Θα ήθελα φέτος να εκμεταλλευτώ τη στήλη ετούτη για να θίξω κάποια ζητήματα που αφορούν στους νέους, κυρίως, ποιητές, αλλά και σε μεγαλύτερους,οι οποίοι νιώθουν ότι το έργο τους δεν απολαμβάνει της δέουσας προσοχής. Τα ζητήματα αυτά, άλλωστε, είναι στενά συναρτημένα με την έννοια της κριτικής και, κατά τη γνώμη μου, χρήζουν σοβαρής συζήτησης επειδή αποτελούν πεδίο παρανοήσεων, προβληματικών συμπεριφορών, δυσάρεστων συναισθημάτων κι ενδεχομένως άλλων φαινομένων που επάγουν έναν υφέρποντα, πολυεπιπέδο εκφυλισμό της γραφής.

Θα ξεκινήσω κάπως ανορθόδοξα αναφερόμενος στο διάσημο καθηγητή της δημόσιας κατανόησης της επιστήμης Richard Dawkins, ο οποίος επιμένει ότι η επιστήμη είναι πρωτίστως μία μεθοδολογική προσέγγιση στα φαινόμενα˙ πριν από ένα σύνολο, λοιπόν, πορισμάτων και εφαρμογών, η επιστήμη είναι μία συζήτηση που διεξάγεται εντός συγκεκριμένου πλαισίου ενδείξεων (evidence) και πειραματισμών, οι δε αυθαίρετες πίστεις δε χωρούν σε αυτή. Χρησιμοποιώ το παράδειγμα αυτό για να δείξω ότι το κύρος μίας διαδικασίας εκπορεύεται από τους μηχανισμούς που αυτή επιστρατεύει, από τη μεθοδολογία που υποχρεωτικώς εφαρμόζεται προκειμένου η διαδικασία αυτή να αποφέρει καρπό. Στην επιστήμη υπάρχουν τα peer-reviewed επιστημονικά περιοδικά, στα οποία ο κάθε επιστήμονας μπορεί να αποτανθεί προς δημοσίευση της έρευνάς του, κρινόμενος στο επίπεδο της μεθοδολογίας που ακολούθησε και της ποιότητας των ισχυρισμών του βάσει των ευρημάτων του. Αν εγώ, λοιπόν, ισχυριστώ ότι κατάφερα να προσδέσω έναν παράγοντα στην κυτταρική μεμβράνη αποκλειστικώς των καρκινικών κυττάρων εξολοθρεύοντάς τα, όλα τα περιοδικά του πλανήτη θα θελήσουν να δημοσιεύσουν την έρευνά μου, είτε την πραγματοποίησα στο Πανεπιστήμιο Πατρών είτε την πραγματοποίησα στο Πανεπιστήμιο Harvard είτε την πραγματοποίησα στην αποθήκη του σπιτιού μου.

Καλά και άγια όλα τούτα, μπορεί να πει κάποιος, αλλά στην επιστήμη τα αποτελέσματα είναι σαφώς ευκολότερο να αξιολογηθούν από τους καρπούς της τέχνης, τα ποιήματα εν προκειμένω, αφού γιʼ αυτά ομιλούμε. Συμφωνώ απολύτως. Το συναίσθημα, όμως, πολλών ομοτέχνων ποιητών ότι αγνοούνται δεν εκπορεύεται, ισχυρίζομαι εγώ, από το ότι υπάρχει υποκειμενισμός στην αξιολόγηση της τέχνης ούτε, βέβαια, από το ότι διαθέτουν υπερτροφικό εγώ. Επιμένω-και θα επιμένω πάντοτε-ότι η πικρία που εμφωλεύει στις γραφίδες και την καρδιά των περισσοτέρων γραφιάδων πηγάζει εκ του ότι στην ποίηση δεν υπάρχουν αδιάβλητοι μηχανισμοί κρίσης της. Ορισμένοι αρέσκονται στο να θολώνουν τα νερά και επισημαίνουν ότι ο χαρακτηρισμός «αδιάβλητη» δεν προσήκει σε περιπτώσεις στις οποίες το προς κρίση υλικό υποχρεωτικώς θα περάσει μέσα από φίλτρα υποκειμενισμού (προσωπικού γούστου). Λανθάνουν οικτρά. Επανέρχομαι στον Dawkins˙ το κύρος ενός πορίσματος εκπορεύεται πρωτίστως από τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για να φτάσουμε σε αυτό. Όταν, λοιπόν, η «ανάδειξη» δεν είναι παρά μία διαδικασία εξευτελισμού (παρακοιμώμενοι/ες, πληρωμές σεμιναρίων δημιουργικής γραφής, γνωριμίες με περιοδικάρχες ή εκδότες και άλλους ιθύνοντες και τέτοια, για να θυμηθώ τον Καβάφη), τότε στην ουσία της μόνο ανάδειξη δεν είναι. Μπορεί να είναι εκπόρνευση, μπορεί να είναι ανταμοιβή για αναπτυγμένες δεξιότητες καλλιέργειας σχέσεων, μπορεί να είναι χρηματισμός προς διαφήμιση, αλλά ανάδειξη δεν είναι. Να το θέσω και διαφορετικά. Το κύρος της διαδικασίας κρίσης του ποιήματος δεν το αφαιρεί το προσωπικό γούστο του καθενός˙ το κύρος εκπίπτει όταν το προς κρίση εργαλείο διαμορφώνεται υπό μύριους παράγοντες εκτός του προσωπικού γούστου (χατίρια σε παρακοιμώμενους, εκδουλεύσεις, πληρωμές σεμιναρίων και λοιπά).

