ΓΚΡΕΜΙΣΜΕΝΟΣ ΧΡΟΝΟΣ
Πολλές φορές αναγκάζομαι να τα γκρεμίζω όλα.
Γκρέμισα το γαλάζιο, τις αποστάσεις, τους φανοστάτες βλέμματα,
γκρέμισα τον τρόπο που με χρειαζόσουν, τα χαμηλοτάβανα αισθήματα,
την απάτητη χλόη, τις γυμνές προθέσεις,
γκρέμισα μανδύες αορατότητας, μελαγχολικά κατοικίδια,
αντένες εντόμων, κτηρίων, κατανόησης.
Γκρεμίστηκα κιόλας.
Από το τόξο ενός φρυδιού, απ ‘ενα αδιάφορο ψέμα,
απο μια μεταχρονολογημένη αλήθεια, απο γόνατα που αγκίστρωσαν τη μέση μου,
απο χέρια που με στόχευσαν, απο αδιάβροχα καλοκαίρια.
Θα φορέσω τα πόδια μου, πάμε να περπατήσουμε
Ο ΧΩΡΟΣ ΜΕΣΑ ΜΑΣ
Ξυπνούσαμε σ’ ένα κρεβάτι απο κληματόβεργες
Απ’ τον ουρανό κρέμονταν πολύχρωμα μπαλόνια
Είχε έκλειψη ηλίου όλες εκείνες τις μέρες
Τα μυρμήγκια συνέχιζαν να εργάζονται εντατικά
Η σιδερένια στήλη μέσα μας είχε αρχίσει να σκουριάζει
Και εμέις ονειρευόμασταν σταφύλια κόκκινα.
ΔΙΧΩΣ ΜΥΣΤΗΡΙΟ
Δεν ξέρω να θρηνώ όπως οι άλλοι
Δεν κρατάω τα εισιτήρια ενός ιδανικού ταξιδιού.
Όταν κοιμάσαι γίνομαι άγαλμα μ’ έναν ίσκιο στα μάτια.
Μπορώ να ξεχωρίσω ένα σκύλο από μια αετοφωλιά.
Κουβαλάω μαζί μου πάντα λίγη θάλασσα.
Πιο πολύ απ όλα φοβάμαι το κρύο.
Όταν βλέπω δέντρα ξέρω ότι θα πέσω ξανά
Απεχθάνομαι το μωβ και ας ξέρω
ότι φτιάχνεται από κόκκινο και μπλε.
Οι πέτρες μου θυμίζουν λαβωμένα πουλιά.
Όποιος μου πετάει μέλισσες, αντιδρώ παράδοξα,
σκίζω τα γόνατα μου και μετά τον σκοτώνω.
ΤΑ ΤΡΕΝΑ ΕΚΕΙΝΑ
Μου άρεσαν τα τρένα, έτσι γρήγορα που
προσπέρναγαν τα τοπία και όλες τους τις
φωτοσκιάσεις, φτιάχνοντας έτσι μια μαγική
εικόνα τεθλασμένη. Μισόκλεινα τα μάτια και
έμπαινα και γω στη μαγική εικόνα αυτή και
γινόταν ο κόσμος μου όλος , το ανισόπεδο αυτό
πεδίο δράσης μου και αδράνειας. Μου άρεσε να
φτύνω απ τα παράθυρα νερό και να ραίνω τους
κάμπους, οι στάλες καμία φορά πάγωναν στη
μαγική εικόνα και αιωρούνταν στην άχρονη ατμόσφαιρα
και μαζί τους αιωρούμουν και εγώ, και όταν πλησίαζα σε
γέφυρες μόνο, με προσγείωναν τα φτερά που
δανειζόμουν για να εξυπηρετήσω την αμφιταλάντευση μου.
Στα τούνελ πάλι θυμάμαι, έκλεινα εντελώς τα μάτια και
αυτομάτως αναρωτιόμουν που θα βγω.
Μου άρεσαν τα τρένα, ποτέ δεν ήξερα τελικά που
θα με πάνε, δεν ήθελα να ξέρω, δεν χρειαζόταν..
εκείνα τα τρένα τα γρήγορα , εκείνα τα τρένα,
οι δράκοι οι σιδερένιοι που σε έπαιρναν στην
ράχη τους και ταξίδευες στα άδυτα της
παράδοξης φαντασίας σου.
Eκείνα τα τρένα μου έχουν λείψει…
Διακρινω εναν εξαιρετικο λυρισμο στον λογο σας, και ταυτοχρονα μια αισθηση του οτι πατατε στην γη!
