αιγαίο νεκροταφείο

Παπούτσια υγρά
πνιγμένα σε αλάτι
στάζουν εξορία,
άχρωμες ώρες
βουλιάζουν στα κάτεργα
δουλεμπορικής αγοράς
νικημένων ονείρων.

Όλη η ελπίδα
κρύβεται σε στρείδια
ναυαγισμένα.
Γεωγραφία οστράκων
χαραγμένων ονομάτων,
ανάμνηση γης
μητρικής σε κοχύλια.

υγρός τάφος

βροχή καρφιά
σταυρώνουν όνειρα,
θόρυβος πνίγει λαμαρίνες
σε τρύπιο φουσκωτό.

πρόσφυγας ανήλικος
δίχως αδιάβροχο
η δικαιοσύνη

όνειρα σα τρένα

Βουβά βαγόνια,
σάπια κουφάρια
κολλημένα σε έρημες ράγες
όνειρα σκουριασμένα
που ποτέ δε ταξίδεψαν.
Γκρίζα σιωπή συνθλίβει
τη νεκρή αποβάθρα
δακρύζουν
τα σπασμένα τζάμια,
χορταριασμένες αναμνήσεις
χύνονται σε ερειπωμένους
σιδηρόδρομους.

Σε αφύλακτη διάβαση,
φιλιά μαδάνε
τα παιδιά
που ʽχουν όνειρα
μακρινά σα τρένα.

άστεγη πανδαισία

Στο δρόμο ζει η μουσική,
ζητιάνος
στου πενταγράμμου τα παγκάκια,
ανθοφορίας αρμονία
στεφανώνει τη φθορά
του χειμώνα,
κρεσέντο έγχορδο
στολίζει δρόμους
παγωμένους.

Χείμαρρος τʼ ακόρντα
ρακένδυτα ταξιδεύουν,
πιάτο φιλεύουν
στον περαστικό
νότες γεμάτο.

άνθρωποι και μυρμήγκια

Μυρμήγκια οδοιπόροι,
στου θέρους
τη βαριά λάβα
ακάματοι μεταφορείς
σʼ άνυδρα χώματα
ζωής καταδικασμένης
στο ίδιο φορτίο.

Άνθρωποι,
απρόθυμοι διαπραγματευτές,
κρύβουν τη δειλία
σʼ έχθρητα,
φθονούν των μυρμηγκιών
το δικαίωμα να παλεύουν

μες το θέρος.

ψωμί

Της λήθης το ψωμί
ο γυρισμός στα ίδια
και το σύνθημα νεκρό,
κενό πρόταγμα
επετειακό
Ψωμί ζυμώνουν οι ιδέες
στο κόκκινο
υγρό χαλί
στης λησμονιάς τα χαρακώματα
φέρετρο

Ξένε, μην ξεχάσεις
να πας ψωμί
σα γυρίσεις.
Μην αμελήσεις το ψωμί
κι όταν παλιννοστήσεις
τις αλυσίδες να σπάσεις.

τροτέζα

Όνειρο γυμνό
πόρνης κατάκοπης
λάφυρο
νύχτας πληρωμένης
θολής
από καπνούς λαγνείας,
πολύτιμο στολίδι
κακοποιημένης αθωότητας.

Ιουλιέτα πόρνη
πουλά κάθε βράδυ
δηλητήρια σε Ρωμαίους
πριν ξιφομαχήσουν για τη χαμένη
τιμή του έρωτα.
Ντύνεται βιαστικά
μετά την πληρωμή,
αγέλαστη στέκει,
φωτογραφία
για το διαβατήριο
προς την κόλαση.
περιμένουν πρίγκιπες.