Σε συνεργασία με το ιστολόγιο “κενός τίτλος”
Το αίνιγμα
Η ρίζα ενός δέντρου μου τρώει το σχήμα
Μια πέτρα μου αγκυλώνει το δάχτυλο
Και μου γδέρνει το μυαλό
Τα μάτια μου γίνονται παρανάλωμα των φύλλων
Κουκουβάγιες τρυπώνουν μες στα ματόκλαδά μου
Τα βήματά μου αυτοκαταλύονται κατασταλάζουν
Γίνονται στόματα μες στα μνημεία των θάμνων
Μια πεταλούδα απομυζάει όλο μου το είναι
Τα ρουθούνια μου βγάζουν σπίθες και καπνούς
Όπως οι δράκοι που ήταν κοράλλια τον παλιό καιρό
Είναι όπως το γαϊδουράγκαθο μέσα στα χόρτα
Οι στρόβιλοι με ξεχνούν και μ΄ απαρνιούνται
Τα λουλούδια μου βγάζουν τη γλώσσα
Τα πεζούλια με υποσκελίζουν
Μισώ τα ελατήρια και εξαργυρώνω τη θέλησή τους
Είμαι ο χαϊδεμένος των κυμάτων όπως τα βότσαλα
Αρνήθηκα να υποχωρήσω μπροστά στον άνεμο
Να λιώσω μες στα καμίνια των λουτρών της ζέστης
Να καώ με τα κάρβουνα σαν καβούρι
Κάνω υπεράνθρωπες προσπάθειες να μιλήσω
Να σώσω τον εαυτό μου
Από την πυρκαγιά που μόνος μου άναψα
Λάμπω σαν το διαμάντι αλλά δεν είμαι άστρο
Τι είμαι λοιπόν αν δεν είμαι αυτό που είμαι
Ουράνιο σώμα ή γήινο, στερεό, υγρό ή αέρινο;
Άγραφη γραφή
Άκουσα να μιλάν με τόνους τραγωδίας σε σαλόνια του1880
Ν΄ αναστενάζουν σ΄ ένα υπνοδωμάτιο ξενοδοχείου αριθμ. 12
Είδα να τρέχει μια γυμνή στο τρίτο πάτωμα του μυαλού μου
Να μουγκρίζουνε δυο τέρατα ανθρωπόμορφα
Να την προκαλούνε – καθώς περνούσε – αδιάντροπα
Χτυπώντας ρυθμικά το πάτωμα με τις ουρές τους
Όταν έπεφτε ψιλή ψιλή βροχή
Στάχτη από ηφαίστειο στόμα γυναικείο
Κράτησα το χέρι ενός τρελόπαιδου που ξεψυχούσε
Στεφάνωσα το αγαπημένο μέτωπο
Με λίγα ξερά και άδεια λόγια παρηγοριάς
(Δε θυμάμαι αν ήταν κορίτσι ή αγόρι
Ο αδικοσκοτωμένος σʼ ένα κομμάτι γης 2×1 ½ μ.)
Τρεις αιώνες πέρασαν πριν γίνουν όλα αυτά
Πριν νʼ αντιγράψω σʼ ένα τετράδιο καθαρό
Τους θρήνους μιας απαρνημένης
Το κλάμα ενός νεογέννητου παιδιού
Ταφές ανθρώπων ζωντανών – νεκρών που ξαναζωντανεύουν
Σχήματα μεταξωτά που αναδιπλώνονται
Ένα πλάσμα που φοβόταν νʼ αγαπήσει
Κομμάτι μάρμαρο από σάρκα
Και τη γραφή την άγραφη
Που είδα γραμμένη στʼ όνειρό μου
Με γράμματα φωτιάς που καίγαν το χαρτί
Το ʽνα μέσα στʼ άλλο
Τα πάντα αλλάζουνε γίνονται το ʽνα τʼ άλλο
Τα ξύλα γίνονται πέτρες τα δέντρα σύννεφα
Οι γυναίκες άντρες τα φύλλα θάλασσες
Τα φτερά πηγάδια τα μάτια αέρας
Τα σερτάρια μέταλλα τα λουλούδια νους
Τα γράμματα και οι γραφές γίνονται
Αναλφάβητα τ΄ ωραίο γίνεται κτήνος
Τʼ αρσενικό ουδέτερο το μυστήριο φανερώνεται
Η ελπίδα τυφλώνεται όπως ο πλούτος
Τα πάντα είναι τηλεσκόπια και τίποτα δεν είναι
Σίγουρο ότι θα γίνει ή δε θα γίνει
Όλα είναι το ένα μέσα στ΄ άλλο πέτρες
Ποτάμια τρέχουνε από τα δάχτυλά του
Οι λέξεις τους είναι τουλίπες
Η αγάπη του είναι στέρνα είναι τραπέζι
Μια πολυθρόνα κάθεται μες στο δεξί του μάτι
Το περιβόλι του παραθυριού είναι ένα
Κοιμητήριο φύλλων η αγορά είναι παρθένα
Και η δροσιά του δειλινού μια στραβοτιμονιά
Μια βελόνα τεντώνει την κλωστή της ώσπου να σπάσει
Ένα πόδι μασάει την αλυσίδα του ένας χαρταετός
Γίνεται σκύλος και δαγκώνει όποιον έτυχε να περάσει
Ένα παιδί ορφανό γίνεται η μητέρα ενός άλλου
Ένας τίτλος γίνεται άπορος και παντρεύεται
Ό,τι υπάρχει ζει, τα μέταλλα μέσα στη γη
Οι πέτρες μες στο χώμα, απόδειξη πως μαραίνονται
Άμα τα ξεριζώσεις ο κόσμος είναι τρομερός
Δανείζει και δανείζεται αλλάζει χρώμα
Δε λέγεται πια όπως λέγεται είναι
Τέρας χελώνα ντιβάνι καναπές μπούτι γκαζιέρα
Και μαλλί ξανθό γύρω από ένα γυναικείο φύλο
Τα τρία τέταρτα της ζωής μου
Στον Τάσο Δενέγρη
Μέσα στης γης τα χάσματα και την επιδερμίδα
Άγνωστες ποσότητες σπανίων ορυκτών
Τοποθετημένα σαν κεφάλαια σʼ επίκαιρα σημεία
Μια γενειάδα ακολουθεί την άλλη αστραπιαία
Χώρες αλλάζουν χέρια εμβαδόν υψόμετρο
Ονόματα πόλεως γίνονται χερσόνησοι
Τοποθεσίες πολυάνθρωπες γίνονται θάλασσες
Ποτάμια δανείζονται τις κοίτες των άλλων ποταμών
Λόφοι παραμερίζονται από ζηλότυπα βουνά
Πολυτελή ανάκτορα ερημώνονται και καταντούν υπόγεια
Άνθρωποι σοφοί ξαναμωραίνονται
Και το μυαλό τους εξατμίζεται στο χάος το απληροφόρητο
Ξύλινα σπίτια τοποθετημένα σε νέες διασταυρώσεις
Γίνονται θύματα της πυρκαγιάς ερωτικών διαθέσεων
Γέφυρες υποτάσσονται στους πεζούς
Φέρετρα στοιβάζονται γιατί όλοι τώρα
Καίνε τους « πρώην» τους με αρώματα
Σε κλίβανους ατομικούς
Κατεψυγμένοι εγκέφαλοι σκέπτονται στις βιβλιοθήκες
Κύριοι φρακοφόροι μελετούν τις αντιδράσεις τους
Σεξουαλικές ανωμαλίες
Γίνονται «Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου»
Όργανα της τάξης αλλάζουν φύλο καθημερινά
Όργια σε ρωμαϊκές βίλες
Παίρνουν τον χαρακτήρα
Μιας σφαγής συνειδήσεων
Εξαγορασμένη τρυφερότητα φτάνει ως τα πεζοδρόμια
Στο μεταξύ τα πόδια μου
Είναι από άμμο κι από μαργαρίνη
Τα χέρια μου είναι από φτερά πουλιών
Το κεφάλι μου είναι βιδωτό
Το στόμα μου αναβοσβήνει
Όπως τα φώτα της κυκλοφορίας
Κόκκινο πράσινο κίτρινο κόκκινο καφέ…
Τα λόγια μου ταχυδρομούνται
Σε στοίβες εκατομμυρίων
Κλείνω τ΄ αυτιά μου για να μην ακούγονται
Τα παράπονα των ταχυδρόμων
Ένας ταμίας που κατάκλεψε μια Τράπεζα
Ομολογεί τα πάντα σ΄ ένα μέντιουμ
Που πάει να τον καταγγείλει στην αστυνομία
Μια νεράιδα ντύνεται στο σεληνόφως
Μια γυναίκα στου Dior – εγώ δεν ντύνομαι
Πουθενά – μένω γυμνός –
Το σπίτι μου είναι ο παράδεισος των ανωμάλων έλξεων
Μόνο στραβόξυλα περνούν για διαβατήρια
Μόνο χαμόγελα έχουν μια γεύση υπόξινη
Μόνον οι βάσεις και τα οξέα
Ξέρουν τι σημαίνουν οι συνθέσεις
Που μοιράζονται τα ηλεκτρόνιά τους με άλλα άτομα-
Όλο το 24ωρο
Μισός αιώνας απογεύματα με τη γιαγιά μου
Σύννεφα σαύρες παρδαλές και άλλα τέρατα
Κορίτσια ελαφρόμυαλα σαν τα σπουργίτια
Με βάδισμα ενοχοποιητικό μες στα παλτά τους
Ένα σεντόνι ερημιάς πάνω στο πρόσωπό μου
Συναντήσεις καθημερινές σαν γκρεμισμένες εκκλησίες
Λιμουζίνες με περίεργες βλοσυρές εκφράσεις στο τιμόνι
Άγνωστοι στις γωνίες των δρόμων περιμένοντας
Άγνωστες που περνάνε στον πληθυντικό
Ζαχαροπλαστεία γεμάτα ερωτηματικές ματιές
Φάρμακα αντίδοτα για αισθήματα ασφυξίας
Ώρες που δεν ξανάρχονται και καφενεία φαντάσματα
Ξύπνημα πρωινό βαρύ ασήκωτο ή ευδιάθετο
Ξεκίνημα για μιας καρδιάς την πόρτα τη στενή
Αλλά κανείς στο σπίτι που είπανε πως έμενε
Τρελή Σουηδέζα με μάτια σα φανάρια
Αγώνες για τη Δημοκρατία αγώνες δρόμου και αγωνία
Μισός αιώνας παρά τέταρτο και κάτι ακόμα παραλίγο επάνω μου.
