Με τον ασυνήθιστα μακροσκελή, όσο και ενδιαφέροντα, τίτλο,Τα σκυλιά συνεχίζουν να είναι πιο τίμια από σένα, μας συστήνει ο Σταύρος Καμπάδαης τη νέα του ποιητική συλλογή που επανακυκλοφορεί, μετά την πρώτη της έκδοση το 2019, από τις εκδόσεις Ενύπνιο. Η ιδιαιτερότητα του τίτλου προκύπτει και απορρέει από τη σύγκριση του σκύλου με ένα υποκείμενο που μπορεί να είναι το «εσύ» ή ακόμα και το «εγώ» του ποιητή. Δεν ξεκαθαρίζεται, δηλαδή, με σαφήνεια αν ο ποιητής μιλά σε κάποιο άλλο πρόσωπο ή αν απευθύνεται στον ίδιο του τον εαυτό, κοιτάζοντάς τον μέσα σε ένα καθρέφτη που του στέλνει το είδωλό του. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο τίτλος αυτός δίνει, ευθύς εξ αρχής, το στίγμα και τη διάθεση του ποιητή: ειρωνεία, σαρκασμός και, την ίδια στιγμή, ειλικρίνεια και ευαισθησία.

Η συλλογή αποτελείται από τριάντα τρία ποιήματα – αριθμός, ίσως, όχι τυχαίος – και, με ένα πρώτο ξεφύλλισμα, διαπιστώνει κανείς όχι μόνο ότι είναι γραμμένα σε ελεύθερο στίχο, αλλά ότι τα περισσότερα από αυτά είναι ολιγόστιχα και, σχεδόν όλα, αποτελούνται από μικρό αριθμό συλλαβών σε κάθε στίχο. Αυτό το χαρακτηριστικό της συντομίας είναι που καθιστά τα ποιήματα του Καμπάδαη ευανάγνωστα, ταυτόχρονα,όμως, καίρια και καταλυτικά ως προς τη μετάδοση του μηνύματος που μεταφέρουν.

Χαρακτηριστική είναι και σε αυτό το βιβλίο, όπως και στις προηγούμενες συλλογές του ποιητή, η συνύπαρξη και η από κοινού λειτουργία ορισμένων στοιχείων που πιστοποιούν το γεγονός ότι ο ποιητής έχει ήδη διαμορφώσει την προσωπική του ποιητική, έχει βρει το δικό του στυλ ποιητικής έκφρασης, το οποίο τον καθιστά μια περίπτωση αναγνωρίσιμη και ξεχωριστή μέσα στο σύνολο των νεότερων ποιητών. Το πιο αξιοσημείωτο ίσως από τα στοιχεία αυτά είναι η χρήση του συμβόλου «+» αντί του συμπλεκτικού συνδέσμου «και» στο σύνολο σχεδόν τον ποιημάτων. Η προτίμηση αυτή έχει μεγάλο γλωσσολογικό ενδιαφέρον καθώς, σε πολλές περιπτώσεις, το «+» αυτό αποκτά προεκτάσεις και σημασίες που σε άλλη περίπτωση δεν θα είχε, καθώς υποχρεώνει τον αναγνώστη – χωρίς αυτός να το αντιλαμβάνεται – να νοηματοδοτήσει τη σύνδεση ανάμεσα στις προτάσεις και τους στίχους με τρόπο που ξεπερνά την απλή σύνδεση των νοημάτων.

Πέρα ωστόσο από αυτό υπάρχουν και άλλα γνωρίσματα που επανέρχονται στα ποιήματα και που δίνουν την αίσθηση μιας προσωπικής «φωνής». Η χρήση του πρώτου ενικού προσώπου, εν είδει εξομολόγησης, η δημιουργία ενδοποιητικών διαλόγων που διακρίνονται για την ένταση και το ρυθμό τους, αλλά και η ίδια η γλώσσα που αποφεύγει τα σχήματα λόγου και προβάλλει απλή, λιτή, ουσιαστική, κάποιες φορές αγοραία, συνθέτουν ένα ποιητικό σύμπαν που διακρίνεται για τη δύναμη και τη δυναμική του.