Απορώ με μερικούς που ειρωνεύονται και οικτίρουν τους θυμωμένους γραφιάδες που νιώθουν πως αγνοήθηκαν ή αγνοούνται. Είναι με τα σωστά τους; Πώς, δηλαδή, πρέπει να νιώθει ένας άνθρωπος που βλέπει γύρω του ανθρώπους της αυτής ενασχόλησης να τιμώνται, να βραβεύονται, ακόμη και να βγάζουν χρήματα επειδή κοιμήθηκαν με κάποιον ή επειδή ήξεραν κάποιον ή επειδή πλήρωσαν; Οφείλουν να νιώθουν καλά; Δε γνωρίζω τι μάρκα απαίτηση είναι αυτή. Στα δικά μου βιβλία, αυτή η σιωπηρή Γκάντι-απαίτηση έναντι όσων δεν έχουν πού να αποτανθούν προκειμένου να κριθούν για το έργο τους είναι επιεικώς ψυχανώμαλη.

Μερίδα των όσων ειρωνεύονται τους «θυμωμένους» ομοτέχνους τους πιπιλίζουν και μία άλλη σπασομεζεϊκή καραμέλα: την καραμέλα του υπερτροφικού εγώ. Κατά αυτούς, πρέπει να χαρακτηρίζεσαι από υπερτροφικό εγώ όταν ορέγεσαι να σε τιμούν, να σε αναγνωρίζουν, να σε βραβεύουν, να εκφράζουν τη συγκίνηση που το έργο σου τους προκαλεί. Δεν είμαστε καλά, θυμήθηκα τη Δημουλά. Τι πρέπει, δηλαδή, να επιθυμεί ένας άνθρωπος; Να τον χλευάζουν, να τον κοροϊδεύουν, να τον λοιδωρούν, να τον υβρίζουν ή να τον αγνοούν; Και θεμιτό και αναμενόμενο και ανθρώπινο και ευκλεές είναι, αν προτιμάτε, ένας άνθρωπος να επιθυμεί τον έπαινο των συνανθρώπων του για το έργο του, τι ωραιότερο.

Ο εξευτελισμός δεν έχει σχέση με αυτή την επιθυμία. Ο εξευτελισμός ξεκινά και γιγαντώνεται δια των τρόπων που κανείς μετέρχεται για να πετύχει τη ζηλευτή «αναγνώριση», όταν οι τρόποι αυτοί, αντί για απρόσωπες υποβολές ή ταχυδρομικές αποστολές, είναι πληρωμές, γνωριμίες ή σεξ με «κεκυρωμένες» φωνές.