*Η συλλογή τελικά κυκλοφόρησε πρώτα στο San Francisco το 1977.
Ο ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ ΠΑΣΑΜΙΧΑΛΗ
«Εγώ διαισθανόμουν ότι θα έχουμε ταραχές. Το πίστευα από καιρό και το είχα πεί ότι δεν θα περάσουμε τον χειμώνα ήρεμα . Διότι υπάρχει οικονομική δυσπραγία, από μία απερίσκεπτη ένωση με το ευρώ που έγινε πιο νωρίς από ό,τι έπρεπε. Αυτά είναι μηνύματα που τα εισπράττει κανείς όχι μόνο στο συνειδητό αλλά και συναισθηματικά. Τα αισθάνεται στην ατμόσφαιρα. Η ατμόσφαιρα μετατρέπεται σε γλώσσα. Το ποίημα λειτουργεί σαν βαρόμετρο. Αυτή είναι η λειτουργία της ποίησης.»
Μέσα σε μία φράση ο ποιητής και συγγραφέας Νάνος Βαλαωρίτης, δισέγγονος του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, συμπυκνώνει, μιλώντας στον «Ε.Τ.» τη δική του εικόνα για τα πρόσφατα δραματικά γεγονότα και την αντίδραση των νέων.
Ο διακεκριμένος στην Ελλάδα και στο εξωτερικό λογοτέχνης που έχει τιμηθεί δύο φορές με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης αλλά και το Βραβείο της Αμερικανικής National Poetry Association (1996) συζήτησε μαζί μας για τον πολυσυζητημένο ρόλο των πνευματικών ανθρώπων στις κοινωνικές κρίσεις, για την εσωστρέφεια της λογοτεχνίας, για τον μηδενισμό των νέων, αλλά και για τον Μάη του ΄68 τον οποίο ο ίδιος έζησε αφού την περίοδο εκείνη ήταν στη Γαλλία.
-Υπάρχει η αίσθηση ότι ο πνευματικός κόσμος κωφεύει στα κοινωνικά μηνύματα. Την συμμερίζεσθε;
Κωφεύει διότι μη νομίζετε ότι οι συγγραφείς ασχολούνται με τα κοινά και τα δημόσια. Ιδιωτεύουν. Είναι στραμένοι στον εαυτό τους. Ναρκισεύονται και τα λοιπά,. Δεν ενδιαφέρονται και πολύ για το τι συμβαίνει γύρω τους. Ενδιαφέρονται μόνο για τις ασχολίες και αυτά που αφορούν τους ίδιους. Οι ποιητές είναι μία μικρή μειοψηφία η οποία επειδή η ποίηση έχει πιο δημόσια λειτουργία, εμπλέκονται περισσότερο στα τρέχοντα γεγονότα.
-Σήμερα η ποίηση έχει κοινωνικές ευαισθησίες;
Σήμερα η στρατευμένη ποίηση έχει καταργηθεί, δεν πρέπει όμως και να πέσουμε στον τέλειο ναρκισσισμό που βλέπω σε αρκετούς από αυτούς που θέλουν να γίνουν ποιητές. Ένας αυθεντικός ποιητής πρέπει να έχει τις κεραίες του τεντωμένες στα πράγματα και στα γεγονότα.
-Γιατί η λογοτεχνία έχει γίνει εσωστρεφής;
Πρόκειται για μία μεγάλη παρεξήγηση ότι κάθεσαι και γράφεις για τα εσώτερά σου. Δεν είναι αυτό η ποίηση. Η ποίηση είναι ένα πράγμα που υπάρχει ήδη ανάμεσα σε σένα και στον κόσμο. Δεν εκφράζεις μόνο τον εαυτό σου με την ποίηση. Εκφράζεις την ικανότητά σου να χρησιμοποιείς τη γλώσσας. Μετά το μοντερνισμό ο καθένας θεωρεί ότι μπορεί να γράψει ποίηση, γιατί δεν υπάρχουν κανόνες. Ο καθένας βγάζει ποιητικές συλλογές. Όμως αυτά δεν είναι ποιήματα, είναι εσωστρεφείς σκέψεις που δεν έχουν και μεγάλο ενδιαφέρον. Δυστυχώς πολλοί εκδότες βγάζουν κατά σειρά τέτοιες συλλογές.
-Η ποίηση θα μπορούσε να δώσει διεξόδους στις ανησυχίες και τα αδιέξοδα των νέων;
Σίγουρα. Σήμερα υπάρχει άγχος και ένα είδος απελπισίας που καταλήγει στο μηδενισμό. Αυτό είναι επικίνδυνο.. Οφείλει να ενισχύσει κανείς την πίστη στο ιδεώδες και στην ουτοπία που έστω κι αν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πρέπει να μείνει ζωντανή στη καρδιά ενός νέου για να μην πέσει στην κατάθλιψη. Αυτό κατακτάται δύσκολα. Η ποίηση δίνει τη δυνατότητα να δει κανείς πιο πέρα από την μύτη του. Να κοιτάξει στον κόσμο της, που μπορεί να είναι ιδανικός, αλλά υπάρχει μέσα μας. Από μας εξαρτάται να πλουτίσουμε τη ζωή μας. Η δημιουργικότητα είναι φυσική στο παιδί και στο νεαρό έφηβο αν δεν του την χαλάσουν από πολύ νωρίς οι μεγάλοι.
-Στον Μάη του ʼ68 ήσασταν στη Γαλλία. Υπάρχουν ομοιότητες με αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα;
Στη Γαλλία επειδή η εξέγερση πήρε έμπνευση από τις μικρές ποιητικές ομάδες των υπερρεαλιστών, το καλλιτεχνικό επίπεδο ήταν αρκετά υψηλό ώστε να μην περιπέσουν σε άγνοια και σε χυδαιότητα συνθημάτων. Τα συνθήματα ήταν πολύ εμπνευσμένα, με χιούμορ, με δημιουργικότητα. Επίσης δεν είχαν το μονοπώλιο οι βίαιες ομάδες, που υπήρχαν και τότε. Οι Γάλλοι αναρχικοί δεν βάλανε φωτιές, δεν σπάσανε έπιπλα, δεν κάνανε κατοχές που δεν είχαν διδακτικό χαρακτήρα. Αφήσαν τους ανθρώπους ελεύθερους να συζητήσουν.
-Υπάρχει κάτι που σας δίδαξε ο υπερρεαλισμός σε προσωπικό επίπεδο;
Ο υπερρεαλισμός με στήριξε μετά τον Εμφύλιο. Οι υπερρεαλιστές με δίδαξαν ότι δεν πρέπει κανείς να αφήνει ακόμη και ένα ανεκπλήρωτο ιδανικό για να μην κατακρημνισθεί και ο ίδιος..
(Η Ελπίδα Πασαμιχάλη είναι δημοσιογράφος του “Ελεύθερου Τύπου”)
Τα σχόλιά μου πραγματοποιούνται με όλο το σεβασμό.
“Δεν εκφράζεις μόνο τον εαυτό σου με την ποίηση. Εκφράζεις την ικανότητά σου να χρησιμοποιείς τη γλώσσα.”
Αν η αξιοποίηση της ικανότητας κάποιου να χρησιμοποιεί τη γλώσσα δεν είναι έκφραση του εαυτού του-με κάθε γενετική και επιγενετική έννοια-τότε, πραγματικά, δεν ξέρω τί είναι.
“Ο καθένας βγάζει ποιητικές συλλογές. Δυστυχώς πολλοί εκδότες βγάζουν κατά σειρά τέτοιες συλλογές.”
