ΤΙ-ΒΙΔΑ
Στον τηλεοπτικό του captain Jimmy
που αυτόν χαζεύετε κι εσείς
σήμερα εκφωνεί μια δεσποινίς
που ‘χει τα προσόντα της στην κνήμη.
Μήνες τώρα που ‘χει ξεκινήσει
ο σταθμός αυτός με δανεικά
κι ώσπου ν’ ανθιστεί τα μυστικά
το κεφάλαιο θα το ‘χει αφανίσει.
Πλέκει σ’ ουρανό που θέλει τέχνη
με λογής λογής ερτζιανά.
Έχει ραγισμένα πλαϊνά
και για κάπτεν ένα βιοτέχνη.
Οι ρεπόρτερ πέφτουν όλοι ηρωϊκά,
των ειδήσεων το τιμ βαθιά σφαγμένο
κι αν ρωτάς για τα αθλητικά
μοιάζουνε σκαρί φουνταρισμένο.
Και ο πλοιοκτήτης του σταθμού,
βάζοντας στη μύτη άσπρη σκόνη,
στέκεται στην άκρη του γκρεμού
κι ονειρεύεται να γίνει Μπερλουσκόνι.
ΚΑΜΑΝΤΖΟ ΞΕΡΗ
Χόρεψε πάνω στο δαυλί του Καββαθία.
Άκαφτη αναστενάρισα, κάψου από πόθο.
Ξέχασε τον Ιγνάθιο, τον Σάντσεθ, το Μεχία,
άσε την ποίηση και χάρισέ μου ένα νόθο!
Όλοι ποιητάδες πια, όλοι πεζογράφοι.
Ρίξε μου μία δαγκωνιά σαν σμέρνα.
Κοίτα το άβρεχτο το τζόβεννο, που γράφει
για τα ταξίδια του μέσα στη στέρνα.
Όλοι Μπουκόφσκι αίφνης, με δυο ποτηράκια.
Κέρουακ του γλυκού νερού και τζάμπα μάγκες.
Των μπαρ και των σκυλάδικων φλωράκια.
Μαμόθρεφτα με ειδικές ανάγκες.
Μελό πουλάν και λαϊκό, με διαλόγους
αυθεντικού κατιναριού, που πλήττει.
Μικρολογίες και περιθώριο και λόγους
συνοικιακού λεβέντη μες το σπίτι.
Κάτι όπως τα βάσανα του Ζαχαρία
με τη χοντρή σε λαϊκό ρομάντζο.
Χόρεψε πάνω στο δαυλί του Καββαθία
κι άστους να κάνουν στην ξερή καμάντζο.
ΜΟΥΣΙ
Ξύρισε το μούσι αποβραδίς
βάλε λίγο σπρέι στις μασχάλες,
ρίξε ταλαρίσιες δυο ροχάλες
κι έλα στην κουκέτα να με δεις
Πρώτο μπάρκο κι είσαι δεκαοκτώ
μπρατσωμένος και με δέρμα σα λουστρίνι,
στήθος μάρμαρο και πίσω φινιστρίνι
Το περπάτημά σου λίγο τουρλωτό.
Σε παραμονεύει ο θερμαστής
κι ο μάγειρας στην έχει κιόλας στήσει.
Ο λοστρόμος σκέφτεται άλλη λύση,
συ είσαι όμως δικός μου θαυμαστής.
Βλαστημάει ο κάπτεν τον καιρό
κι είν’ αλάργα τόσο η Τοκοπίλλα.
Τα μπουρδέλλα δεν μπορώ να καρτερώ,
κάλλιο η δικιά σου βαρβατίλα.
ΜΑΦΑΝΤΡΑ
Έβαλες πάλι στο πικάπ το Μπολερό
κι έβγαλες το δαντελωτό σου μεσοφόρι.
ύστερα έψαξες να βρεις το μπανιερό
Ξάπλωσες, πήρες στο τηλέφωνο τον Λώρη.
Δεν απαντά. Σ’ αρέσει σφόδρα ο Ραβέλ,
σιχαίνεσαι τους ναυτικούς και τον πουνέντε.
έγειρες, πήρες να διαβάσεις μια “Βαβέλ”,
Την τέλειωσες και άνοιξες το “Παρά Πέντε”.
Ο Altan στη δίνει, μύτη σαν ντολμάς.
Milo Manara – πολύ σέξι η παιδίσκη.
Σ’ ενθουσιάζει ο Reiser και ο Αρκάς,
Καλός ο Edika, βιτριόλι ο Wolinski.
