cry_by_smth_fresh.jpg

Στα δάκρυα των λυπημένων καθρεφτίζομαι

Οι αυτόχθονες αυτού του κόσμου
κρύβονται πάντα μες στον θάνατο.
Γαυγίζει πάντα νηστικό το φεγγαράκι στης νύχτας το
σκυλόσπιτο
κιʼ η Άνοιξη —κεντήστρα αιώνια για τα προικιά της—
στα δάκρυα των λυπημένων καθρεφτίζεται.
Προσωπικά ρημάζω κάπου έκθετος στην αυτοκρατορία.
Πάει ένας κόσμος τώρα που μας έχεις λησμονήσει
κιʼ ίσως νομίζεις που έγινα αέρας
χρυσόσκονη στης πεταλούδας το φτερό
κόκκος που χόρτασε τον χρόνο.
Άλλα είμαι εδώ. Ακόμη θα είμαι εδώ.
Κρυμμένος, με τους άλλους μες στον θάνατο να σου
θυμίζω
τότε που η καρδιά μου πήγαινε από σε
κιʼ απʼ τις κατάλληλες θυρίδες άνθιζε το αίμα —
τα σύνορα τότε της ζωής π’ αναχαράζονταν — κι’ η μοίρα
εμοίραζε τα πρώτα της κλειδιά
του πρώτου κόσμου.

Να σου θυμίζω
που ρίζωνε το ρίγος στην ελιά
για ν’ ασημίζει μες στις φλέβες το σκοτάδι.
Τρεμόπαιγμα στο καταπληκτικό κενό
θαυμαστικό το θρόισμα έως θανάτου.
Στην αφθαρσία του χρόνου μαχαιριά.
Αλλά είμαι εδώ και πάντα
κυλά το ποταμάκι της αφής μέσα στην έλξη.

Στα δάκρυα των λυπημένων καθρεφτίζομαι
και πάω.

Στ’ απόκρυφα ριζώματα της ευδοκίας

Αυτό που πετιέται μέσα απ’τά μάτια σου φτιαγμένο από
φτερά
πού αφήνει σημάδια φυσώντας πάνω στήν άμμο,
καί γνέφει, πατώντας ελαφρά στόν κυμματισμό τών νερών,
στό θρόϊσμα που διακόπτει γιά λίγο τόν άλλο μας
θάνατο,
είναι αυτό που θέλει νά σβήσει τόν πόνο.

Αυτό που φέρνει μιά ρίζα από κόκκαλα μέσα στό φως,
στά νέρινα χωράφια της αιωνιότητας π’οργώνει η πλώρη,
καί κλαίει σάν χρώμα λυγίζοντας πάνω σ’ενα λουλούδι,
στ’ ωρίμασμα των καρπών που γυρίζει τόν ήλιο σέ έρωτα,
είναι αυτό που θέλει νά πάψει τόν χρόνο.

Αυτό που χτυπά μέ σφυριά τόν βοριά του χειμώνα,
π’ορθώνει τό σώμα πρός τό παράθυρο μιάς φυλακής,
καί πέφτει σάν ψίχουλο τ’ουρανού στήν αυλή του
σπουργίτη,
στ’αγκάλιασμα του νερού και ροής που ιδρύει τόν πόθο
στά σπλάχνα μας,
είναι αυτό που θέλει νά κλείσει τή θλίψη.

Ζητάτε νά κατέβω στό χώμα γυμνός, μά εγώ
πηγαίνω νά βρώ, ντυμένος τόν κόσμο, τόν ήλιο.
Γιατί δέν αγάπησα πολύ, οπως και σείς.
Γιατί έχω ακόμη ν’αγαπήσω,
Αυγουστος μπαίνω θριαμβικά στό φώς του θανάτου.

Από τήν τελευταία ποιητική συλλογή στίς Εκδ.
Γαβριηλίδης , 2007 :
” Ολα που χύνονται στό άσπρο απαλά ”

(το δεύτερο ποίημα αντί στεφάνου από τη Νατάσα Κεσμέτη)

Σύντομο βιογραφικό:

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22-12-1936. Σπούδασε κινηματογράφο στην Κρατική Σχολή Κινηματογραφίας στο Παρίσι (1960 ως το 1973). Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές:

«Μετρώντας τα χαμόγελα», Αθήνα 1964.
«Ανερχόμενοι Ρόμβοι», Όστρια 1981.
«65 ποιήματα της νότιας πολιτείας του μυαλού μου», Όστρια 1983.
«Σε μωβ ελάσσονα», Πλέθρον 1984.
«Μπάλος για ένα χορευτή και το άσπρο», Πλέθρον 1986.
«Η δροσερή επαύριον της ουτοπίας», Νέα Σύνορα / Λιβάνης 1991.
«Οι αόρατοι εκδρομείς του Θεού», Αστρολάβος / Ευθύνη 1993.
«Η ενάτη με το φύσημα» Αστρολάβος /Ευθύνη 1997
«Μαθήματα πρωτοβάθμιας άνοιξης»,Οι εκδόσεις των φίλων 2000
Η κωμωδία της έλξης », εκδ. Οι εκδόσεις των φίλων, 2004.
«Ποιήματα [1965- 2004], Επιλογή », εκδ. Γαβριηλίδης, 2005. (Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών)
«Όλα που χύνονται στο άσπρο απαλά» εκδ. Γαβριηλίδης, 2007
Μεταφράσεις:

Χοσέ Λεθάμα Λίμα «Το παιχνίδι των αποκεφαλισμών», Λιβάνης 1987.
Ζαν Ταρντιέ «Τρία πρόσωπα μέσα σε ζωγραφιές» (Θεατρικό), περ. Πάροδος 1988.

Υ.Γ: Χάρη στον Γ. Μίχο και τα γρήγορα αντανακλαστικά του.