Αδυνατώ να συλλάβω τη δυστυχία. Ο καθένας κατά τον κ. Βαλαωρίτη (ο ποιητής κατ’ εμέ) στηρίζει με τον οβολό του εκδοτικές επιχειρήσεις (εργοδότες και εργαζομένους), δεδομένου ότι τα βιβλία του τα χρηματοδοτεί ο ίδιος. Τα βιβλία αυτά, δε, παραμένουν στα αζήτητα. Στα αζήτητα, από την άλλη, μεριά, δεν παραμένουν αρκετά βιβλία ιερατείων. Ή μήπως δεν υπάρχουν ιερατεία; Ή μήπως υπάρχουν ιερατεία μεν, αλλά συγκεντρωτικά, δε, του εθνικού ποιητικού ταλάντου και μόνον;
“Όμως αυτά δεν είναι ποιήματα, είναι εσωστρεφείς σκέψεις που δεν έχουν και μεγάλο ενδιαφέρον”.
Σκέψη που προκύπτει από στενή εποπτεία του συνόλου του εκδιδόμενου ποιητικού υλικού στη μονάδα του χρόνου; Διερωτώμαι απλώς. Καλοπροαίτερα.
Είναι η ποίηση μετρήσιμο μέγεθος;
Υπόκειται σε κανόνες ποιοτικούς και ποσοτικούς;
Τα όρια της είναι σταθερά καθορισμένα
ή ελαστικά που ο καθένας τεντώνει κατά το δοκούν
επικαλούμενος υποκειμενικούς παράγοντες;
Είναι η ποίηση μια σύλληψη εικόνας των αισθήσεών μας
που τη μνήμη της
προσπαθούμε να εμφανίσουμε
στο σκοτεινό θάλαμο του χρόνου
με τα χημικά των λέξεων
που ο καθένας διαθέτει;
Η δημοκρατική σκέψη
δεν απαγορεύει σε κανέναν τη γραφή.
Όταν κάποιος γράφει
αδέξια ή επιδέξια
αν δεν είναι η γραφή του
κατάθεση της ψυχής του
τουλάχιστον είναι κατάθεση του συναισθήματος του.
Το πώς να προσλαμβάνει κάποιος την ποίηση
το διδάσκει συνεχώς η φύση
με τα αρώματα και τα χρώματα
των λουλουδιών της.
Είναιτ τόσο μεγάλη ποικιλία που κανείς δε μπορεί να ισχυρισθεί
ότι αδυνατεί να διαλέξει
Δηλαδή αν εμένα μου αρέσει το άρωμα της μανόλιας
και η άοσμη ωραιότης της τουλίπας
πρέπει να αφανίσω τα άλλα άνθη
και να στραφώ εχθρικά σε εκείνους που έχουν διαφορετικές επιλογές από μένα;
Έτσι κάθε ποίημα έχει τη διαφορετική
δική του αύρα.
Περνάει από την οθόνη των ματιών μας
κι αν μας τυλίξει με το άρωμά του
παγώνουμε την εικόνα και το αποθαυμάζουμε
διαφορετικά το αφήνουμε να προσπεράσει.
Ποτέ δεν κατανόησα ποια ανάγκη
και ποια ποιητική διαστροφή του
ικανοποιεί κάποιος
όταν λοιδορεί ή χλευάζει την ποιητική συνανθρώπου του.
Δυστυχώς στο κονκλάβιο της ανάδειξης και προώθησης ποιημάτων
συνέρχονται άνθρωποι που περνούν ποιητική κλιμακτήριο
Εν ζωή ορισμένοι δημιουργοί και οι ισχυροί συνεργοί τους
σπρώχνουν τα ποιήματά τους πάνω σε αναπηρικά αμαξίδια
και τα προβάλλουν ως αισθαντικούς δρομείς
που κόβουν πρώτα το νήμα της νίκης
Ποιας νίκης;
Πρόσκαιρα αυτοστέφονται με τον κότινο της ματαιότητος
και εξέρχονται στο σαθρό ποιητικό εξώστη τους
χαιρετώντας το ανύπαρκτο πλήθος των αναγνωστών
Έλα όμως που έρχεται ο Χρόνος
πάντα αργοπορημένος αλλά δίκαιος κριτής
κι όταν μοιραία θα έχουμε όλοι γίνει αστρική σκόνη
και τα ποιήματά μας ορφανά θα εκλιπαρούν
τον άνεμό του
για να τα ταξιδέψει
αυτός και μόνο αυτός
θα επιλέξει σε ποια θα δώσει
ώθηση αιωνιότητας.
Υ.Γ. Αντιγράφω ένα ποίημα του Robert Lax
Και τι
πειράζει
που έχω
αϋπνίες
αν η μηχανή
στο μυαλό μου
δεν δουλεύει
αν το φυτό
στο μυαλό μου
είναι άγριο.
Και τι
πειράζει αν
μετά από μια ζωή
όλο φως
μες τη νύχτα
πεθάνω,
Τι κι αν
τα ποιήματά μου
τακτικά τυλιγμένα
σ’ ένα βάζο
διαβάζονται
δεν διαβάζονται
κρατούν
δεν κρατούν
κάποιον άλλο
ξύπνιο όλη
νύχτα
καμιά φορά.
Γνωρίζω το Νάνο Βαλαωρίτη προσωπικά και έχουμε ανταλλάξει ορισμένες σχετικές κουβέντες. Θα προσθέσω λοιπόν λίγα σχόλια επ’ αυτών που προηγήθηκαν.
Για κάποιους η γλώσσα αποτελεί έναν ανεξήγητο χρησμό ο οποίος έχει εμβολιάσει τα πάντα στο ανθρώπινο περιβάλλον, στην ανθρώπινη διάσταση. Συνεπώς λειτουργούν περισσότερο σαν ερμηνευτές της παρά σαν εκτελεστές. Εδώ υπάρχει και το φρέαρ που συνδέει τον υπερεαλισμό. Αυτό για τον εκλεκτό κύριο Μουζάκη.
Επ’ αυτών να ανάρτησε ο κύριος Τόλιας: Βεβαίως και η ποίηση υπόκειται. Για αυτό ακριβώς και ο χρόνος είναι ο καλύτερος κριτής.
Όλα αυτά όμως συμβαίνουν μόνον από την πλευρά του καθηλωμένου χρόνου του μη-ποιητή. Γιατί από την πλευρά του ποιητή συμβαίνουν άλλα πράγματα: δεν έχει υπάρξει πραγματικά σημαντικός ποιητής που να μην είχε πλήρη συνείδηση πως έχει κερδίσει τον μελλοντικό χρόνο. (Όχι βεβαίως υπό το καθεστώς υστέρησης Έλιοτ)
Αυτό πώς το εξηγεί κανείς;
Κύριε Λειβαδά
Απλώς θα απαντήσω με τη ρήση του Edgar Allan Poe
Poetry is the rhythmical creation of beauty in words.
Αγαπητέ κύριε Τόλια, ότι νομίζει ο καθένας.
Εγώ θα σημειώσω μόνο πως αυτό το είπε απλά ο Πόου. So what?
Υπάρχουν τουλάχιστον κάποιες δεκάδες αποφθεγμάτων γύρω από το φαινόμενο της ποίησης. Εμείς τι λέμε. Ή καλύτερα τι δεν λέμε.
Κύριε Λειβαδά
Ας μου επιτραπεί για άλλη μια φορά
να σας απαντήσω με τα λόγια του Κ.Π. Καβάφη
«Απ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα
να μην ζητήσουν να βρουν ποιος ήμουν…
Οι πιο απαραίτητές μου πράξεις
και τα γραψίματά μου τα πιο
σκεπασμένα από εκεί μονάχα
θα με νοιώσουν»
Φτάνει να είναι άνθη και όχι ..βρούβες.
(για τον διαχωρισμό σε προσφιλή ή όχι, άνθη)
Αν πάψουμε να κοιτάμε τις “ετικέτες” και αρχίσουμε να βλέπουμε τα ποιήματα αυτά καθαυτά συναισθανόμενοι τον κάθε στίχο των, θα δούμε και τις βρούβες.
Να με συγχωρείτε, εγώ αν τολμούσα να είχα “μια πολυθρόνα να κάθεται μες το δεξί μου μάτι” (ΙΙΙ, 16) (αδυνατώ να κατανοήσω την υψηλήν έννοια αυτού του στίχου, μήπως είμαι άνους, αδαής του υπερρεαλισμού, ή μήπως πρέπει να πάω σε οφθαλμίατρο; ) δεν θα τολμούσα να αφορίσω την ποιητικήν των υπολοίπων. Όποιος τόσο εύκολα απαξιεί τα έργα άλλων, οφείλει να είναι άψογος. Και να στέκει ικανός στις κρίσεις κι επικρίσεις των πολλών και όχι να εξαίρεται μόνον από όσους του μοιάζουν.
Τι αφήνει ένα ποίημα πίσω του. Αν μπορούμε να το ανακαλέσουμε μετά, να επανέλθουν τμήματά του, λακτίσματα λέξεων, κτερίσματα μνήμης…
Θέλω να πιστεύω ότι το κάθε ποίημα για να “μένει” πρέπει να έχει μέσα του “μουσική”.
Άλλωστε από εκεί δεν ξεκίνησε και η Ποίηση στην πατρίδα μας; Τραγούδι δεν ήταν;
Και κάποτε οι λέξεις ας γίνουν νότες.
