[author]Του Κώστα Ρεούση[/author]

[αποσπάσματα αδόκιμης, ίσως ή μάλλον, λοξής γραφής]

Β΄. Οι αναβαθμίδες των υπεκφυγών

#3
Η πελώρια σύγχυση ενός προσκυνημένου αιδοίου συναντά το λειρί του κόκορα. Η αριστοκρατία κάνει τα κουμάντα της, θωρακίζοντας τα φέουδά της. Προσεκτικά διαλέγει τους δούλους που θα την υπηρετήσουν και γαμήσουν. Αγριεύει το βλέμμα υποκριτικά, κι αυτό είναι που της αφαιρεί την ψευδαίσθηση της επικράτειάς της. Ο μισταρκός δεν έχει λόγο να αποστρέψει το δειν του –το σταυρώνει και κατεβάζει την πίστη του μʼ όση χυδαιότητα αποκαθήλωσης αντέχει το σώμα και το πνεύμα να γεννήσει ενάντια στο λόγο.

#4

Το πρόσχημα της μπλόφας μίας θολής σαραντάχρονης επετείου: μποϊκοτάροντας το αλισβερίσι της εξαργυρωμένης μνήμης η πολιτεία δραπετεύει τα λύτρα. Η άρρωστη νήσος (Μιχάλης Εφταγωνίτης, Άρρωστη νήσος, Λευκωσία, 1994) έμπλεξε στις κατοπινές εκδοτικές της σημειώσεις έναν διπλωμάτη ποιητή, μαζί και τα μπούτια της. Σκουριασμένη παραμένει, ωστόσο, η πικρή αλήθεια των συνόρων.

#5

Στις αλωμένες βόρειες ακτογραμμές το πανηγύρι εκτοξεύτηκε τον προορισμό ενός γύφτικου σκεπαρνιού και μιας κατουρημένης ημισελήνου. Παλιάτσο σε θέλει πλέον ο Ιούλιος, νʼ ακροβατείς ανισόρροπα το γκρέμισμα της άραγε θύμησης ή νοσταλγίας.