
ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ STEPHANE MALLARME
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΔΕΟΓΡΑΜΜΑ
ΑΘΗΝΑΙ 1992
ΠΡΟΜΕΤΩΠΙΔΑ
F. ROPS
ΑΠΕΔΩΣΕ
Γ. Σ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΑΣ
ΟΠΤΑΣΙΑ
Θλιβόταν η σελήνη . Σεραφείμ με ολοφυρμούς
Σε όνειρα τα δοξάρια τους κρατώντας μες σε ανθούς
Αχνόλουστους , βαθιά από βιόλες που ʽσβηναν αντλούσαν
Λευκούς λυγμούς που σε γαλάζιους κάλυκες γλιστρούσαν .
– ήταν η ευλογητή μέρα του πρώτου σου φιλιού .
Άκαμπτη φαντασία δικού μου ειρμού μαρτυρικού
Μεθούσε έντεχνα τότε με του μύρου την οδύνη
Που δίχως μεταμέλεια και πίκρα ωστόσο αφήνει
Το τρύγημα ενός ονείρου στον τρυγητή παλμό .
Διαβάτης το λιθόστρωτο ατένιζα το παλιό
Ότε , έχοντας τον ήλιο στα μαλλιά , μέσα στο βράδυ
Και μες στον δρόμο , πρόβαλες , μειδιώντας με , όλο χάρη ,
Και νόμισα πως έβλεπα με κάλυμμα φωτός
Τη νεράιδα που μου ʽφέρνε ο ύπνος μου ο παιδικός
Με μισόκλειστ΄ αφήνοντας στο πέρασμα της χέρια
Να πέφτουν μύριες χιονοδέσμες μυρωμένα αστέρια .
ΘΑΛΑΣΣΙΝΗ ΑΥΡΑ
Η σάρκα εθλίβη , άλλοι ! και διάβασα όλα τα βιβλία .
Να φύγω ! εκεί να φύγω ! νιώθω με πόση γοητεία
Μεθούν τα πουλιά ανάμεσα σε αφρούς και σε ουρανό !
Τίποτα , ούτε αρχαίοι κήποι σε ματιών κατοπτρισμό ,
Δεν σταματά την καρδιά αυτή που η θάλασσα διαβρέχει ,
Νύκτες ! ούτε το έρημο φως της λάμπας μου που αντέχει
Πάνω στο χαρτί τʼ άδειο , λευκότητα αμυντική
Κι ούτε η νεαρή γυναίκα η θηλάζουσα το παιδί .
Θα φύγω ! πλοίο , έχοντας την εξάρτιση λικνίσει ,
Την άγκυρα σου σήκωσε για ξωτική μια φύση !
Μια ανία , συντριμμένη απʼ των ελπίδων τον δαρμό ,
Στων μαντηλιών πιστεύει τον στερνό χαιρετισμό
Ακόμα ! κʼ ίσως οι ιστοί που καλούν τις τρικυμίες
Είναι απʼ αυτούς που ο άνεμος γέρνει σε ναυάγιων λείες ,
Χωρίς ιστούς , χωρίς ιστούς ούτε εύφορα νησιά …
Μα , το άσμα των ναυτών άκου , ω φευγάτη μου καρδιά !
ΣΤΕΝΑΓΜΟΣ
Η ψυχή μου στο μέτωπο σου , ω γαλήνη αδελφή ,
Όπου όνειρο φθινοπώρου στικτό έχει χρυσωθεί
Και προς το ουράνιο αγγελικό σου βλέμμα πλανωμένη ,
Σαν μέσα σʼ ένα κήπο μελαγχολικό ανεβαίνει ,
Πιστή υδάτινη στήλη , στεναγμός προς το Γλαυκό !
– προς το Γλαυκό χάδι του Οκτώβρη το χλωμό και αγνό
Μες στις δεξαμενές τον μαρασμό που καθρεφτίζει
Κι αφήνει στο νερό που η αγωνία κιτρινίζει
Με φύλλα σκόρπια από άνεμο σε αυλάκι τον ψυχρό ,
Του ήλιου να μακροσέρνεται ένα κύμα πελιδνό .
ΑΣΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
Ο ήλιος που μια του στάση μόνη
Κορφή υπερφυσική σιμώνει
Σε λίγο ξαναπέφτει πια
αιμάτινη φωτιά
Νιώθω σαν στα θεμέλια βάθη
Το έρεβος σύμπαν να ενετάθη
Μέσα σε ρίγος επαφή
Στην ενιαία υφή
Και η ιπτάμενη κεφαλή μου
Θεώρηση σκοπιάς ερήμου
Σε εξάρσεις τόνου θριαμβικού
Του δρέπανου αυτού
Σαν διάσπαση έχει ξεχωρίσει
Απώθηση μάλλον η τμήση
Για ότι αρχαίο δεν συμφωνεί
Μαζί με το κορμί
Ασκητικά απορροφημένη
Να συνεχίσει ας επιμένει
Σε ανάπτυγμα με βλοσυρό
το βλέμμα της αγνό
εκεί υψηλά όπου η ψυχρότης
η αιώνια μόνο έχει σκοπό της
να το υπερβάλλετε απʼ αρχής
ω άμετροι πάγοι εσείς
μα κατά κάποιο βάπτισμʼαίδιο
θρέμμα φωτός μια χάρη στο ίδιο
στοιχείο που έχω επιλεγεί
γέρνει λυτρωτική .
ΑΤΙΤΛΟ
Γυναίκα
Χωρίς υπερδιέγερση ειδικού φλογμού
Το ρόδο που αμείλικτο ή από τραύμα εξαντλημένο
Όμοια απʼ το ντύμα το λευκό ή το πορφυρό λυμένο
Για να νιώσει μες τη σάρκα του δάκρυο διαμαντιού
Ναι χωρίς την δροσιά την κρίση αυτή η κίνηση αβρού
Τρόπου κι ούτε αύρα αν και, μαζί , διάβα ουρανού οργισμένο
Ζηλότυπο φέρνοντας διάστημα από εμέ αγνοημένο
Σε απλή μέρα τρισαλήθεια μέρα του παλμού ,
Δεν σου εινʼ αισθητό αυτό , ας λέμε , παρά σε κάθε χρόνο
Όταν η αυθόρμητη του χάρη αναγεννιέται δώρο
Στην ειδή σου να φτάνει ως θέλει μια έκφανση κʼ εγώ
Σαν θαλερό ριπίδι μες το δώμα ενώ εκθαμβώνει
Ορθώνοντας με αρμόζοντα εδώ λίγο τρανταγμό
Την όλη μας φιλία που θλίβουν οι έμφυτοι ίδιοι τόνοι .
ΑΣΜΑΤΙΑ
Ά
Μονάζουσα μια κάποια ιδιομορφία
Χωρίς κύκνο και προκυμαία χωρίς
Θεάται την δική της αχρηστία
Στο βλέμμα που εγκατέλειψα αρνητής
Εδώ αισθητή κενοδοξίας δόση
Τόσο υψωμένη ώστε να μην θίγει
Πώχουν οι ουρανοί της χρώμα εκτονώσει
Μαζί με δυσμική χρυσορροή
Όμως περιπαθώς ξανοίγει ωραίο
Σαν σηκωμένο ένα πανί λευκό
Πουλί φυγής βυθίζετε δρομαίο
Παράπλευρη ανασκίρτηση σʼαυτό
Μέσα στο κύμα εσύ μεταπλασμένη
Ολʼ η αγαλλίαση σου η γυμνωμένη .
ΣΟΝΕΤΑ ΕΠΑΛΛΗΛΑ
ΑΤΙΤΛΟ
Με νίκη απʼ την αυτοκτονία διαφυγή ομορφιάς
Δοξαστός δαυλός , αίμα αφρός , χρυσάφι , τρικυμία !
Ω γέλιο εάν πορφύρας εκεί κάτω ετοιμασία
Τάφο μου απόντα φθάνει μόνο ρηγικής θωριάς .
Τι ! απʼ όλη αυτή τη λάμψη ούτε υπόλειμμα φθοράς
Δεν μένει , είναι μεσάνυκτα , στην σκιά μας πανδαισία ,
Μια κεφαλή ενώ ξεχωρίζει πλούτου οιηματία ,
Θωπείας κερνά νωχέλεια δίχως διάχυση φωτιάς ,
Η δική σου εάν πάντοτε η απόλαυση ! η δική σου
Ναι μόνη ας κρατεί απʼ τα ουράνια λιπόθυμης αβύσσου
Λίγη απλότητα σκιάδι σου θριαμβικό
Όταν την θέτεις επανάπαυση σε ενάργειας ώρα
Σαν αυτοκράτειρας παιδιού κράνος πολεμικό
Που θα ʼπεφτε για ιστόρηση σου μες από τα ρόδα .
Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ EDGAR POE
Τέτοιο ως να ναι ο ίδιος πια ας του αλλαζʼ η αιωνιότης ντύμα ,
Μʼ ένα μαχαίρι ξεσηκώνει ο ποιητής γυμνό
Την ξαφνιασμένη του εποχή που δεν ήταν γνωστό
Πως θριάμβευεν ο θάνατος στο έμφωνο τούτο κλίμα !
Εκείνη , όρμημα ύδρας πριν στου αγγέλου εμπρός το ρήμα
Στις λέξεις της φυλής νόημα που ʽδινε αγνό
Έξοχο επευφήμησαν τον πιωμένο μάγο αχό
Μες στο χωρίς καμιά τιμή μίγματος μαύρου κύμα .
Από γη κι από νεφέλη εχθρούς ,ω αιχμηρό γραφτό !
Με την ιδέα μας μαζί αν δεν λαξευθεί γλυπτό
Που τον περίλαμπρο του Poe τάφο να κοσμήσει ,
Γαλήνη όγκου εδώ πεσμένου σκοτεινής πληγής ,
Όριο για πάντα ας δείχνει του γρανίτη τούτου η φύση
Προς τη μαυρόφτερη ʽΑρά διασποράς μελλοντικής .
ΑΤΙΤΛΟ
Στην νεφέλη κατάθλιψη εν σιγή
Λάβας κι από βασάλτη ύφαλου φύση
Την ίδια ηχώ έχει ακόμα αιχμαλωτίσει
Με σάλπιγγα που άτονα διενεργεί
Ποιο ταφικό ναυάγιον ( εκεί ,
Αφρέ , το ξέρεις , μα έχεις ξεχειλίσει )
Στερνό μες τα ρημάδια πάει να σβήσει
Τον ιστόν ήδη που έχει απεκδυθεί
Η αυτό μονάχα ξέχωρη μανία
Από έλλειψη φθοράς σε κυριαρχία
Ολʼ η άβυσσος ματαίως η εκτατή
Μες το μαλλί τής τόσο λεύκης ίνας
Που απλήστως θα ʼχει πνίξει προστριβή
Το πλεύρισμα αποκύημα σειρήνας .
ΕΓΚΥΚΛΙΑ
Ά
Στο ξύπνημα σας τίποτα δεν υστερεί
Πέρʼ από κάποιο μορφασμό θεωρημένο
Μειονεκτικό αν το γέλιο παρακινημένο
Φτερό δικό σας στα προσκέφαλα δονεί .
Ο ύπνος σας ο ανάλαφρος ας αδιαφορεί ,
Δίχως φόβο απήχημα πνοής δηλωμένο
Στο ξύπνημα σας τίποτα δεν υστερεί
Πέρʼ από κάποιο μορφασμό θεωρημένο
Τα όνειρα όλα σε εκστασιασμού διαταραχή
Σαν τα γοητεύει αυτό το κάλλος ενταγμένο
Για μάγουλου ύφος δεν αρκούνε διανθισμένο
Διαμάντια απλήρωτα σε βλέμματος ριπή
Στο ξύπνημα σας τίποτα δεν υστερεί .
(Επιλογή-Επιμέλεια: Τάσος Δενελάβας)
Συμφωνώ, αγαπητέ Μίχο. Στον Δάρρα πρέπουν συγχαρητήρια και ύμνοι για όλα όσα έχει κάνει “υπέρ του κάλλους”.
Συμφωνώ, αγαπητέ Κεντρωτή. Αλλά δεν θα είχες που να απευθύνεις τους ύμνους σου περί κάλλους αν δεν προϋπήρχε ο Πατριαεχέας του Δάρρα…
Μήπως θέλετε να σας υιοθετήσω;
… Άριστα….
Το έχω από χρόνια στη βιβλιοθήκη. Του Δάρρα που λέτε δεν την έχω υπόψιν τη μετάφραση, μήπως να βάλει κάποιος από σας κάτι που την έχει;
Περίμενα βέβαια κάτι άλλο σήμερα, λόγω Πρωτομαγιάς. Ας είναι.
Ωστόσο, κανείς δεν πρόσεξε το όνομα του σημερινού επιμελητή;
Σπάω το κεφάλι μου να θυμηθώ ποιά άλλη μετάφραση του Μαλλαρμέ θυμάμαι. Ποιός έγραψε το “βεντάλια υψώτει, μια μανδόλια λυπημένη..”; Θα μ’ αναγκάσετε να ψάξω στη βιβλιοθήκη, αν και άρτι αφιχθείσα από ουζερί της Χαλκίδας…
Το πρωτομαγιάτικο αύριο…σήμερα όπως κι εσύ ουζάκι και βολτούλα στο..πάνθεον της ποίησης….