Κι ευωδιά.
ΥΓ. κι όσο για τον σεβασμό που ανέφερε ο κ. Μουζάκης. Καλός είναι. Μας χρειάζεται. Να σεβόμαστε όσους υπήρξαν, όσους έφτασαν κάπου.
Μα πρώτα από όλα θέλω να σέβομαι τον εαυτό μου σε όσα διαβάζω. Αν στέκουν, εντάξει. Αν με γεμίζουν, ακόμα καλύτερα. Αν μου ξυπνούν συναισθήματα, άψογα. Κι αν κλείνω τα μάτια και το ποίημα είναι ακόμα εκεί….
(η ευωδιά του άνθους, ακόμα κι αν δεν είναι το αγαπημένο μου)
……τότε ένα ακόμα θαύμα έγινε
Συγχωρέστε με κύριε Τόλια αλλά κατ’ αυτόν τον τρόπο απομακρυνόμαστε από την απαίτηση των παραπάνω σχολίων.
Αλλά εφόσον δείχνετε τόσο έντονο πάθος σχετικά με την αποφθεγματική τοποθέτηση περί ποίησης, θα σας δηλώσω πως αυτό το (αυτονόητο) που λέει εδώ ο Καβάφης, υφίσταται – και μάλιστα με περισσότερη ακρίβεια – σε πολύ παλαιότερα κείμενα. Εκεί δηλαδή λέχθηκε καλύτερα.
Πέραν αυτών όμως, θα συμπληρώσω πως δεν συμμερίζομαι τη καβαφική λατρεία, το ενάντιο μάλιστα. Παρεκτός και αν αυτό που ονομάζεται (και όχι ονομάζουμε) νεότερη ποίηση γράφτηκε μόνον μεταξύ Αλεξανδρείας Αθηνών Θεσσαλονίκης. Έχω άλλη αποψη. Αλλά καλό θα είναι να ανταλάσσουμε ιδέες όχι αλλονών μπαϊράκια.
Φιλικά.
Συμπληρώνω: αφήστε που οι δύο τοποθετήσεις που προσκομίσατε απέχουν δραματικά μεταξύ τους. Ποία η άποψη λοιπόν;
Να ένα ποίημα του μεγάλου Καβάφη, θα πρέπει να τον κρίνουμε γι’αυτό; Μα γιατί; είπε την αλήθεια του ο άνθρωπος τη στιγμή που το έγραψε
Σπίτι με κήπον
Ήθελα νάχω ένα σπίτι εξοχικό
μ’έναν πολύ μεγάλο κήπο – όχι τόσο
για τα λουλούδια, για τα δέντρα, και τες πρασινάδες
(βέβαια να βρίσκονται κι αυτά – είν’ευμορφότατα)
αλλά για νάχω ζώα. Ά νάχω ζώα!
Τουλάχιστον επτά γάτες – οι δυο κατάμαυρες,
κι οι δυο σαν χιόνι κάτασπρες, για την αντίθεση.
Έναν σπουδαίο παπαγάλο, να τον αγροικώ
να λέγει πράγματα μ’έμφαση και πεποίθηση.
Από σκυλιά, πιστεύω, τρία θα μ’έφθαναν.
Θάθελα και δυο άλογα (καλά είναι τ’αλογάκια).
κ’ εξ’ άπαντος τρία, τέσσερα απ’ τ’ αξιόλογα
τα συμπαθητικά εκείνα ζώα, τα γαιδούρια, να κάθονται οκνά, να χαίροντα’ οι κεφαλές των.
Αγαπητή Venus (πραγματικά υπέροχο ψευδώνυμο). Κανένας σχολιαστής δεν κρίθηκε από κανέναν. Ανταλλάσσουμε σχόλια, αυτό μόνον κάνουμε. Κακό είναι να μην αρέσει σε κάποιους ο Καβάφης; Ή να θεωρούν πως είναι υπερεκτιμημένος; Και συμπληρώνω, όσον αφορά την προσωπική μου θέση, αρνούμαι όταν μιλάω για την ποίηση να υποννοώ την ελληνική, κάνω λόγο για την ποίηση όπου και όπως έχει υπάρξει. Με τα πραγματικά αξιολογικά της κριτήρια λοιπόν θεωρώ πως είναι μάλλον μέτριος ο Καβάφης. Εκτός και αν οι μείζωνες ποιητές του κόσμου μετριούνται σαν τα αδέλφια του Θεού. Που δεν θα μπορούσαν να είναι βέβαια.
Πάντα φιλικά.
Κύριε Λειβαδά
Η ποίηση κατά την ταπεινή μου γνώμη
πρέπει να δρα συνειρμικά
να υπαινίσσεται.
Για μένα η ποίηση είναι
η αέναη ανατροπή των εντυπώσεων
που αφήνει στο πέρασμα του χρόνου
η ανάγνωση μέσα μας
Η ανείπωτη
– Κι εννοώ την βαθιά ανάγνωση, την δημιουργική ανάγνωση –
Πόσες φορές δε νοιώσαμε
το θρόισμα των λέξεων
το άρωμα ενός ποιήματος
και δε μεθύσαμε με τη γεύση
μιας αδιόρατης μελαγχολίας
ή ενός παράφορου ενθουσιασμού;
Eίναι πράγματι λυπηρό να απαξιώνεται η προσπάθεια τόσων νέων δημιουργών με ετυμηγορίες όπως αυτή :”Μετά το μοντερνισμό ο καθένας θεωρεί ότι μπορεί να γράψει ποίηση, γιατί δεν υπάρχουν κανόνες.” To γεγονός ότι οι ίδιοι οι νέοι δημιουργοί εκδιδούν με δικά τους έξοδα τις συλλογές τους δεν μας λέει τίποτα; Kαι γιατί ειναι δυστυχία τα 1000 βιβλία ποίησης που εκδίδονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα; Προσωπικά θα ήμουν ευτυχής αν εκδίδoνταν 20000 ή 100000 βιβλία ποιήσης ετησίως. Γιατί μας τρομάζει η ποίηση; Kαι πόθεν πορίζονται μερικοί το δικαίωμα να κρινούν τόσες ποιητικές ευαισθησίες τόσο αυθαίρετα όταν γνωρίζουμε, αιώνες τώρα, πως δεν υπάρχουν “κανόνες ποιοτικοί”; Mήπως τέτοιες αντιλήψεις απηχούν τις εκδότικές γραμμές των διαφόρων ιερατείων που έχουν κάθε συμφέρον να αποθαρρύνουν τις νέες ποιητικές φωνες; Γιατί, εν τέλει, επιχειρείται να φιμωθεί η ποιητική έκφραση με το χυδαίο επιχείρημα της ποσότητας και της ενδοσκόπησης;
Κύριε Τόλια, ότι θέλετε, και με ότι ευφραίνεστε. Αλίμονο. Αλλά είδατε πως δεν καταφέραμε να κρατήσουμε τα σχόλια κοντά στις νύξεις που έπρεπε.
Μάλλον ωφείλουμε να επανέλθουμε στα σημεία για τα οποία έκανε λόγο ο κύριος Μουζάκης.
Σχετικά με τι θεωρεί ο καθένας μας ποίηση δεν θα ήθελα να συμπληρώσω αυτή την στιγμή τίποτα. Δεν έχω εξάλλου ιδέα τι μπορεί να σημαίνουν οι λέξεις: “βαθιά”, “ανάγνωση”, “δημιουργική”.
Προσωπικά δε, είναι γνωστό προς πάσα κατεύθυνση πως δεν μεθάω με ποιήματα παρά μόνο με κάμποσα ουίσκια.
Καλή συνέχεια.
Συμφωνώ μαζί σας, κύριε Λειβαδά, διαφωνώ για τον Καβάφη, αλλά σέβομαι τη διαφορο-ποίηση και τη μοναδικότητα του καθενός.
Ευτυχώς υπάρχει ποικιλία και εξέλιξη στο ανθρώπινο είδος…
Όταν ένας άνθρωπος επιλέγει να εκφραστεί με στίχους, ποτέ δεν ξέρει πώς θα εξελιχτεί ο ίδιος, πόσο μάλλον οι άλλοι.Ήξερε ο Καβάφης;;
Καλό είναι να λέμε τι μας αρέσει και τι όχι χωρίς αφορισμούς.
φιλικά ( αποφεύγω τις λέξεις πάντα και ποτέ..)
Κύριε Λειβαδά
Κι εμένα μου αρέσει η ελαφριά μέθη
γιατί το αλκοόλ αναστέλλει
τις αναστολές.
Έγραψε ο αγαπημένος μου ποιητής Τάσος Λειβαδίτης
Δώσε μου, Κύριε να ‘μαι νεκρός και μεθυσμένος
Αρέσκομαι επίσης στη μέθη της ποίησης
Σας στέλνω
εξ αποστάσεως καληνύχτα
με ένα ποίημά μου:
ΑΚΡΙΒΟ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ
Το ποίημα
δεν έχει προορισμό
Στοιχειωμένο τρένο
Ακατάπαυστα
πάνω στις ράγες του χρόνου
Περνάει από παντού
και κάνει στάσεις παντού
Άλλοι το βλέπουν
ενώ για άλλους είναι αόρατο
Διαλέγει αυτό τους επιβάτες του
Απαιτείται κόμιστρο ακριβό των αισθήσεων.