Πολυ, πολυ με συναρπασαν τα ποιηματα σας, Κα Λυμπεροπουλου
Τα βρίσκω μαγευτικά και μαγικά, πρωτότυπα και ξεχωριστά…
Συγχαρητήρια Κα Έλενα Λυμπεροπούλου, η γραφή σας σαν ξυράφι σκίζει ότι πιο μεταξένιο έχουμε μέσα μας…
Έλενα τα ποιήματα σου έχουν μια ήρεμη δύναμη που κατάφερε να αγγίξει το χώρο μέσα μου και να τον αναταράξει.
Σε ευχαριστώ.
Αλαζονεία
Σου είχαν πει ότι μπορείς,
στην τέχνη να καρφώσεις
λέξεις, καρφιά χωμάτινα,
χρώμα να της χαρίσεις.
Σου είχαν πει ότι μπορείς,
την ποίηση να αλλάξεις,
προσφέροντας της μοναχά
τα όμορφα σου μάτια.
Σου είπαν πως με τον γραπτό
το λόγο του Σεφέρη,
το λόγο του Σικελιανού,
του Σημηριώτη λόγο,
εσύ μπορείς να ταυτιστείς.
Στο λόγο να συντάξεις
σκέψεις ορθές, δυναμικές,
τον κόσμο να προστάξεις.
Και συ τους πίστεψες, τρελέ.
Άλλαξες τ’ όνομά σου,
στο στόμα φόρεσες φωνές,
φωνές ανδρειωμένων.
Αυτοί, τρελέ, δεν φώναζαν
με λέξεις μαραμένες.
Αυτοί μιλούσαν με φωτιά
κι έγραφαν με τα όνειρα
βιβλία μες στο αίμα.
Είχαν για σύντροφο πνοή,
ελευθερίας αύρα,
ζούσαν τη μέρα σα γιορτή,
αποφυγή θανάτου.
Με μια ματιά ξερίζωναν
το μαύρο από το άσπρο
και τη φωνή τους όρθωναν,
σα γίγαντα στην άμμο.
Κι εσύ, τρελέ, πώς μπόρεσες
απλά να αγνοήσεις…
Μαζί τους έπρεπε να ζεις,
μαζί τους να ξυπνήσεις.
Νίκος Τσίντρος
τι είν αυτό το πράγμα Τσίντρο ???? πως το δημοσιεύεις? και μάλιστα κάτω απ το έργο ενός ανθρώπου ?? τι νοοτροπία είν αυτή πιά ??? έλεος
Ρολάρετε με αναλυτικό τρόπο και με καθοδηγητική διάθεση πάνω σε ορατά και αόρατα σημεία που συνιστούν καθώς σαφέστατα φαίνεται την κατειλημμένη από εσάς θέση σας στην ζωή..
Υπάρχει μια δύναμη στα λόγια σας μέσα.Και η δύναμη αυτή μοιάζει με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο να μην εγκλωβίζει το ποίημα σε ένα περιθώριο επίσπευσης ή ανακατασκευής αλλά να το οδηγεί προς μια κατεύθυνση σχολαστικής επικαιροποίησης προκειμένου να μετακινηθούν οι στόχοι προς την μεριά της επιμονής του σκοπεύσαντος..
Κάτι σαν να φαίνεται πως και με το πέρας της ποίησης τούτης, κάτι άλλο ήδη κοντεύει να γεννηθεί.
Η αίσθησις μου τουλάχιστον αυτή είναι..
Να είστε καλά
Κυρια Λυμπεροπουλου η ποιηση σας μου βγαζει κατι πολλυ ερωτικο και αισιοδοξο.Προσωπικα
μου ειναι πολλυ δυσκολο να γραψω αισιοδοξα πραγματα και οταν διαβασα το ποιημα σας ΄Ο χωρος μεσα μας΄΄χαμογελασα απο την ομορφια και την ιδια την χαρα του.Πανεμορφο.Μιλατε για τον ερωτα χωρις τις γραφικοτητες η τα μακροσυρτα πενθη αλλων ποιητριων.Σας βρισκω πολλυ ιδιαιτερη.Δεν φοβοσαστε την χαρα ισως γιατι δεν φοβοσαστε μην την χασετε.Πολλυ ευχαριστως θα επαιρνα μαθηματα διπλα σας.
Εξαιρετική, κυρία Λυμπεροπούλου.
“Θα φορέσω τα πόδια μου, πάμε να περπατήσουμε”
Υπέροχος στίχος. Και δεν είναι ο μόνος.
“Όποιος μου πετάει μέλισσες, αντιδρώ παράδοξα,
σκίζω τα γόνατα μου και μετά τον σκοτώνω.”