Θα πρότεινα, λοιπόν, σε ένα 15χρονο ή 20χρονο ή και μεγαλύτερους να μη νιώθουν καμία τύψη και ενοχή που ορέγονται τον έπαινο. Τίποτε το αφύσικο ή το κατακριτέο δεν εμπεριέχει η πείνα για τον έπαινο. Θα τους πρότεινα, επίσης, να συνειδητοποιήσουν ότι μηχανισμοί κρίσης της ποίησης δεν υπάρχουν, επομένως η διάκρισή τους, αν ποτέ συμβεί, δε θα έρθει μέσω απρόσωπης υποβολής η ταχυδρομικής αποστολής, όπως θα έπρεπε. Θα πρέπει να καλλιεργήσουν επαφές, να πουλήσουν μεταφράσεις, να πληρώσουν σεμινάρια, να κοιμηθούν, ίσως, με «κεκυρωμένες» φωνές, για να δουν ποιήματά τους σε «περιοδικά κύρους», κριτικές για το έργο τους, ένταξή τους σε ανθολογίες που προσέχονται και βραβεία στο όνομά τους. Sadbuttrue, θυμήθηκα τους Metallica.

Μέσα σε όλα τούτα, όμως, θα τους πρότεινα και κάτι άλλο. Όταν ένας άνθρωπος εκφράζει την άποψή του για τα ποιήματά τους, δίχως να περιμένει αντάλλαγμα, δίχως να συναλλάσσεται, δίχως να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε άλλο μοιρογνωμόνιο για να μετρήσει πέραν αυτό του προσωπικού του γούστου, να τον ακούν με σεβασμό και προσοχή, με περίσκεψη αδιαμαρτύρητη. Αυτά που θα ακούσουν ίσως τους προσφέρουν κάτι όταν γράφουν, ακόμη κι αν δεν τους προσφέρουν τίποτα στο να διακριθούν. Όσο κι αν είναι θεμιτή η λαχτάρα για τον έπαινο, πάνω από όλα δίδουμε έναν αγώνα για να γράψουμε αυτό που στον οφθαλμό του άλλου θα κυοφορηθεί δάκρυ. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, κάθε γνήσια ανατροφοδότηση (feedback) στον αγώνα μας αυτό. Και γνήσια ανατροφοδότηση είναι αυτή που έρχεται ως φίλτρο προσωπικού γούστου κατόπιν μιας απρόσωπης υποβολής ή ταχυδρομικής αποστολής.

`

Επτά βιβλία απεστάλησαν φέτος στη στήλη ετούτη, τα οποία, αναλυτικά, είναι:

1. Μάνος Ορφανουδάκης, Στίχοι πριν την Άνοιξη, Εκδόσεις Μετρονόμος
2. Στέλλα Βοσκαρίδου-Οικονόμου, ΦόΒ, Εκδόσεις Τεχνοδόμιον
3. Αλέξανδρος Μηλιορίδης, Πάτησε το κουμπί, Εκδόσεις Οσελότος
4. Σοφία Σακελλαρίου, Φωτογραφίες, Εκδόσεις Μελάνι
5. Μαριάνα Λυμπέρη, Κάδρο ζωής, Εκδόσεις Γαβριηλίδης
6. Μαρία Βλάχου, Λίγα μέτρα πιο πέρα, Ιδιωτική Έκδοση
7. Κέλλυ Μαλαμάτου, Σημεία ρήξης, Εκδόσεις Μελάνι

`

Δεδομένου του πεπερασμένου αριθμού των αποστολών, οφείλω, πιστεύω, να καταγράψω τις σκέψεις μου για τον καθένα. Ας μου συγχωρήσουν όλοι τους την αγένεια, δεν τη συνηθίζω, θα είμαι, όμως, εντελώς ευθύβολος και ειλικρινής, και δε θα πραγματοποιήσω ουδεμία προσπάθεια (ως συνήθως πράττω) να προστατεύσω τα συναισθήματά τους. Ίσως, έτσι, καταστώ περισσότερο χρήσιμος από ό,τι συνήθως είμαι.

`

*

Διαβάζοντας τη συλλογή του κου Ορφανουδάκη, σκεπτόμουν ότι αχνοφαίνεται μια ευαίσθητη γραφή, η οποία, όμως, στη συλλογή αυτή είναι τόσο άγουρη, τόσο πρωτόλεια, τόσο φοβισμένη, ούτως ώστε μόνο για τον ορίζοντα αναμονής που αυτή δημιουργεί μπορεί κανείς να μιλήσει˙ και πως ακόμη και τούτο ίσως είναι παρακινδυνευμένο. Κράτησα δύο ποιήματα ως τις καλύτερες στιγμές της συλλογής και τα παραθέτω παρακάτω, σημειώνοντας, όμως, ότι το σύνολο είναι, γενικώς, δύστοκο και αδιάφορο.