H τέχνη μας εξυπακούει έφεση στο λόγο
μα κατά κύριο λόγο, εντρύφηση στη ζωή.
Κανονικά θα έπρεπε να συγκρατούμαι. Όταν παρουσιάζεται ο Πιπάκης, όμως, δύσκολο ν’ αγιάσω.
Προφανές το διατί. Έχει δίκαιον ο Πιπάκης.
Ορθόν, λοιπόν, να εκδίδονται εις είκοσι ή εκατό χιλιάδες τα σημαντικά αντίτυπα των σημαντικών προσώπων. Ονόματα δε θα πω. Ο Πιπάκης ξέρει.
Τα άλλα ας εκλείψουν. Κυκλοφόρησαν άνευ ενδοσκόπησης και, μολονότι δεν τα διάβασε κανείς (εκτός του Πιπάκη), χάλασαν τη μαγιονέζα της ποίησης.
Δημήτρη δεν έχεις άδικο.Ο Πιπάκης δεν ξέρω ποιος είναι μα δέχομαι πως είναι ο πιπάκης. Το όνομά του και μόνο κάτι λέει.
Είναι 1:05 και γύρισα στο σπίτι. Για να μιλήσει κανείς για την ποίηση πρέπει να είναι η ποίηση. Όταν μιλάει κάποιος “για” στην πραγματικότητα λέει “γεια”, και από χαιρετισμούς έχουμε πήξει.
Ξέρεις, κάτι έχουμε συνομιλήσει στο τετ α τετ.
Η πίεση που ασκείται ορισμένες φορές όταν καταθέτει κανείς σχολιασμούς που κατέχει γιατί τους πιστεύει, είναι αφόρητη. Σε λίγο θα ξαναβγώ, εις υγείαν σου οι πρώτες μου παραγγελίες.
Ανοιχτά ως γενικός σχολιασμός: όταν γράφεις για να δικαιωθείς είναι προτιμότερο να μην γράφεις. Και για να ξέρεις τι λες πρέπει αυτό που λες να το έχεις πάθει.
Η Αθήνα με λίγο χιόνι, ή με λαμπιόνια, ανά περίσταση, πίστεψε κάποια στιγμή πως είναι Παρίσι – την ώρα που το Παρίσι αναζητεί ένα κάπα, ένα ύψιλον, ένα πι, κι ένα άλφα για αρχή. Όλα είναι χαμένα. Και αυτό είναι το μόνο υπέροχο στη γραφή.
Δεν μας ενδιαφέρει λοιπόν τι λένε οι ποντικοί.
Σε χαιρετώ.
Γ.
Κϋριε Τόλια αν πίνεται για τις αναστολές δεν γνωρίζετε τι σημαίνει αλκοόλ. Ο καθένας μεθάει με ότι αντέχει.
Το “ίσως” και το “αν” δεν γνωρίζουν απο ουσία, εξίσου και όλες οι λέξεις που φαντασιώνονται πως είναι ποίηση. Υπάρχουν και άλλες υπαρξιακές λύσεις λιγότερο επώδυνες. Περισσότερο ανθρωπιστικές. Φευ!
Κύριε Λειβαδά
Δηλαδή όποιος δεν αντέχει
δεν πρέπει να αγγίζει
όνειρα υψηλής τάσης;
Το όνειρο
είναι ο εφήμερος πλούτος
των φτωχών της ελπίδας.
Πεισματικά θα παραμείνω
ένας ονειροπόλος
Έκθετος
Στοιβαγμένος μαζί με ποιήματα
Στη βρεφοδόχο της νύχτας.
Υ.Γ. Αν κάποια στιγμή ο Θεός Χρόνος
μας συναντήσει αντικριστά
και με τη συντροφιά ευγενών ποτών
θα παλέψω να σας εξηγήσω
ότι η Ποίηση πρέπει να σε έχει σκοτώσει
και να σε έχει αναστήσει χίλιες φορές
στην προσπάθειά της
να σε διδάξει
τη βαθιά ανάγνωση
τη δημιουργική ανάγνωση.
Καλημέρα σας,
Αβρακαδάβρα κι αβραξάς και πάλι αβρακαδάβρα
ο άνθρωπος που έπεσε σαν μύγα μέσ’ στο γάλα…
Η ΠΟΥΠΟΥΛΕΝΙΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
Τα σέβη μου κύριε Ν. Βαλαωρίτη
Κώστας Ρεούσης
Υ.Γ. Γιάννη Λειβαδά σε χαιρετώ!
Κύριε Τόλια μέχρι ποίου σημείου μπορούν να ξεχυλώσουν τα σχόλια; Πάλι θα αρχίσουμε να συζητούμε επί προσωπικών;
Κοιτάξτε φίλε μου, δεν τρέφω κανένα αρνητικό συναίσθημα προς το πρόσωπό σας. Αλλά καμιά φορά πρέπει να αναρωτιέται κανείς τι είδους λειτουργία είναι αυτή που ονομάζουμε “ανά-γνωση.” Δεν χρειάζεται να μου εξηγήσετε τίποτα. Τον θάνατο στην ποίηση δεν μπορεί να τον επικαλείται κανείς αν δεν τον έχει στο τσεπάκι του. Εκτός και αν καθόμαστε και χάνουμε τον χρόνο μας στέλνοντας ο ένας στον άλλον διακριτικά καρτ-ποστάλ.
Για αυτούς τους λόγους αγαπητέ μου δεν θα ήθελα να συνεχίσω αυτό το κορδόνι των σχολιασμών.
καλημέρα.
(Γεια σου Κώστα.)
“Τον θάνατο στην ποίηση δεν μπορεί να τον επικαλείται κανείς αν δεν τον έχει στο τσεπάκι του”.
… αφήστε με να γελάσω. Το σώμα ξέρει.
Ο ΜΙΚΡΟΣ ΝΑΥΤΙΛΟΣ
Κώστας Ρεούσης
Κε Λειβαδά, πώς βάζουμε τον θάνατο στο τσεπάκι μας; Παρακαλώ εξηγηθείτε γιατί πρόσφατα είχα αυτοκτονία και ανησυχώ με αυτά που διαβάζω.
αστερίσκος: τον θάνατο στην ποίηση εννοούσα.
Κύριε Λειβαδά
Είναι ευγενικό να σου χαρίζει κάποιος τον επίλογο.
Φυσικά ούτε εγώ τρέφω συναίσθημα αρνητικό
στο πρόσωπό σας
Έναν καλλιεπή διάλογο προσπάθησα να υποστηρίξω.
Υ.Γ. « Η σχέση μας με τα βιβλία δεν είναι μια συνεχής και ομοιογενής
διαδικασία, όπως ισχυρίζονται κάποιοι κριτικοί, ούτε ο τόπος μιας διάφανης
αυτογνωσίας.
Η σχέση μας με τα βιβλία είναι ένας ομιχλώδης χώρος
στοιχειωμένος από τα φαντάσματα της μνήμης, και η αληθινή αξία
των βιβλίων βρίσκεται στη δύναμή τους να ξορκίσουν αυτά τα φαντάσματα»
Pierre Bayard
ΠΩΣ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΑΒΑΣΕΙ
Σε μετάφραση της Ελπίδας Λουπάκη από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ
Κύριε Μίχο
Τα βιβλία είναι τοπία εποχών
μέσα στο χρόνο
προσποιούμενα ακινησία.
Οι δημιουργοί τους
έχουν υπάρξει σ’ αυτά πριν από εμάς
Τοπία εποχών επί χάρτου
που σου παρέχεται η δυνατότητα
να τα ξεφυλλίσεις
και με τα δάχτυλά σου
να προσπεράσεις μέρες, μήνες, ακόμα και έτη.
Να βρεθείς ανάλογα με τη διάθεσή σου
σε θάλασσες δακρύων
ή σε λειμώνες παράφορης χαράς
Να γινόταν αυτό και στην πραγματική ζωή!
Από πού αρχίζει ο χρόνος του βιβλίου
και που τελειώνει, είναι μέγα μυστήριο.
Οι σελίδες του
πεδιάδες σπαρμένες λεξόφυτα
αναμένουν τους ποταμούς των ματιών μας
να τις διασχίσουν.
Yπάρχουν ποιήματα
που αυταρχικά απαιτούν
αιμοδιψή δάκρυα ανάγνωσης.
Το βιβλίο έχει κι αυτό σημεία του ορίζοντα.
Ο αναγνώστης είναι ο ανεμοδείκτης
Αν άνεμος που θα σηκωθεί
τον στρέψει
και τον προσανατολίσει
αυτό εξαρτάται από τη μορφή της ποιότητας
των λέξεων και των νοημάτων.
Το βιβλίο είναι ένας μικρός αυτοσχέδιος χρόνος
που ανασαίνει
μέσα στον μεγάλο, τον άλλο χρόνο
Ας αφήσουμε λοιπόν τον καθένα
με τα δικά του λόγια
να εξιστορεί
χαμηλόφωνα
ή φωναχτά
της μνήμης
του δημιουργού
την επιτομή.