Μπρούμητα στρέφεις, τηλεφώνημα από Σφαξ.
Στ’ ακουστικό ο άντρας σου ο λοστρόμος.
Του λες αλήθεια – ψέματα εναλλάξ.
Ας πάει αύτανδρο το μότορσιπ o “Tρόμος”.
Θέλει τη θάλασσα αυτός κι εσύ βουνό.
Άφησε τον δικό σου γι’ άλλους κόλπους.
Βγάζεις βιμπρέιτορ γιατί αισθάνεσαι κενό.
Κι όχι ότι δεν έχεις κι άλλους τρόπους.
Επίμετρο: Σοφία Κολοτούρου
Πολύ καλό, δεν το ήξερα.Βάλε και κάτι από τον Φαβάκη 🙂
Ας κάνω εγώ ένα σχόλιο μια και δεν κάνει κανείς! Στο πρώτο ποίημα, εκεί που λέει:
“Πλέκει σ’ ουρανό που θέλει τέχνη” , πιστεύω πως έχει γίνει τυπογραφικό λάθος και ήθελε να πει “πλέει σε ουρανό που θέλει τέχνη” (προφανώς!). Το άφησα όμως, επειδή είναι έτσι τυπωμάνο στο βιβλίο, έχοντας κατά νουν να το σχολιάσω εκ των υστέρων.
Σοφία τα πράγματα δεν είναι έτσι. Και κάποιος πρέπει να σου το πει και να σε προστατεύσει. Απευθύνομαι μόνο σε σένα και δεν απαντώ σε κανέναν άλλον. Δεν μπορεί να παρωδηθεί ο ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ. Και οπωσδήποτε έπρεπε να προστατευτείς από ένα τέτοιο παραλογοτεχνικό ατόπημα. Δεν το είδε κάποιος, δεν το συζήτησε κάποιος προηγουμένως μαζί σου; Μήπως η σύνταξη του ηλεκτρονικού περιοδικού, δεν κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο; Ή συμβαίνει κάτι άλλο;
Κύριε Κανελλόπουλε, ξέρετε πόσο εκτιμώ την κρίση σας. Αν το θεωρείτε παραλογοτεχνικό ατόπημα, να το συζητήσουμε.
Σας διαβεβαιώ όμως ότι πριν δημοσιευτεί το σημερινό (και το επίμετρο) το διάβασαν και το ενέκριναν και ο κύριος Παστάκας και ο Σπύρος Αραβανής. Μάλιστα σχεδιάζαμε οι επόμενες παρωδίες να είναι του Καβάφη, όπως αναφέρεται παραπάνω.
Σκεφτόμουν ότι δεν θα βάζαμε οποιεσδήποτε παρωδίες, αλλά μόνον όσες στέκουν ποιητικά. Για να δείξουμε την επίδραση του Καββαδία στο κοινό, αλλά και τις εμπνεύσεις που προκάλεσε, έστω και δι’ αυτού του τρόπου (των παρωδιών).
Αν ωστόσο θεωρείτε το όλο εγχείρημα λάθος, είμαι πρόθυμη να το συζητήσουμε κι αν με πείσετε να αναθεωρήσω τις σκέψεις μου ως προς τις παρωδίες γενικότερα. Με προβληματίσατε, ομολογώ.
O Καββαδίας δεν κινδυνεύει από τους παρωδούς του, όπως και όλοι οι μεγάλοι…Το αντίθετο μάλλον.
Ο Μπόρχες μας δίδαξε πως ένα έργο είναι μεγάλο μόνον όταν μπορεί να αντεπεξέλθει στις κακοποιήσεις του…Του λείπει η αίσθηση του χιούμορ Σοφία (μια και απευθύνεται μόνο σε σένα), και δεν χρειάζεται να προβληματίζεσαι….
Θα συνεχίσουμε και με τους άλλους…
Πάντως βρε παιδιά ατός του ο κυρ Κόλλιας θα είχε σκάσει στα γέλια…
Οι παρωδίες όταν είναι επιτυχημένες αναδεικνύουν και το θύμα και τον αυτουργό.
Αντίθετα αν οι παρωδίες είναι ανεπιτυχείς εκθέτουν μόνο το μιμητή…
Η δημοσίευση τέτοιων παρωδιών στο Ποιείν δεν είναι απαραίτητη αλλά και ούτε υποχρεωτικά καταδικαστέα Δημήτρη μου .
Εγώ απήλαυσα ορισμένα σημεία του εξαίρετου εντομολόγου Σκαμπαρδώνη . Άκουγα μάλιστα σε μόρς και τους καγχασμούς του γέροντα μαρκονιστή.
Κύριε Κανελλόπουλε, γιατί εγώ απαντώ σε εσάς, κι ας το απαγορεύσατε, η Σοφία απλά μας γνωστοποιήσε κάτι που έξεδωσε γνωστότατος συγγραφέας πριν χρόνια. Δεν τα έγραψε η ίδια. Προς τι το ατοπημα; Να το κάψει τιο βιβλίο; Είναι χίλιες φορές καλύτερη η ύπαρξή του από πχ τις “Μαμάδες βορείων προαστίων”. Γιατί αυτό είναι ακίνδυνο, παιχνίδι, ξεχνιέται μόλις το διαβάσεις ενώ το δεύτερο επικίνδυνο.
Αγαπητή μου Σοφία το χάρηκα το άρθρο σου που μόλις διάβασα (ναι, με μεγάλη καθυστέρηση και λυπάμαι γι αυτό)..
Παρά την καθυστέρηση θα ήθελα κι εγώ να προσθέσω το παροιμιώδες λιθαράκι μου στις απαντήσεις στον κύριο Κανελλόπουλο (παρότι δε θα απαντήσει, όπως δηλώνει, κι εξ άλλου έχουν περάσει χρόνια κι ίσως να έχει αναθερωρήσει):
Πρώτα ήθελα να πω ότι μου φαίνεται αδιανόητο να θέτουμε περιορισμούς τύπου «Δεν μπορεί να παρωδηθεί ο ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ». που θυμίζουν την απαγόρευση να ζωγραφιστεί ο Μωάμεθ. Μα, ας πούμε πως αυτό είναι προσωπική μου άποψη.
Γι αυτό προσθέτω:
Η παρωδία και το pastiche (παστίτσιο το εξελλήνισε ο Σεφέρης που πολύ το αγάπησε) είναι απολύτως αναγνωρισμένα και όχι μόνο ως εξαιρετική άσκηση για ένα ποιητή ή πεζογράφο (διότι ναι, έχουμε και πεζές παρωδίες).
Μάλιστα ο Proust (στο ‘Contre Saint-Beuve’) υποστήριξε ότι σωστή κριτική ενός έργου οφείλει να γράφεται στο ύφος του έργου. Διότι μόνο δια του ‘παστίτσιου’ ο κριτικός θα κατανοήσει το δημιουργό.
Λέει (μεταφράζω πρόχειρα):
‘Όταν διάβαζα ένα συγγραφέα, αμέσως έπιανα το ρυθμό του τραγουδιού κάτω απ’ τις λέξεις ο οποίος σε κάθε δημιουργό είναι διαφορετικός από κάθε άλλου…’.
Με ευχές για Καλό υπόλοιπο καλοκαίρι,
σας χαιρετώ.
Θα το κάνω το σχόλιο , αν και κινδυνεύω να αντιμετωπίσω την περίπτωση ο κ, Κανελλόπουλος να έχει πεθάνει !!!!!!!!!! Εγώ παρωδώ τον θεό τον Καββαδία θα φοβηθώ !!!!!!
Εγώ βρήκα τις παρωδίες “θησαυρό” και πολύ πετυχημένες και επίκαιρες. Ο Σκαμπαρδώνης “έγραψε” και απέδειξε συνέχεια με τους αρχαίους συγγραφείς.
Συμφωνώ ανεπιφύλακτα με την κυρία Κολοτούρου, η οποία, ομολογουμένως, μας εξέπληξε ευχάριστα, ωστόσο μεταφέρω εδώ αυτολεξεί ένα “παραλειπόμενο” για τον ποιητή από σχετικό άρθρο του Γ. Ζεβελάκη στο περιοδικό the books’ journal, τεύχος 77:
[…]Δεν ξέρουμε όμως σχεδόν τίποτε για τις μουσικές του προτιμήσεις εκτός από τη μαρτυρία του Μανόλη Αναγνωστάκη. Είχε τραγουδήσει κάποτε σε μια παρέα στη Θεσσαλονίκη ένα ποίημα από το Μαραμπού σε ρυθμό ρεμπέτικο του Τσιτσάνη. Ο παρευρισκόμενο Καββαδίας στεναχωρήθηκε γιατί θεώρησε ότι μια τέτοια σύνδεση υποτιμούσε την ποίησή του.