Καλό ξεσκόνισμα στα ράφια σου….
Καλώς κ. Σαιτάρχα, αλλά περάσαμε πρώτα και από την πορεία για να μην ξεχνιόμαστε…
…πάμε στη βιβλιοθήκη μας τώρα…
Α! εδώ είναι! λοιπόν, έχω και τη μετάφραση του Τάκη Βαρβιτσιώτη (εκδόσεις Αρμός 1999 και μάλιστα δίγλωσση) και μπορώ να πω (με τα φτωχά μου Γαλλικά) ότι μου είχε φανεί πολύ καλύτερη από του Πατριαρχέα.
Οσο για το στίχο που έλεγα, έχει σχέση με το ποίημα για τη δαντέλλα και λέει (το σκότωσα πριν) ” …Μανδόλα υπνώττει, μια μανδόλα λυπημένη/ του μηδενός κοιλότητα μηδενική…”
Δεν ξέρω, ίσως θα έπρεπε να αντιπαραβάλλω τη μετάφραση του Βαρβιτσιώτη στα παραπάνω για να μου πείτε κι εσείς τη γνώμη σας….
Καλησπέρες, ενα όντως εξαίρετο βιβλίο.
@ Σωτήρης Παστάκας, λίαν συντόμως λοιπόν το φέρνω.
Βολκώφ
@ Σωτήρης Παστάκας. Ελάχιστοι ξέρουν τί έχει κάνει ο Χρήστος Δάρρας (και) υπέρ του μεταφραστή του Μαλλαρμέ.
Τι εννοούσες, όταν μου έγραφες να με υιοθετήσεις; Δεν το κατάλαβα – συγγνώμη… Ευχαρίστως να με υιοθετήσεις, αλλά δεν είμαι “καλό παιδί”! Είμαι αυτό που ο λαός λέει “Παιδί για … υιοθεσία”! Χαίρε.
Αχ κ. Μίχο με τα κουίζ σας, προσωπικά δεν κατάλαβα και πολλά, μόνο το όνομα της Κικής “Ράδου” αναγνώρισα. Κι ούτε κατάλαβα τι ήταν τελικά ο Δάρρας, εκδότης;
Τέλος πάντων. Για τον Μαλλαρμέ, (χωρίς να ξέρω και πολλά από λογοτεχνική μετάφραση, οπότε παρακαλώ τους κ.κ. Κεντρωτή, Μίχο και όποιον άλλον να με διορθώσει αν κάνω λάθος), η αίσθησή μου είναι ότι δεν μπορεί να αποδοθεί με ένα “συμπαγή” στίχο, όπως ο Μπωντλέρ ας πούμε.
Εννοώ, δεν μπορεί να αποδοθεί με ένα στίχο όπου θα υπάρχει μια λογική σκέψη και αλληλουχία. Νομίζω πως ο Μαλλαρμέ έγραφε βάζοντας μια εικόνα εδώ, ένα συνειρμό εκεί, μια άλλη σκέψη παραδίπλα, πως να το πω, κάπως σαν την Εμιλυ Ντίκινσον, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολη και η μετάφραση και η πρόσληψή του από τον αναγνώστη.
Οπως το έχω αντιληφθεί εγώ, και χωρίς να έχω δει όλες τις μεταφράσεις, νομίζω πως ο Βαρβιτσιώτης προσέγγισε καλύτερα το ύφος του Μαλλαρμέ.
Ελα ρε Θεέ.
Εχω αντίτυπο των ποιημάτων του Mallarme με αφιέρωση από τον Σ.Χ. Δάρρα (εντάξει, εντάξει, αποσκοπούσα ΚΑΙ στην αυτοεπίδειξη).
Σοφία, ο Δάρρας, απ΄όσο γνώριζα τουλάχιστον 11 χρόνια πριν, είχε τυπογραφείο βασικά, αλλά κι εξέδιδε απίθανα (και με την καλή και με την άλλη έννοια) βιβλία. Οντως ιδεαλιστής, όντως ΚΥΡΙΟΣ με όλα τα γράμματα κεφαλαία. Να ναι καλά.
Ο Κύριος Δάρρας για όσους δεν ξέρουν είναι ο εκδότης των ‘ιδεογράμμα και εριφύλη ”
τολμώ να πω ότι δεν βγάζει απλά βιβλία αλλά αριστουργήματα .
ευχαριστώ .
@ Μίχος
Στις εκδόσεις του Πατάκη
πράσινο βιλιαράκι…
Καλησπέρες
Ο στιχοπλόκος Βολκώφ