Αν-επίκαιρος ο ανα-γνώστης. Δε ρωτάνε τέτοια πράγματα αφού αυτοκτονήσουν.
Αγαπητέ φίλε ανα-γνώστη, πρώτον ξέχνα την παύλα μέσα στη λέξη που έβαλες διότι δεν την υποστηρίζεις.
Όποιος αναζητά φιλολογική ενημέρωση μπορεί να αγοράσει την Μπριτάνικα. Εγώ δεν παίζω τέτοιο ρόλο ούτε και καλούμαι να απαντήσω σε καμία των περιπτώσεων στις όποιες θεμελιώδεις ελλείψεις μπορεί να έχει ο οποιοσδήποτε.
Ότι γράφω μιλάει τον τρόπο που εκφράζει. Και έχω τις δικές μου απαιτήσεις για να διαπράξω συνομιλία. Καθώς και αυτός που με ρωτάει θα έχει μάλλον τις δικές του. Ας τις κρατήσει.
Υπεράνω όλων το κενό από την άγνοια παραγώμενης ποίησης που αγνοείται ασυστόλως.
Ειδικά: ο Ανα-γνώστης είναι η τσέπη του θανάτου. Προτιμήστε την μαγειρική αγαπητέ μου.
Σφοδρά τα ανελέητα references.
(Γιώργο Μίχο, τον Μπλανσώ ούτε καν τον ανέχομαι.)
Και παρότι μοιάζει άσχετο το σχόλιό μου με την αρχική ανάρτηση……
Η ανάρτηση που είναι 5 ποιήματα και η συνέντευξη, αυτή η συνέντευξη στην οποία θαρρώ οι περισσότεροι εστίασαν παρακάμπτοντας τα συγκεκριμένα ποιήματα.
Διότι από εκεί επροκλήθησαν, από το απόλυτό της.
Να σταθώ σε δυο σημεία του διαλόγου -θέλω να πιστεύω “διαλόγου” αυτό που γίνεται σε ετούτο τον ιστοχώρο, και όχι έδαφος για τσιτάτα και απόλυτες σκέψεις, μια και σε φιλόξενο χώρο, φιλόξενοι άνθρωποι πρέπει να βρίσκονται και όχι εριστικοί (έστω και υπαινικτικά) προς αλλήλους. Όλοι μας καλοπροαίρετα. Εμμένοντας σε αυτό, την καλή -διαρκώς- προαίρεση, κι όχι μόνον διατεινόμενοι ότι την διαθέτουμε..
Θα σταθώ στην “αυτοκτονία” του αναγνώστη . Λοιπόν αυτός ο υπερρεαλισμός (ω, και την πολυθρόνα στο μάτι του Ν. Βαλαωρίτη κατενόησα, μια αλλαγή καταστάσεων υπαινίχθη ο άνθρωπος, μια αντικατάσταση του συνήθους καθίσματος, την αντανάκλασή της στην ίριδα του οφθαλμού, απλώς αυτό που ήθελα να πω τότε, είναι ότι συχνά δεν είναι τι λέμε, είναι πώς το λέμε. Εκεί είναι η μαγική συνταγή. Η τέχνη του ποιητή -ή του συζητητή ακόμα- για να ελκύσει και να προσεγγίσει περισσότερους από τους ήδη υπάρχοντες αναγνώστες του), αυτός ο …υπερρεαλισμός αυτού του είδους, εμένα με βρίσκει σύμφωνη…
Η αυτοκτονία -και είσθε όλοι ποιητές, οφείλετε να το ξέρετε- μπορεί να είναι και συμβολική, μια μετάλλαξη μορφής, μια μετουσίωση σε άλλη φόρμα. Όταν κανείς αποποιείται τον παλιό του εαυτό, τον κατακρημνίζει στον θάνατο και οδηγείται σε κάτι άλλο. Όπως η κάμπια γίνεται πεταλούδα, ή το άνθος του δένδρου γίνεται απλώς ένα λίκνο για τον καρπό που θα εμφανιστεί. Έτσι και κάποιος μπορεί να δει το ατελέσφορο της ιδιοσυστασίας του ως είχε, και να αποπειραθεί να μεταλλαχθεί σε κάτι άλλο, συνήθως ανθεκτικότερο και στιβαρότερο, αποτινάσσοντας όσα προηγούμενα τον χαρακτήριζαν.
Ας είμαστε διαλλακτικότεροι στην ποιητική γραφή όλων.
(θέλω να πιστεύω ότι ήταν ποιητική γραφή και όχι ειρωνεία όπως στάθηκε και στάλθηκε. Θέλω να πιστεύω..)
Γιατί τα σχόλια να μην μπορούν να είναι ένας κάμπος για να ανθούν εύμορφες φράσεις; Τι άλλο ενδιαφέρει εδώ αν όχι οι λέξεις;
Οι λέξεις που στηρίζουν το μεγαλύτερο βάρος: το νόημα
Οι λέξεις, ορθοστάτες ύπαρξης νοήμονος όντος.
Διότι οι λέξεις, -επιτρέψτε κ. Μίχο να διαφωνήσει η ασημαντότης μου με τον Μπλανσώ- οι λέξεις δεν είναι σε καμία περίπτωση στείρες.
Γεννούν.
Και ποίηση και διαφωνίες και συμφωνίες και ένα έργο, ένας διάλογος μπορεί να γεννήσει πλήθος άλλων. Στις λέξεις στηρίζεται. Στις λέξεις-σκέψεις
Και κάποτε συγκλίνουν
Και συγκινούν.
Εύχομαι καλές ημέρες και αληθινά δημιουργικές σε όλους σας.
ΥΓ. και φυσικά ο ποιητής μα και ο αναγνώστης, αν θέλει να είναι μύστης της ανάγνωσης, πρέπει να έχει πεθάνει χίλιες φορές. Γιατί αλλιώς δεν είναι ποιητής αλλά υποκριτής. Και όχι εκείνος του Πεσσόα, κάτι χειρότερο.
Ευτυχώς όμως αναγεννάται. Κάθε φορά και καλύτερος.
Κι ίσως αυτό είναι η πιο όμορφη διαδικασία της ανθρώπινης ύπαρξης. Ως να γίνει η χρυσαλλίδα πεταλούδα. Σαν ψυχή.
Κε Λειβαδά καλησπέρα και πάλι.
Καταρχήν δεν έχω καμία πρόθεση να στηρίξω οποιαδήποτε από τις απόψεις μου, καθώς δεν εξέφρασα καμιά και επίσης δεν έχω αξιώσεις σε κανέναν τομέα που μπορεί να νομίζετε. Αφήστε την παύλα μου στην θέση της παρακαλώ, κι επιτρέψτε μου να πω ότι κακώς σας ενοχλεί.
Λυπάμαι πάρα πολύ που ξοδεύω λίγη ακόμα από την υπομονή σας, μα οφείλω να σας πως πως όντως άνοιξα την Μπριτάνικα -κατά τη συμβουλή σας- και πάλι δεν βρήκα απάντηση στο ερώτημά μου. Υπενθυμίζω ότι αναρωτιέμαι πώς γίνεται να βάζει κανείς τον θάνατο στην ποίηση μέσα στο τσεπάκι μας.
Θεμελιώδεις ελλείψεις μπορεί να έχω. Εσείς όμως που δεν έχετε- και το πιστεύω αυτό- θα ήθελα να με διαφωτίσετε. Φυσικά αν υπάρχει και κάποιος άλλος που ξέρει μπορεί να απαλλάξει τον κο Λειβαδά από τον κόπο, είναι καλοδεχούμενος.
“Υπεράνω όλων το κενό από την άγνοια παραγώμενης ποίησης που αγνοείται ασυστόλως”
Δεν είμαι ποιητής σαν κι εσάς. Να ζητήσω συγχώρεση;
Λυπάμαι πάντως που επιτίθεστε έτσι (περί μαγειρικής ο λόγος) μιας και δεν έχετε ιδέα για το ποιος στ’ αλήθεια είναι ο συνομιλητής σας. Μην απλώνετε όλο τον απολυταρχισμό σας μπροστά στα ψευδώνυμα του διαδικτύου. Όχι γιατί μπορεί να πεταχτεί κανένας γνωστός φασουλής και να σας πήξει το αίμα (δεν είμαι περσόνα- υπόσχεση), αλλά γιατί μπορεί να θελήσετε να τον εκτιμήσετε αλλά να σας εκθέτουν τα όσα έχετε πει δημοσίως. Δεν ήρθα εδώ να πουλήσω τσαμπουκά, μα εισπράττω.
Αγαπητέ (δεν έχω λόγους να μην είστε φίλε μου) Ανα-γνώστη:
Εσείς προκαλείτε αλλά μάλλον δεν το συνειδητοποιήτε. Εγώ μιλώ μιαν άποψη και εσύ αναρριγείτε με ένταση μέντορος.
Ο συνομιλητής μου οπωσδήποτε και δεν γνωρίζω ποιος είναι, μα ούτε και ο συνομιλητής μου γνωρίζει αν είμαι στ’ αλήθεια αυτός που λέω. Αυτό το θεωρώ περίφημο.