ΜΕ ΜΙΑ ΠΟΛΗ ΓΙΑ ΣΕΝΤΟΝΙ

στον Πάνο Κοσμίδη που το γέννησε

Κοριτσάκι τι πληρώνει
μες στο δρόμο να ξαπλώνει;
Με μια πόλη για σεντόνι
αχ, Θεέ μου, πώς κρυώνει.

Την κοιτάζουν οι διαβάτες
που περνούν βαδίζοντας
και ισιώνουν τις γραβάτες
στο λαιμό σφυρίζοντας.

Το κεφάλι χαμηλώνει
στην παλάμη που απλώνει:
«Κύριοι, ζητώ συγγνώμη
αλλά είμαι τόσο μόνη».

ΤΩΝ ΕΚΠΤΩΤΩΝ

στη Μαρκέλα-Ελισάβετ Αργυροπούλου

Ζούνε εξόριστοι στη γη
μικροί βουβοί αγγέλοι
σαν μέλισσες που έχουν πνιγεί
στο ίδιο τους το μέλι.

Κοιτάζουν με κρυφές ματιές
βαθειά στα όνειρά τους
ματιές που γίνονται φωτιές
και καίνε τα φτερά τους.

Φοράνε φως κι αρώματα
και κρύβονται στη γη
να κλείσουν μʼ άλλα σώματα
του κόσμου την πληγή.

Ζούνε εξόριστοι στη γη
θεοί που αμαρτήσαν
όταν ξυπνήσαν μιαν αυγή
κι όλα τʼ αστέρια φτύσαν.

Γιατί ο πόνος του ενός
διπλός λογιέται πόνος.
Είναι κελί ο ουρανός
αν τον κοιτάζεις μόνος.

`

*

Στο βιβλίο του κ. Μηλιορίδη δε βρήκα τίποτα: ένα ποίημα, ένα στίχο, κάτι που μπορώ να υπογραμμίσω. Η έκφραση είναι εντελώς εσωτερική αλλά, προς εμένα τουλάχιστον, δεν άνοιξε κανένα δίαυλο επικοινωνίας. Το βιβλίο το διάβασα ως ένα μεγάλο, εσωτερικό, άνευ νοήματος μονόλογο.

Κάτι παρόμοιο μου συνέβη και με το βιβλίο της κ. Βοσκαρίδου-Οικονόμου. Παρά τη γενική αίσθηση που με διακατείχε ότι μελετώ κείμενο ανθρώπου που έχει δυνατότητες και μπορεί να εκφραστεί, το μόνο που μου άφησε το ποίημά της είναι ένα κλίμα, το οποίο, ωστόσο, ουδέποτε υπερέβη την ουδό της συγκίνησης. Το εγχείρημα ήταν, μάλλον, πολύ φιλόδοξο (ένα εκτενές, σκηνικό ποίημα με θέμα το φόβο, τις φοβίες) και πάντως, στην υλοποίησή του, σε εμένα, τουλάχιστον, δε μίλησε.

`

*

Η συλλογή της κ. Λυμπέρη αποτελείται από τριάντα τρία ποιήματα ημερολογίου, εντελώς επίπεδα, εντελώς άτεχνα, εντελώς αδιάφορα. Ας με συγχωρήσει η ποιήτρια, κράτησα μόνο ένα στίχο (Μʼ άλλες νεκρές ψυχές να ξεψυχήσω) από το ποίημα «Αναζήτηση» και τέσσερεις στίχους από το ποίημα «Παράκληση»:

Άσε ένα δάκρυ να τρέξει
στο χέρι που σου τείνω.
Κοίτα, μες στην παλάμη μου
κρατάω τη ζωή μου.