Κάνετε το παράδοξο και το αδύνατο να φαίνεται τόσο φυσικό! Μια ποιότητα στην ποίηση που λίγοι την κατέχουν. Συγχαρητήρια.
Το μέλλον προοιωνίζεται λαμπρόν
μέσα από μια σχολή μαθητείας
για τρένα – φωτοσκιάσεις – τεθλασμένες
αιωρήσεις και πάει γράφοντας !!
σαν locomotive που περιμένει
να την κλέψουν .
Συμφωνώ απόλυτα με τη Χλόη (Κουτσουμπέλη)Τονίζω την πρωτοτυπία το απροσδόκητο τις όμορφες σιδερενιες μαγικες εικόνες
1. “…..απο γόνατα που αγκίστρωσαν τη μέση μου,…”
“Μπορώ να ξεχωρίσω ένα σκύλο από μια αετοφωλιά.”
Ειμαι που ειμαι Αφώτιστος , παρακαλω φωτιστε με, τι μπορει να σημαινουν τα παραπανω;
2. “…..απο γόνατα που αγκίστρωσαν τη μέση μου,…”
“…σκίζω τα γόνατα μου και μετά τον σκοτώνω.”
Ο επιθεωρητης Αφώτιστος ανακαλυψε οτι κατι συμβαινει μετα γονατα (τα δικα της και του αλλου)
3. Μια μικρη ερωτικη Δημουλα (αυτο μπορει να ειναι καλο η κακο;)
4. Συνεχιστε. Με συνεση ομως, μην σας παρασυρουν οι προδρομες καλες κριτικες.
ωραία είναι
Η δυναμή τους βρίσκεται στό ότι περιγράφουν αυτά πού συμβαίνουν .
Η αδυναμία τους βρίσκεται στό ότι περιγράφουν αυτά πού συμβαίνουν.
θά έλεγα ότι αυτή τήν εποχή καλά θά είναι νά
βρεθεί καί αυτό πού συμβαίνει .
χωρίς καμμιά διάθεση κανενός συμβάντος
επαναλαμβάνω ότι ωραία είναι .
Μας προσφέρετε ένα συναρπαστικό ταξίδι στα μύχια της ψυχής μας μέσα από παράδοξες εικόνες. Με ιδιαίτερη χαρά να διαβάσουμε και κάποιο βιβλίο σας.
Κάποια είναι συμπαγή και γι’ αυτό ενδιαφέροντα. Άλλα μακρηγορούν όπως το τελευταίο.
Πολλά επίσης επίθετα που χρησιμοποιείτε δεν προσθέτουν τίποτα στο προσδιοριζόμενο. Ίσως μάλιστα κατορθώνουν το αντίθετο. Κάντε αν θέλετε μια άσκηση και ξαναδιαβάστε το κείμενο χωρίς καθόλου επίθετα για να δείτε πια πραγματικά δεν πρέπει λείπουν. Το ίδιο συμβαίνει σε αρκετές περιπτώσεις και με κάποια επιρρήματα αλλά και δευτερεύουσες επεξηγηματικές προτάσεις.
Το ΔΙΧΩΣ ΜΥΣΤΗΡΙΟ είναι το πιο καλό, υποκείμενο όμως κι αυτό στις παραπάνω επισημάνσεις μου. Ο επίλογος του θα μπορούσε να ήταν πολύ πιο δυνατός αν γραφόταν έτσι: Όποιος μου πετάει μέλισσες, αντιδρώ παράδοξα. Τον σκοτώνω!
Κατα την ταπεινή μου άποψη πάντα όλ’ αυτά! Να είστε καλά!
κάνε έναν κόπο περιηγητή να μας πείς ποιά επίθετα δεν προσθέτουν και γιατί στο προσδιοριζόμενο ώστε να έχουμαι μια σαφή εικόνα της πλαστικής σου άποψης !!
Άκανθε, προς τι το “πλαστικής σου άποψης”;
Δεν προσφέρουν τίποτε τέτοιες παρεμβάσεις, διαπλεκόμενες και μη.
To πρώτο ποίημα παρουσιάζει εξαιρετική συμπλύκνωση και λυρική πρωτοτυπία που όμως εξασθενούν σταδιακά μέχρι να φτάσει κανείς στο τελευταίο.
Δεν είναι εύκολο να ελέγξει κανείς τη ορμή της ποίησης που τον κατακλύζει αν δεν στήσει τα κατάλληλα αναχώματα, αν δεν διαθέτει τα κατάλληλα εργαλεία, να κυλήσει ανάμεσα τους και να διϋλιστεί ο χρήσιμος μόνο στίχος.
