυλή μου εμένα
που νύχτα μονομαχεί και μέρα με το ανέφικτο;
και που ανηφορίζει;
Κι ακόμα του κρανίου τόπο ανήφορο κι ακόμα;
Σε τόνο χαμηλό τι θʼ ακουστεί;
Ποιος τάχα δεν πρέπει νʼ ακούει τώρα;
Αφήνω που, αυτό μας έλλειπε,
θʼ ακούγεται ωσάν ευχαριστώ
στον εξοχότατο κανάγια.
Λέγοντας πέτρες
Αλλιώς δε γίνονταν ως φαίνεται.
Αρχή αρχή ακέραιος και βόνασος
ύστερα χίλια κομμάτια με την άρνηση
κλασματικός ακόμα υπήρχες
συνεχίστηκες σημάδι από πουλιά
ή τρία δάχτυλα
σμιχτά του μόσχου χαράζοντας γητειές
κʼ ευθείες κάθετες, ώσπου χαμήλωνες
τσακίδια και μαδάρες καταμεσί των αριθμών
ώσπου μετριόσουνα
μετριόσουνα που δεν έλεε να σωπάσεις…
… χαρτογραφούσες τον πηλό αυτόν το δαίμονα
τη φτερούγα μέσα σου που έτρεμε κʼ εμίλειε
λέγοντας πέτρα περπατώντας θάματα
φωνάζοντας: σώστε το παράλογο
το άλλο σας εντόσθιο που άρπαξε το σκυλί
και χάθηκε προς τα οινόφυτα του γαλαξία…
Όλην τη νύχτα τουφεκούσες ένα φεγγάρι
κόκκινο•
το πρωί σε βρήκανε μες στʼ αποτσίγαρα.
Τροχιά
Τώρα μεσʼ απʼ το στήθος μου περνάς
με ανοίγματα ερημιάς
αφήνοντας χρυσά νομίσματα
σαν ήλιος μεσʼ από κοφίνια
που τα ξεπάτωσε η σιωπή,
αμνημόνευτη αλλιώς σʼ αυτούς τους τόπους.
Για κείνο το άσπρο ανάμεσα του τρία
και του τέσσερα χρεώθηκα βροχές
το αίμα δυο ασβών πίσω από σκοίνα
και μια γονυκλισία μέρες του Ακαθίστου,
να μην είναι θάνατος ούτε ενωμοτία
του Σεπτέμβρη
ούτε η μπόλια του μεσημεριού
απλωμένη ανάμεσα του ύπνου των αλόγων.
Έτσι θα περιμένεις Μάη Ιούλιο
ίσως και Αύγουστο
κάνε δυο δεκαετίες με κολεόπτερα και βάλε
μπορεί και αιώνα
μήγαρις βγω από νερά αλλοιωμένος
και γίνει φως και γίνει σκότος
ημέρα πρώτη της δημιουργίας.
(Σε συνεργασία με το ιστολόγιο “κενός τίτλος”)
ο Κακναβάτος,ένα παράδειγμα εξαίρετου χειριστή του λόγου όπου το λυρικό απουσιάζει και συνάμα η συμμετρία και η αρμονία των ήχων του εντυπωσιάζει.
καλή σας μέρα.
Fuga. Αθήνα, Κείμενα, 1972. Σελ. 32
Ο Έκτωρ Κακναβάτος και η “Fuga” του, που κάποιοι θηριοδαμαστές θαυμαστές είδα τελευταία να τη χαρακτηρίζουν εν πλήρει αθωότητι “πρωτόλεια”, είναι μεν ανυπότακτα υπερρεαλιστές, με την έννοια όμως που είναι ως εκ της φύσεώς του υπερρεαλιστικός ο ελληνικός λόγος, υπερρεαλιστικό το ελληνικό κλίμα κι η ελληνική θάλασσα με τα φύκια της που δεν έμεινε “μενουέτο θαλασσινό” να μην το χορεύουνε. Και με την έννοια επίσης που όλες οι “περιπολίες του ονείρου”, όπως μας λέει σε μιαν επόμενη συλλογή, τη “Διασπορά”, παραδίδουν “τα κλειστά τους παράθυρα στον όρθρο”. Αυτά τα θεωρώ εγώ ωραίες πρωτοβουλίες της ποιήσεως, ουσιώδη τεχνάσματα με τα οποία η ποίηση υποστυλώνει τη ζωή, καίρια σύναξη λέξεων δια της οποίας η ποιητική τέχνη υπηρετεί τον πατροπαράδοτο ρόλο της: να συμπαρίσταται στον “πόνο των πραγμάτων”, να σηκώνει το πένθος, να αναλαμβάνει με την ιαματική ηδύτητά της το μετερίζι που αφήνει πίσω της φεύγοντας απ’ τα ανθρώπινα υποκείμενα η ωμή ύλη κι εγκαταλείποντάς τα στο έλεος της γλώσσας… Στίχους όπως “Που είναι μια φλόγα / να μας χαρίσει / την ησυχία της τέφρας!”, τους θεωρώ άσο στο μανίκι του πανδαμάτορος λόγου, του λόγου που εκμεταλλεύεται για λογαριασμό της υποκειμενικότητας την εφεύρεση της γλώσσας.
Μάριος Μαρκίδης
Ποιητής, ψυχίατρος, δημοσιογράφος
Περιοδικό ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ, Νο 5
10-12/1994
Ο Κακναβάτος, ένα από τα λιγοστά μνημεία.
Ασχέτως του υπερ-ρεαλιστικού στοιχείου, από τους ελάχιστους που χρησιμοποίησαν την γλώσσα για να βγουν από την γλώσσα.
Στην επίσημη και ανεπίσημη αφάνεια – μα πώς αλλιώς να γινόταν αφού ευλογάμε την παράταξη και την παράθεση της γραφής με τα στυλομόλυβα της δειλίας και το ενάρετον της ανώτατης εκπαίδευσης…
Ζουμερά ονόματα.
Μ’ αρέσει όμως ο συγκεκριμένος. Πιο πολύ γιατί ικανοποιεί σε πολλά σημεία τις ενδόμυχες ματαιοδοξίες μου.
Μένω:
“Όμως το ρήγμα στον κρόταφο
απʼ τη ριπή σου πίκρα
εννιά μίλια ρήγμα η διάψευση
στον κρόταφο.”
“αρτογραφούσες τον πηλό αυτόν το δαίμονα
τη φτερούγα μέσα σου που έτρεμε κʼ εμίλειε
λέγοντας πέτρα περπατώντας θάματα”
“Όλην τη νύχτα τουφεκούσες ένα φεγγάρι
κόκκινο•
το πρωί σε βρήκανε μες στʼ αποτσίγαρα.”
Αντισυμβατικός ποιητικός λόγος, σε απόσταση από την τάση του Ελύτη για “ελληνικό υπερρεαλισμό”, ήδη από τη συλλογή Fuga, όπως μας θύμησε το σχόλιο του Β.Λοϊζίδη.
Με την ευκαιρία, μήπως κάποιος γνωρίζει αν [και πού] αναδημοσιεύτηκε το κείμενο των Κακναβάτου και Δ.Παπαδίτσα “Μια θέση και μια έφοδος” [περιοδικό Νεανική Φωνή, τχ. 7, Ιούνιος 1944, πληροφορία Αλεξ. Αργυρίου], ως ένα είδος μανιφέστου των ποιητικών προτάσεων και των καλλιτεχνικών τους αξιώσεων.
Ας θυμίσω και λίγους στίχους από το ποίημα
Όπως ο Αίας
[…]Κλείστε τις ποριές, όχι άλλοι «σωτήρες»∙
μεσολάβησαν τα Τρωικά. Ο λόγος μου
δίχως πια τα άμφιά του, γυμνός
όπως η πότνια βάτος
αναθρώσκοντας τα που του σφίγγανε το
υπογάστριο
«ιερά, εθνικά» και άλλα τέτοια χάχανα
χύθηκε κατεπάνω στο μαχαίρι του
όπως ο Αίας.
Καλημέρα σας,
κύριε ‘Εκτορα Κακναβάτε Ad prepetium,
Ω εσείς μαθηματικέ της ποίησης!
Κώστας Ρεούσης & Υ.Φ.Λ.
!*!
Συγχωρήστε με, όμως τι σημαίνει η φράση “ad prepetium”;
(Είναι ωραία, πραγματικά, τα λατινικά και πολλά επιτρέπει ο υπερρεαλισμός – αλλά όλα; )
Κύριε Λυκοτραφίτη καλησπέρα σας,
Μία ποιητική συλλογή του κύριου Έκτορα Κακναβάτου είναι. Ίσως να έχω κάνει λάθ(λ)ος στην ορθογραφία της. Ad… In… ?
Με εκτίμηση
Κώστας Ρεούσης & Υ.Φ.Λ.
!*!
Έχετε δίκιο, ευχαριστώ που μου το θυμίσατε.
Βέβαια, εκείνα τα δύο γραμματάκια θα υποψιάζεστε πόσα πολλά πράγματα μπορούν ν’ αλλάξουν…
Καλησπέρα και σε εσάς κύριε Μίχο,
Εντάξει λάθ(λο)ς έκανα…
Ad perpetuum & In perpetuum.
Με εκτίμηση
Κώστας Ρεούσης & Υ.Φ.Λ.
!*!