Προκειμένου να φωτιστεί έτι περισσότερο η κρίση μου ως προς τι εννοώ περί ατέχνων, επίπεδων και αδιάφορων ποιημάτων (και αφελών και γλυκανάλατων…), παραθέτω ενδεικτικά:

ΚΟΛΥΜΠΗΘΡΑ

Πότε θα έρθει η στιγμή
που η κλεψύδρα θα γυρίσει;
Ανεξίτηλο σημάδι στο μυαλό
και στην ψυχή η κολυμπήθρα.
Μήπως αγιοποιήθηκε η ύπαρξή μας;
Είναι μακριά η ωραία πύλη
του παραδείσου.
Τα βήματά μας σαν να βρίσκονται
πιο κοντά στα σκαλοπάτια του Άδη.
Αδηφάγος η πραγματικότητα.

ΑΓΑΠΗ ΩΣ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ

Αγάπη…
Είναι τα μάτια σου,
το χαμόγελό σου,
είναι να είμαι το όνειρό σου.

Έρωτας…
Είναι το γέλιο σου,
το απίθανο μυαλό σου,
είναι ο λόγος ο γλυκός σου.

Θάνατος…
Είναι η ζωή μου,
εάν δεν είσαι συ μαζί μου,
πάρε και την ψυχή μου!

`

*

Σε δρόμο παράλληλο με την κ. Λυμπέρη και η κ. Μαλαμάτου. Εν πολλοίς αδιάφορα τα ποιήματα της συλλογής της. Διακρίνουμε κάποια ακαλαίσθητα ευφυολογήματα [Μια φορά κι έναν καιρό/ήταν ένα ρήγμα … Και έζησαν αυτοί καλά/κι εμείς βαθύτερα], κάποιες ακαλαίσθητα μετουσιωμένες επιρροές [το υπʼ αριθμόν κυκλοφορίας μηδέν/επιβατηγό όνειρό μου], πολλές ιδέες είτε υπερτιμημένες ως προς τη διεισδυτική τους αξία είτε φτωχές στη διαχείρισή τους, όπως στο ποίημα «Για τους φυλακισμένους».

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΥΣ

Υπάρχει, λένε, ένα βραχιολάκι
με όνομα «Stayclose»
Για τους φυλακισμένους
Να μην πηγαίνουνε μακριά

Έτσι κι εγώ
μένοντας κοντά
κοντά στη δική σου επιθυμία
κατασκεύασα μια ωραία φυλακή
Τη δική μου

Stayclose λοιπόν

Ένα ποίημα κράτησα από τη συλλογή, στο οποίο τόσο η ιδέα όσο και διαχείρισή της παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Το ποίημα αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως πυξίδα των εκφραστικών αποπειρών της ποιήτριας στο μέλλον.

ΔΙΑΛΥΣΗ

Ο άντρας αυτός διέλυσε το σπίτι του
Έβγαλε τα έπιπλα έξω
Το τραπέζι έξω από τις καρέκλες
Το κρεβάτι έξω από τα σεντόνια
Και ύστερα το σαλόνι
Το σαλόνι έξω από το μπαλκόνι
Την κουζίνα έξω από το ψυγείο
Τους τοίχους από την πρίζα
Τις γλάστρες και τα φυτά του κήπου
έξω από το χώμα

Τελικά με όση επιθυμία
κι αν έχτισε αυτό το σπίτι
παρέμενε ένα παιδί
που έπαιρνε στα χέρια του ένα παιχνίδι
και παρʼ όλη τη λαχτάρα του γιʼ αυτό
παρʼ όλη την επιμονή να το κρατήσει
πάντοτε ανεξήγητα
το διέλυε

`

*

Η συλλογή της κ. Βλάχου, καίτοι πρωτόλεια, μου άρεσε. Με κράτησε, κατʼ αρχάς, στο κείμενο, τουτʼ έστιν περιηγήθηκα στο σώμα του χωρίς διασπαστικά συμπτώματα. Η κ. Βλάχου δεν ελέγχει ακόμη τα εκφραστικά της μέσα, τα ποιήματά της είναι γλωσσικά μονόπλανα τα οποία παρουσιάζονται ως να μην έχουν υποστεί καμία επεξεργασία. Η γραφή της μοιάζει με αυτόματη γραφή, η οποία, ωστόσο, κείται μακράν υπερρεαλιστικών μοτίβων. Μολονότι τούτο ενέχει γοητεία είναι, ταυτοχρόνως, και επικίνδυνο και κατά περιπτώσεις αφαιρεί από το ποίημα ισχύ, αφού η χειμαρρώδης έκφραση δεν μπορεί να είναι πάντοτε επιτυχημένη και, πάντως, η ποίηση χρειάζεται συνήθως περίσκεψη και φροντίδα ώστε στην οριστική της μορφή (τη δημοσίευση) να μπορεί να συγκινήσει στο μέγιστο βαθμό. Δείγμα γραφής:

ΠΟΝΑ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ

Μιλούν οι λέξεις, μιλούν οι σιωπές
τις άφησε να υποφέρουν πνιγμένες
στις άκρες μιας σκέψης που παραπλανά.
Πονά μια γυναίκα
μετρά χρόνους μέσα στο χρόνο
στιγμές μέσα στη στιγμή
ανάσες…
Χωνεύει τις κραυγές τους
κι έπειτα
ο ύπνος της γυμνός!

ΜΠΑΛΟΝΙ ΜΕ ΧΡΩΜΑΤΑ

Πάνε μέρες που κλαίω.
Κλαίω σαν ένα μικρό απελπισμένο παιδί
που έχασεε το μπαλόνι του
γιατί επιπόλαια το άφησε να πετάξει στον ουρανό
για να σωθεί από την αιχμαλωσία του.
Γιατί έμαθε νʼ αγαπάει το μπαλόνι του.
Γιʼ αυτό και κρέμασα ένα μεγάλο μπαλόνι
με τα χρώματα του ουράνιου τόξου στο μπαλκόνι του.
Το γέμισα με όλη μου την αγάπη για σένα.
Αγαπώ την αγάπη μου για σένα.
Ξέρω, θα το σκάσει ο άνεμος,
μα κι αν σκάσει θα σκορπίσει τόση αγάπη!
Θα σκορπίσει όλη την αγάπη μου για σένα!

`

*

Η συλλογή της κ. Σακελλαρίου, μολονότι η πρώτη της, είναι ώριμη. Η σκέψη της ποιήτριας είναι οξύτατη, η έκφρασή της αιχμηρή, η οπτική της στα φαινόμενα ιδιαίτερη. Απήλαυσα, επίσης, την ατμόσφαιρα την οποία η ποιήτρια καλλιεργεί, χαρακτηριστικό της οποίας είναι ένα αδιόρατο αίσθημα στην αναστόμωση της τραγικότητας, της ειρωνείας και της ματαιότητας. Της χρεώνω, ωστόσο, την πλημμελή της προσπάθεια στο να απογειώσει τα ποιήματά της επί της εξόδου τους αλλά και το γεγονός ότι ο λόγος της κατά περιπτώσεις πυκνώνει περισσότερο απʼ όσο η διάχυσις του ποιητικού αρώματος επιτρέπει ή καθίσταται υπέρ του δέοντος κρυπτικός. Εν όλω, πρόκειται για ένα καλό βιβλίο. Δείγμα γραφής:

ΧΑΡΟΥΛΑ-ΠΕΔΙΟΝ ΑΡΕΩΣ

Μέσα στο σπίτι της
βλέπει ένα καινούριο σπίτι,
μʼ ένα παράθυρο και δυο πόρτες,
ανθρώπους να μπαινοβγαίνουνε,
την παρακολουθούν
Πότε πότε, λέει, της μιλούν
Πότε πότε της κρατάνε μούτρα
Κι αμίλητοι πάνε κι έρχονται μπροστά της
μέρα νύχτα
Σπάνε τα τριαντάφυλλα του κήπου,
κόβουν τα πλέγματα του φράχτη,
προσπαθούν να γκρεμίσουν τη σκεπή,
της κλέβουν το νερό, της κλέβουν το ρεύμα,
της κλέβουν μικροπράγματα απʼ τα συρτάρια
το φαγητό απʼ το κατσαρολάκι- μόλις κοιμηθεί
Κι έχει γιʼ αυτό να κλείσει μάτι ένα μήνα,
για να σώσει κάτι η Χαρούλα
Πήρε άδεια απʼ το σχολείο- να ξεκουραστεί
Αλλά δεν γύρισε στη δουλειά
Δεν μπορεί νʼ αφήνει πια μόνα δυο σπίτια

`

Ευχαριστώ τις ποιήτριες και τους ποιητές για την αποστολή των βιβλίων τους και εύχομαι καλές γιορτές σε όλους, υγεία και ευτυχία.