Με ρωτήσατε κάτι και σας απάντησα κάτι. Δεν σας επιτέθηκα – αλλιώς γίνονται οι επιθέσεις. Απολυταρχικός δεν ήμουν ούτε θα γίνω. Εκτός και εδώ μέσα συνομιλούν τίποτε Βασιλείς και δεν το ξέρω – αν είναι έτσι οφείλω να αποχωρήσω.
Μοιάζω να είμαι απόλυτος, και ίσως να είμαι. Δεν αναζητώ όμως ουδεμία ανέμελη περιδιάβαση στο γλαφυρό ποιητικό τοπίο.
Τώρα θα μου πείτε γιατί σας το γράφω αυτό:
Κοιτάξτε το σχόλιο σας διότι ο ίδιος ρίχνετε άγαρμπες γροθιές στον εαυτό σας. Τοποθετήθηκα εγώ περί θανάτου σε κανένα μου σχόλιο; Όχι. Εσείς θέσατε ερώτημα με ξεκάθαρη σκοπιμότητα να προκαλέσετε διάλογο.
Δεν συμπίπτουν ξέρετε οι εσωτερικές αναλογίες ως προς το αντικείμενο Ποίηση για να τον ανοίξουμε, τουλάχιστον να τον ανοίξω εγώ. Εσείς αν θέλετε μπορείτε να συνεχίσετε.
Η μαγειρική σας αφορά στον βαθμό που με θεωρείτε όσα με θεωρείτε, και με θεωρήσατε, από την στιγμή που θέσατε εκείνο το “ερώτημα”.
Φασουλήδες (ιδού ο δικός σας τσαμπουκάς) ευπρόσδεκτοι!
Ο κρεμασμένος έχει λιώσει, Γιώργο, δεν υπάρχει, ούτε και το σκοινί. Κάτι απ’ το κρέμασμα σέρνεται εδώ κι εκεί σαν αντιπαροχή.
Μου δημιουργεί μια αυτοσύνη που με λες συμπαθή αυταρχικό. Δεν έχω σκοπό να καθαρίσω κανέναν ούτε και ξεσκονίζω στο Ποιείν.
Και όπως βλέπεις δεν έχω τον ίδιο τόνο στον καθέναν, υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις, ξέρεις. Αλλά προκλητό διάλογο με ανθρώπους που μεταβολίζουν την νεκραμάρα του 24ώρου τους σε αγαπησιάρικη ενασχόληση με την γραφή, δεν την ανέχομαι. Και αυτό είναι δικαίωμά μου. Ίδιο με εκείνου που περιγράφω. Ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο.
Κάτω είναι τα πόδια της γέφυρας, όχι πάνω.
“Αλλά προκλητό διάλογο με ανθρώπους που μεταβολίζουν την νεκραμάρα του 24ώρου τους σε αγαπησιάρικη ενασχόληση με την γραφή, δεν την ανέχομαι.”
Κάηκα.
Κύριε Λειβαδά αν έχετε την καλοσύνη ξαναδιαβάστε την απάντησή σας, διαβάστε μία φορά τα γραπτά σας (και τα ποιήματα) και κάντε μια αυτοκριτική. Τυχαίνει να σας παρακολουθώ χρόνια και νομίζω πως τελικά όντως παρακολουθούσα το σωστό άτομο.
Ελπίζω να βάλετε κάποια πράγματα στο ζύγι που τους αρμόζει κάποια στιγμή.
Καλή αντάμωση.
Συμφωνώ με τον Ανα-γνώστη ότι ο Ανα-γνώστης παρακολουθεί με το ακούραστό του μάτι και το παχύ του βλέφαρο. Από φρύδι δεν ξέρω αν το έχει παχύ.
Δεν επιθυμώ και δεν συνεχίζω τον διάλογο μαζί σας Ανα-γνώστη. Εσείς κρίνετε τον εαυτό σας αδιάκοπα σε όλα σας τα σχόλια. Εγώ υπό ποία ιδιότητα να σας κρίνω; Ούτε είναι αυτή η δουλειά μου. Ούτε και πράγματα ζυγίζω. Βαριέμαι.
Την πιθανή αντάμωση την εύχομαι.
Χαιρετώ σας.
Προς πάντα αποδέκτη:
Ο Ποιητής εκτός από βαθύ συναίσθημα
πρέπει να διαθέτει και ήθος ποιητικό.
Για τον λόγο που επικαλείται η Ιgnis “-και είσθε όλοι ποιητές…”, αισθάνομαι την ανάγκη να επαναλάβω την έκκληση του Βάκη Λοϊζίδη:
“Ποιητές μάθετε ν αγαπιέστε!”
Κύριε Μουζάκη θεωρώ και τα δύο σας σχόλια τουλάχιστον άστοχα. Μα δεν με ενοχλούν- αλίμονο. Χρειάζεται και το σκυλάδικο πού και πού να ξεδίνουμε. Όχι όλο κουλτούρες και Χατζιδάκιδες. Γνώμη μου. Οι παραλληλισμοί δικοί σας.
Κε Λειβαδά αυτό και τέλος γιατί σας κούρασα. Δεν αισθάνομαι καθόλου άσχημα αν όπως λέτε κρίνω τον εαυτό μου σε κάθε μου σχόλιο. Αν συνεχίσετε να βαριέστε να κρίνετε θα χάσουμε έναν ποιητή ακόμα και δεν θα μου αρέσει. Ξέρετε πόσα καλά παιδιά έχουν χαθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο και τι καλά που έγραφαν; Δεν σημαίνει απαραίτητα πως είστε καλό παιδί μα δεν μου πέφτει λόγος. Κρίμα θα’ ναι και πάλι.
Ίσως να ανταμωθούμε κάποια στιγμή. Θα’ ρθω να σας μιλήσω.
ΥΓ: δεν είμαι ποιητής.
Οφείλω να ομολογήσω ότι η πνευματική καλλιέργεια οδηγεί πολλές φορές σε μια ”αρρωστημένη αυτάρκεια” που στρέφεται εναντίον…γιατί αντί να οδηγεί σε δημιουργική μοναξιά και να παράγει έργο, παράγει αυτισμό και ”μονωμένα” άτομα που εκούσια διακόπτουν επαφή με το περιβάλλον τους.Απορρίπτουν πριν καν διαβάσουν!
Τα αριστουργήματα σε κάθε μορφή τέχνης, είτε το θέλετε είτε όχι, είναι αυτά που κατάφεραν να ταξιδέψουν στο ευρύ κοινό.
Δεν εννοώ βέβαια τα best sellers ή τις ”επιτυχίες” αλλά τα σημεία αναφοράς, στα οποία ανατρέχουμε όλοι μας για να μηδενίσουμε το ”κοντέρ” και να ξαναρχίσουμε.
Οι πραγματικά καλλιεργημένοι άνθρωποι, αφουγκράζονται, δεν καλύπτονται από κανέναν ελιτισμό,από καμία υπεροψία.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα σχόλια αυτά πυροδοτήθηκαν και συνεχίζονται, δύο μέρες μετά, κάτω από αυτή τη συνέντευξη.
Ορθά τα σχόλια από πλευράς Venus.
Είτε κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί, σε όποιον βαθμό, δεν έχει τόση σημασία.
Ότι λέμε να στέκεται. Και αυτά στέκονται. Χαιρετώ λοιπόν την αγαπητή Venus, και όλα τα προηγούμενα εκφράζουν αυτό που λένε.
Αγαπητέ Ανα-γνώστη άσχημα αισθάνονται μόνον οι ποιητικοί τουρίστες.
Αν είναι να ειδωθούμε, μετά χαράς: yannislivadas@hotmail.com.
Ευχαρίστησή μου, και αναμένω.
Καλό ξημέρωμα.
Kάηκα, Ανα-γνώστη.
Διότι εγώ-κλαψ-αν θέλετε να ξέρετε-κλαψ-εσάς και τον πιπάκη βλέπω-κλαψ-και χαίρομαι. Γεια.
Ας βλέπουμε τα πράγματα απο την θετική τους όψη venus. Η απρόκλητη, πράγματι, “επιθετικότητα” αύτης της συνέντευξης μας έδωσε την σπάνια (για τα ελληνικά δεδομένα) ευκαιρία να απολαύσουμε έναν ακόμη θερμό (αλλά τόσο γόνιμο) διάλογο μεταξύ ποιητών (και μη). Δεν είναι λίγο.
