ΤΙ-ΒΙΔΑ

kavathias-nikos.jpg
Στον τηλεοπτικό του captain Jimmy
που αυτόν χαζεύετε κι εσείς
σήμερα εκφωνεί μια δεσποινίς
που ‘χει τα προσόντα της στην κνήμη.

Μήνες τώρα που ‘χει ξεκινήσει
ο σταθμός αυτός με δανεικά
κι ώσπου ν’ ανθιστεί τα μυστικά
το κεφάλαιο θα το ‘χει αφανίσει.

Πλέκει σ’ ουρανό που θέλει τέχνη
με λογής λογής ερτζιανά.
Έχει ραγισμένα πλαϊνά
και για κάπτεν ένα βιοτέχνη.

Οι ρεπόρτερ πέφτουν όλοι ηρωϊκά,
των ειδήσεων το τιμ βαθιά σφαγμένο
κι αν ρωτάς για τα αθλητικά
μοιάζουνε σκαρί φουνταρισμένο.

Και ο πλοιοκτήτης του σταθμού,
βάζοντας στη μύτη άσπρη σκόνη,
στέκεται στην άκρη του γκρεμού
κι ονειρεύεται να γίνει Μπερλουσκόνι.

ΚΑΜΑΝΤΖΟ ΞΕΡΗ

Χόρεψε πάνω στο δαυλί του Καββαθία.
Άκαφτη αναστενάρισα, κάψου από πόθο.
Ξέχασε τον Ιγνάθιο, τον Σάντσεθ, το Μεχία,
άσε την ποίηση και χάρισέ μου ένα νόθο!

Όλοι ποιητάδες πια, όλοι πεζογράφοι.
Ρίξε μου μία δαγκωνιά σαν σμέρνα.
Κοίτα το άβρεχτο το τζόβεννο, που γράφει
για τα ταξίδια του μέσα στη στέρνα.

Όλοι Μπουκόφσκι αίφνης, με δυο ποτηράκια.
Κέρουακ του γλυκού νερού και τζάμπα μάγκες.
Των μπαρ και των σκυλάδικων φλωράκια.
Μαμόθρεφτα με ειδικές ανάγκες.

Μελό πουλάν και λαϊκό, με διαλόγους
αυθεντικού κατιναριού, που πλήττει.
Μικρολογίες και περιθώριο και λόγους
συνοικιακού λεβέντη μες το σπίτι.

Κάτι όπως τα βάσανα του Ζαχαρία
με τη χοντρή σε λαϊκό ρομάντζο.
Χόρεψε πάνω στο δαυλί του Καββαθία
κι άστους να κάνουν στην ξερή καμάντζο.

ΜΟΥΣΙ

Ξύρισε το μούσι αποβραδίς
βάλε λίγο σπρέι στις μασχάλες,
ρίξε ταλαρίσιες δυο ροχάλες
κι έλα στην κουκέτα να με δεις

Πρώτο μπάρκο κι είσαι δεκαοκτώ
μπρατσωμένος και με δέρμα σα λουστρίνι,
στήθος μάρμαρο και πίσω φινιστρίνι
Το περπάτημά σου λίγο τουρλωτό.

Σε παραμονεύει ο θερμαστής
κι ο μάγειρας στην έχει κιόλας στήσει.
Ο λοστρόμος σκέφτεται άλλη λύση,
συ είσαι όμως δικός μου θαυμαστής.

Βλαστημάει ο κάπτεν τον καιρό
κι είν’ αλάργα τόσο η Τοκοπίλλα.
Τα μπουρδέλλα δεν μπορώ να καρτερώ,
κάλλιο η δικιά σου βαρβατίλα.

ΜΑΦΑΝΤΡΑ

Έβαλες πάλι στο πικάπ το Μπολερό
κι έβγαλες το δαντελωτό σου μεσοφόρι.
ύστερα έψαξες να βρεις το μπανιερό
Ξάπλωσες, πήρες στο τηλέφωνο τον Λώρη.

Δεν απαντά. Σ’ αρέσει σφόδρα ο Ραβέλ,
σιχαίνεσαι τους ναυτικούς και τον πουνέντε.
έγειρες, πήρες να διαβάσεις μια “Βαβέλ”,
Την τέλειωσες και άνοιξες το “Παρά Πέντε”.
Ο Altan στη δίνει, μύτη σαν ντολμάς.
Milo Manara – πολύ σέξι η παιδίσκη.
Σ’ ενθουσιάζει ο Reiser και ο Αρκάς,
Καλός ο Edika, βιτριόλι ο Wolinski.

Μπρούμητα στρέφεις, τηλεφώνημα από Σφαξ.
Στ’ ακουστικό ο άντρας σου ο λοστρόμος.
Του λες αλήθεια – ψέματα εναλλάξ.
Ας πάει αύτανδρο το μότορσιπ o “Tρόμος”.

Θέλει τη θάλασσα αυτός κι εσύ βουνό.
Άφησε τον δικό σου γι’ άλλους κόλπους.
Βγάζεις βιμπρέιτορ γιατί αισθάνεσαι κενό.
Κι όχι ότι δεν έχεις κι άλλους τρόπους.

Επίμετρο: Σοφία Κολοτούρου

 

 

Μέτρο της επιτυχίας ενός ποιητή στο ευρύ κοινό είναι συχνά (κατά φαινομενικά παράδοξο τρόπο) και η διάθεση του κόσμου να παρωδήσει τα ποιήματα/τραγούδια του. Μια τέτοια περίπτωση είναι εκείνη του Νίκου Καββαδία, του οποίου τα ποιήματα όχι μόνο έχουν αγαπηθεί από το κοινό, αλλά και επίσης έχουν την τάση να παρωδούνται στις διάφορες παρέες. (Η παρέα ενός φίλου έχει διασκευάσει τραγουδιστά το Κούρο Σίβο σε ….γέρο-Σίμο και με διαβεβαιώνουν ότι έχουν τραγουδήσει σε μαγαζί το εξής: “η καμπαρντίνα” Η καμπαρντίνα όλα τα κρύβει/ την έσφιξε ο γέρο-Σίμος με μια ζώνη…” χωρίς αρχικά το κοινό να αντιληφθεί τη διαφορά! )Σε αυτό το πνεύμα κινείται και το βιβλιαράκι “Τα ταμπού και μούσι”, που o Γιώργος Σκαμπαρδώνης (με το ψευδώνυμο “Nίκος Καββαθίας”) εξέδωσε το 1991, από τον εκδοτικό οργανισμό Θεσσαλονίκης, με 12 ποιήματα-παρωδίες γνωστών ποιημάτων του Καββαδία. Το βιβλιαράκι αυτό έπεσε στα χέρια μου τυχαία σε μια εκδρομή στη συμπρωτεύουσα, και εκ των υστέρων ανακάλυψα ότι είναι από καιρό εξαφανισμένο από τα βιβλιοπωλεία της Αθήνας (αν είχε αρχικά κυκλοφορήσει σε αυτά). Επειδή θεωρώ ότι μπορεί να γράψει επιτυχημένες παρωδίες μόνον κάποιος που γνωρίζει άριστα το ύφος και το στυλ του πρωτοτύπου, και επειδή πιστεύω πως είναι κρίμα να μένει ξεχασμένο το βιβλιαράκι αυτό, αποφάσισα να σας παρουσιάσω εδώ τα 4 από τα 12 ποιήματα.