Ομως η κ. Λυμπερομπούλου έχει χαρίσματα που ακόμα και σε ενάμισυ – δυο καλά της ποιήματα μπορεί να κανείς να διακρίνει.
Ιδωμεν. Καλή δουλειά.
Σπύρο
το “πλαστική” με την ένοια του Plastic art της δομής εν άλλοις !
Αποδεκτόν! Συγνώμη τότε για την “αστοχη” παρέμβασή μου.
H ιστορία του επιθέτου-είναι η ιστορία του ποιητικού ύφους σε συνοπτική έκδοση.
Αλεξάντρ Βεσελόβσκι (1838-1906)
Μπράβο Έλενα ! Πολύ όμορφα !
@17
Φίλε Άκανθε,
δεν θα πω στην κ.Λυμπεροπούλου πως να ξαναγράψει τα ποιήματά της στίχο στίχο. Εγώ της πρότεινα μια άσκηση. Ας κάνει ότι νομίζει εκείνη. Δικά της είναι.
Από τα βάθη των ψυχώσεων μου, σας ευχαριστώ όλους πάρα πολύ, για τις παρατηρήσεις και την κριτική σας. :-))
Ευχόμεθα να πάς χειρότερα για να γράφεις καλύτερα !!!!!!
Με πολύ αυστηρά κριτήρια επιλέγω ανθρώπους δίπλα μου που θα με καταβαραθρώσουν για να εχω σίγουρη την αποτυχία της επιτυχίας μου…:-)
Το ειδωλο της ειδε/ σε επισκεψη τυφλου
Το χερι της /κοντο/ την αρτηρια δε φθανει
Μεγαλωνει το στιγμα/ κάθε πρωινο
Οι λεξεις τρεχουν/ το νοημα να προφτασουν.
Έλενα, φίλη μου, άργησα γιατί περίμενα να αρθρώσουν λόγο πρώτα οι επαΐοντες νάρκισσοι, αφού πρώτα καθρεπτιστούν στα νερά της διάνοιάς τους. Ευτυχώς οι αισθαντικοί αναγνώστες ήταν πολλοί.
Δέξου λοιπόν κι από μένα μια σύσταση.
Μη παίρνεις υπ’ όψη τίποτα από αυτά που σε συμβουλεύουν.
Συνέχισε να μιλάς με το μέσα σου, που ένα επιτυχημένο ποίημα περιέχει και πολλα από το μέσα των αναγνωστών του και συν-κινεί.
Συνέχισε απλά, όπως γράφεις, με μουσική, όπως γράφεις, με τη ζεστασιά του αισθήματος, όπως γράφεις, κοιτώντας στα μάτια όπως κοιτάς.
Δώρισέ μας κι άλλους τέτοιους στίχους, σπουδάζοντας ταυτόχρονα στο μόνο πανεπιστήμιο, αυτό της συνεχούς ανάγνωσης ποίησης και όχι κριτικής !!!
Τα ποιήματά σου δικαιώνουν τη θέση τους στην ποίηση.
μου αρεσαν πολυ οπωσ παντα αλλωστε μπραβο κοριτσι μου
Ένα είναι βέβαιο, πως η Ελενα Λ. γράφει ποίηση γιατί δε μπορεί να κάνει αλλιώς. Εύχομαι να βρω άλλα 364 ποιήματα της αύριο κι΄ όλας . Ο χρόνος είναι “ελάχιστο είδος”. Ας μην τον αφήσει να πάει χαμένος για κάποια άλλη
πρόσκαιρη αγάπη.
Ένα κρεσέντο σκληρού πόνου, που ήρεμα, ήρεμα ακούγεται σαν ψίθυρος στο άδειο δωμάτιο των αναμνήσεων. Μ όλα τα χρώματα μ’ όλα τα φώτα, μʼ όλα τα χώματα. Με τις κραυγές που πίσω από το τζάμι δεν τις ακούς, τις βλέπεις. Κι όλος ο βράχος σπάει και λύνεται μʼ ένα λυγμό από ήλιο μέσα στα σύννεφα του απογεύματος. Ο βαθύς κι εσωτερικός σουρρεαλισμός της Έλενας, με την πιο γνήσια φωνή του λυρισμού, συγκρούονται και δένονται σφιχτά σε κάτι που έγινε ποίημα, λίγο πριν γίνει ο άνεμος που φυσάει όλες τις μελωδίες. Από τις πιο τραγικές και μαύρες μέχρι την πιο λευκή δαντέλα μιας αγάπης ονειρικής. Εγώ μπρος την ποίηση της Έλενας παθαίνω. Και τελικά ανασταίνομαι.