Ο Πίπης διαθέτει το χρόνο του σε δύο σημασίες: η πρώτη περιέχει την ανάγνωση ποιημάτων του Νάνου Βαλαωρίτη και άλλων μεγάλων και σπουδαίων και συντελείται επωνύμως. Η δεύτερη, η ανωνύμως λάμπουσα, περιλαμβάνει την ανάγνωση γελοίων κατασκευασμάτων του διαδικτύου, ποιηβλημάτων τε και σχολίων. Κατόπιν της εκφωνήσεως, θέτουμε τις υπαρξιακές SAT ερωτήσεις:
α) Πώς εκτιμούμε την ποσοτική ισορροπία μεταξύ επώνυμου και ανώνυμου χρόνου του Πίπη;
β) Γιατί ο Πίπης δεν καταργεί τη μία όψη του χρόνου του προς όφελος της αισθητικής του υγείας;
γ) Πότε επιτέλους θα ανοίξουν τα σχόλια και στα έντυπα για να προσέλθει, έμπλεος θαυμασμού, ο Πίπης να εκφράσει εκστατικός την πληρότητά του;
Καλημέρα σας,
Ο ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΕΝΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟΥ ΣΑΜΟΥΡΑΙ ΤΟΥ 14ΟΥ ΑΙΩΝΑ
ΜΙΑ ΑΛΦΑΒΗΤΟΣ ΚΩΦΑΛΑΛΩΝ
ΑΓΚΥΡΑ
Κώστας Ρεούσης
Υ.Γ. Γιάννη κουρεύτηκες;
Ποιός είναι ο Πίπης και ποιός ο Πιπάκης; Είναι το ίδιο άτομο;Ανήκει στον ”κύκλο των χαμένων ποιητών”;Είναι εσωτερικό ή εξωτερικό σημείο του κύκλου ( γιατί η περιφέρεια μάλλον είναι κατειλημμένη ).Δώστε συντεταγμένες.
Ρωτάω γιατί είναι αξιοθαύμαστο να προσφέρει κανείς τόση χαρά και γέλιο μετά λυγμών και δακρύων στον ίδιο άνθρωπο.
Αν ο χώρος αυτός ανήκει σε κάποιους, τότε γιατί τον μοιράζονται και δεν ανταλλάσσουν mail μεταξύ τους;
Συγχωρείστε μου την περιέργεια…Ίσως υπάρχουν κάποιες απαγορεύσεις τις οποίες αγνοώ.
” ποιείν ” ή ” αναιρείν; Το δεύτερο είναι πιο εύκολο…
Αγαπητή venus:
Για τον Πίπη έχω μια βάσιμη υποψία το ποιος μπορεί να είναι. Μα δεν με ενδιαφέρει. Ο μόνος που γνωρίζει είναι ο κύριος Μουζάκης.
Για μένα ο Πίπης απέκτησε τον χαρακτήρα που αυθορμήτως του απέδωσα ως κομφορμιστικό ανδρείκελο που “ποιητίζει”. Μου ήταν υπεραρκετό.
Αλλά εκείνο το ζήτημα που θέσατε, αν ο χώρος ανήκει σε κάποιους, είναι πολύ σημαντικό, και θα μπορούσε η εξέτασή του να αναδείξει τις πραγματικές δυνατότητες που μπορεί να αποκτήσει μια ανοικτή διαλογική ιστοσελίδα εάν διαχωρήσει τα νεκροκρέβατα από τα νηπιαγωγεία.
Φυσικά και δε γνωρίζω ποιος είναι ο Πίπης. Το μόνο που γνωρίζω είναι ότι πρέπει να προσέχουμε. Κυκλοφορούν περιοδικάριοι με πολιτικά, όπως μου έλεγε νωρίτερα ένας φίλος … 🙂
Venus, o χώρος ανήκει σε όλους. Σκέψου ότι μου εκχωρεί το δικαίωμα να το λέω αυτό άνευ προηγούμενης εξουσιοδότησης. Αν αυτό δε σε πείθει, αναλογίσου ότι το ίδιο ισχύει και για τα δικά σου λεγόμενα. Αν και τότε δεν πείθεσαι, δε μ’ ενδιαφέρει να πειστείς.
Ευχαριστώ κ. Μουζάκη, τώρα πραγματικά ησύχασα…Αν σας ενοχλεί η ανωνυμία,έχετε απόλυτο δίκιο, μην είστε όμως τόσο καχύποπτος, κανείς δεν κινδυνεύει από την ανταλλαγή σχολίων μεταξύ ελεύθερων ανθρώπων, ειδικά αν είναι του νηπιαγωγείου!
Τα σέβη μου κ. Λειβαδά.
Aν και του νηπιαγωγείου, αγαπητή Venus, θα πω εξ αφορμής κάτι που αντιλαμβάνομαι ως σημαντικό.
Ανώνυμος είναι και ο καταδότης και ο καταγγέλων. Σε ό,τι με αφορά, προσπαθώ να προστατεύσω την ανωνυμία του καταγγέλλοντος καταγγέλοντας τον καταδότη.
Η ανωνυμία είναι προνόμιο που με θλίβει στη ράχη των ερπετών.
δεν εννοούσα εσάς,” του νηπιαγωγείου”, αλλά τα σχόλια που κατά καιρούς σας ενόχλησαν!
Υ.Γ Αυτή η εναλλαγή θλίψης, χαράς μπορεί να σας κουράσει…Πρόταση: μη διαβάζετε τα ανώνυμα, προσπεράστε τα!
φιλικά
Venus, λίαν χαριτωμένη η πίστη στις ικανότητές σας. Η διάθεσή μου, όμως, δεν είναι τόσο εξαρτημένη. Κατά τα άλλα, κουρασμένος έχω γεννηθεί. Πρόταση δεν έχω, φιλίαν ανταποδίδω.
Μπαίνοντας πριν από λίγο στο Ποιείν παρατήρησα κάποια σχόλια που μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση:
1.”Όταν η ποίηση γίνεται “μηχανή μύθου” κι ο μύθος δίνει την αφορμή για σχολιασμό της πραγματικότητας…”
2.”Μέσα στην ποίηση ο χρόνος καταργείται,οι τόποι συγχέονται,το αδύνατο πραγματοποιείται…”
Τοποθετώ και τα δύο στο δημιουργικό τους πλατό και σχολιάζω:
1. Αναρωτιέμαι εάν είναι γνωστό το φαινόμενο της στιχοπλοκής και της στιχομανίας. Τα λεξικά λένε τι είναι. Επίσης, για να γίνει ένα ποίημα “μηχανή μύθου” οφείλει να εμφανίσει έναν μη-τόπο, τουλάχιστον. Όχι αναπαραγωγή του φαντασιακού. θα σας συμβούλευα να κοιτάξετε τον Yeats.
2. Χρόνος στην ποίηση δεν υπάρχει ούτως ή άλλως. Χρόνος παράγεται μα είναι διαρκώς παράλληλος. Το “οι τόποι συγχέονται” το αφήνω ασχολίαστο… Αλλά το “αδύνατο πραγματοποιείται” είναι μάλλον ένας μπαλαφουμάς που σβήνοντας αφήνει μόνο μουτζούρα. Χρειάζεται κάποια υποστήριξη από τον σχολιαστή, αυτή η κουβέντα.
Τα λόγια του κ. Βαλαωρίτη θα πρεπει να τα πάρουμε ως αφοριστικά – χτυπάνε τα άκρα για να υποδείξουν το πρόβλημα.
Το να βγούνε άχρηστα πράματα προκαλεί αγανάκτηση αλλά δεν μπορείς να το εμποδίσεις!
Κανένα όνομα δεν μου προκαλεί δέος
Η ρίζα ενός δένδρου μου τρώει το σχήμα
(και η ποίηση ντογρού για το μνήμα)
Μια πέτρα μου αγκυλώνει το δάκτυλο
(μα το μυαλό στο ρόλο του. Λάστιχο!!)
και μου γδέρνει το μυαλό
(Μια μου φέρνει το καλό)
Τα μάτια μου γίνονται παρανάλωμα των φύλλων
(μια με αφήνει στο άλγος των ήλων)
Έτσι είναι εάν έτσι νομίζετε
Σε όλους εσάς με αγάπη
“Κάνω υπεράνθρωπες προσπάθειες να μιλήσω”
Και ορθώς πράτετε Κύριε Βαλαωρίτη! Απο εμάς μην περιμένετε! Πάει καιρός που είτε ξεχάσαμε τη γλώσσα μας, είτε την κατάπιαμε, είτε την πνίξαμε στα σάλια (δηλητηριώδη ή μη)!
Συμφωνώ και συγχρόνως διαφωνώ με όλους! Όμως θεωρώ ζωή, αναπνοή, δράση, όραμα, ελπίδα, όνειρο, σημείο ζωτικότητας και ύπαρξης πνεύματος, έστω κι από ελάχιστους, σ’ αυτή τη χώρα της πλήρους σχεδόν έλλειψης ΠΑΙΔΕΙΑΣ! Περπατήστε, συνεχίστε τους δρόμους σας και τις διαδρομές σας, είστε ότι πιο ελπιδοφόρο υπάρχει σ’ αυτή την τραυματισμένη χώρα! Μη φοβάστε τη διαφωνία, είναι πολύ – πολύ δημιουργική, περισσότερο απ’ ότι φαντάζεστε! Περπατήστε γιατί είστε μπροστάρηδες. Μια μέρα μέσα από ανθρώπους σαν κι εσάς θα βγει ένας νέος Σικελιανός, ένας νέος Παλαμάς, ένας νέος Βαλαωρίτης! Συνεχίστε, αυτό αποτελεί καθαρή και ουσιαστική ΠΡΟΟΔΟ ενός Λαού! Εκτιμώ τα λόγια όλων σας. Αντιπροσωπεύουν την Παιδεία σας! Και δόξα τω Θεώ έχετε σημαντική! Είστε η χαραυγή του καθημερινού αύριο! ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΟΛΟΥΣ!