ΟΝΕΙΡΙΚΑ ΦΤΙΑΓΜΕΝΕΣ
στην Ηλέκτρα
Κόρες μου αιώνια θλιμμένες
που παντρευτήκατε τον οργασμό εσείς
ανάμεσά σας λίγο να ξαπλώσω
πάνω στο στρώμα που του γέλιου σας
το χρώμα έχει.
Μακριά από την κατάκριση
ν’ ακούσω ιστορίες
της εποχής που κρύβετε πίσ’ από φυλλώματα
εν ώρα υπηρεσίας.
Στις όχθες των μαλλιών σας που μυρίζουνε
όπως το όνομα της πρώτης σας αγάπης
να σβήσω το δικό μου κ’ ύστερα
με μια λέξη αστεία και τυχαία,
σαν το θρόισμα
των φουστανιών σας όταν στριφογυρνάτε
με μια τέτοια λέξη να με βαφτίσετε
και μοναδική θρησκεία
το κοκκινάδι που στα μάγουλα
ευλαβικά φοράτε.
Και το χάραμα ανάλαφρος
να βγω απ’ τον θλιβερό σας οίκο
αδερφές μου που δεν υπάρχετε
που σας συναντώ μόνο στον ύπνο.
ΒΡΕΦΙΚΟ ΚΛΑΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΛΙΚΝΟ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ
Ένα βρέφος το τύλιγαν τα σπάργανα της φλόγας
και το κλάμα του καιγόταν σα χαρτί
που πάνω του γράφτηκε μια προσευχή
την οποία κανείς Θεός δε θ’ ακούσει.
Κ’ οι στρατιώτες που το πέταξαν γελούσαν
με τη μάνα του, όπως φερόταν
μια μαριονέτα πια
στα δάχτυλα του σπαραγμού.
Κι ο ορυμαγδός από το μέταλλο και τις κραυγές
κάλυπτε τη βρεφική φωνή
σαν ένας τάφος πρόχειρα φτιαγμένος
από εκείνους που υπάρχουν στη φυγή.
Διαβάστε περισσότερα