Η θεματική των ποιημάτων του Καμπάδαη εκκινεί από συγκεκριμένες κατευθύνσεις, από πηγές που συνιστούν κλασικά και αγαπημένα μοτίβα των ποιητών, παίρνοντας όμως κάθε φορά την απόχρωση που θέλει να δώσει ο ποιητής. Είναι φυσικά το θέμα του έρωτα, ο οποίος όμως φανερώνεται με τη σκληρή και ανάλγητη όψη του και προβάλλει ως ματαίωση ή διάψευση. Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα που ανοίγει τη συλλογή και που αποτυπώνει πολύ εύστοχα την αδυναμία ανταπόκρισης του ανθρώπου σε αυτό που ο έρωτας απαιτεί, σε αυτό που ξεκινά μετά και πέρα από τη σάρκα και που δεν είναι άλλο από την αγάπη. Δεν μπλέκω με ξανθιές / Είναι πολύ καθαρές / Θα τις βρομίσω / Αυτή όμως επέμενε / + ανταλλάξαμε σωματικά υγρά / Μετά γύρισα στη γωνία μου / Μου είπε / -Αφού πάρεις ό,τι θες / Μετά ούτε ν’ αγγίξεις / Ούτε να σε αγγίξουν / Γιατί το κάνεις; / -Είμαι σκύλος γι’ αυτό / -Άσε τα σκυλιά / Τα σκυλιά δεν ανταλλάζουν κόκαλα / Ανταλλάζουν αγάπη. Η ταύτιση του ανθρώπου με σκύλο απαντάται και σε άλλα ποιήματα («Για σένα λένε») για να καταδείξει την κατάπτωση του πρώτου και την υιοθέτηση εκ μέρους του ιδιοτελών και ωφελιμιστικών συμπεριφορών. Το θέμα του έρωτα εξετάζεται μέσα από πολλές και ποικίλες οπτικές γωνίες. Άλλοτε συλλαμβάνεται ως το στιγμιαίο συναίσθημα μιας ταραχής που δονεί το εσωτερικό του ανθρώπου, άλλοτε ως πολιορκία που παρέχει μια αίσθηση υπεροχής στον πολιορκούμενο και άλλοτε ως αδυναμία επικοινωνίας, επαφής και κατανόησης.

Ένα δεύτερο κύκλο αποτελούν τα ποιήματα που αφορμώνται και εμπνέονται από το ίδιο το ποιητικό γεγονός, την ποιητική πράξη. Ο διχασμός του ποιητή, διχασμός που προκύπτει από τη διάσταση ανάμεσα στη ζωή και την τέχνη, αποδίδεται έξοχα με του παρακάτω στίχους: Ο Σταύρος Καμπάδαης / βγάζει τον εαυτό του / νοκ – άουτ / + / είναι ο νικητής. Στο τελευταίο μάλιστα ποίημα της συλλογής αυτός ο διχασμός καταλύεται και καταργείται αφού ο ποιητής παραδέχεται ότι συλλαμβάνεται ως προδότης κάθε φορά που επιχειρεί να πει ή να κάνει κάτι ου δεν πηγάζει από τον ίδιο του τον εαυτό («Τελευταίο»).

Άλλα θέματα που απασχολούν τον ποιητή είναι αυτό της μοναξιάς και της επιθυμίας να αισθανθεί κάποιον πλησίον του, επιθυμία που είναι ανίκητη και, κάποιες φορές, τον οδηγεί σε παράδοξες και ασυνήθεις ενέργειες («+ όμως κινείται»). Η μοναξιά βέβαια μπορεί να γίνει εμμονή που κατατρέχει τον άνθρωπο και τον κάνει να μην αντιλαμβάνεται την παρουσία άλλων ανθρώπων τριγύρω του («-Καμιά φορά μιλάω μόνη μου –Είσαι τρελή; – Όχι μόνη») ή να ιδωθεί υπό το πρίσμα της οικογενειακής συνύπαρξης που οδηγεί τα μέλη της στο αλληλοφάγωμα και τον αλληλοσπαραγμό («Τσικνοπέμπτη»)

Κοντά στα παραπάνω στέκουν και κάποια ποιήματα που εκκινούν από ζητήματα και προβληματισμούς οντολογικής ή υπαρξιακής φύσεως, όπως, για παράδειγμα, η φύση του θεού και του ανθρώπου, η φθαρτότητα / των ειδών / + / η ματαιότητα / των ανθρωπίνων, η αδυναμία του ανθρώπου να ανατρέψει την ροή των γεγονότων, ιδιαίτερα όταν αυτά είναι δυσάρεστα και καταστροφικά, αλλά και οι αυτοκαταστροφικές τάσεις που πολλές φορές καθοδηγούν και κανοναρχούν τους ανθρώπους. Άλλοτε πάλι ο ίδιος ο ποιητής παραδέχεται ότι όσο μεγαλώνει τόσο περισσότερο προσγειώνεται και απέχει από το να κάνει όνειρα, άλλοτε αναμετράται με τη δειλία του συγκρινόμενος με κάποιον άλλο και άλλοτε οδηγείται σε μια κατάθεση ψυχής με αφορμή την ετεροχρονισμένη του παρουσία στις σημαντικές στιγμές της ζωής ή την ακατανίκητη τάση του να είναι βιαστικός και γρήγορος σε όλες του τις πράξεις. Παράλληλα, έχοντας πλήρη αυτογνωσία και αυτοσυνειδησία δεν διστάζει να δηλώσει: Πολλές φορές / όταν συναντώ / κάποιον / προσπαθώ / να γίνομαι αυτός / Να γίνω τα μάτια του / Να με δω από έξω / Όταν το καταφέρνω / με ό,τι βλέπω / ξενερώνω («Αν είχες ρίξει τις βρισιές στον εαυτό σου δεν θα τις έλεγες στους άλλους») ή να παραδεχτεί την δυστυχία του: Παίρνουμε το ίδιο φάρμακο / εσύ γιατρεύεσαι / εγώ γίνομαι χειρότερα / ίδια χάπι άλλος άνθρωπος / ίδια αρρώστια άλλος άνθρωπος / ΟΧΙ ΑΡΡΩΣΤΟΣ / ΟΧΙ ΑΣΘΕΝΗΣ / ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ («ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ ΕΠΑΙΡΝΑ ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΦΑΡΜΑΚΟ + Η ΑΡΡΩΣΤΙΑ ΣΙΓΑ-ΣΙΓΑ ΓΙΑΤΡΕΥΟΤΑΝ»)

Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ποιήματα που προσφέρουν μια διαφορετική, ανατρεπτική εκδοχή των αρχαίων μύθων ή, μάλλον, εκσυγχρονίζουν και αναπλαισιώνουν γνωστά θέματα και μορφές όπως αυτό της Μήδειας η οποία παραδέχεται: Σε μένα το έκανα / Εγώ ήθελα / να τιμωρηθώ / Να πονέσω / για να νιώσω / ζωντανή («Η Μήδεια είναι του Ευριπίδη ή του Σοφοκλή;»). Η σχέση του ποιητή με την αρχαιότητα προβάλλει και μέσα από άλλα ποιήματα που εμπνέονται από τα μουσεία τα οποία στοιχειώνουν αμέτρητα / αρχαία / σαν νεκρά σώματα / που / εσύ / δεν θα / δεις / ποτέ («Όταν σκάβω μέσα μου + βρίσκω αρχαία»).

Η συλλογή του Καμπάδαη είναι μια συλλογή ανατρεπτική, μια συλλογή θαρραλέα από έναν ποιητή που δεν μασά τα λόγια του αλλά αφήνεται και αφήνει τον εσωτερικό του κόσμο, την ψυχοσύνθεσή του, τον πλούσιο ψυχισμό του να πλημμυρίσει το χαρτί και να δημιουργήσει στίχους που μπορεί μεν να μην διακρίνονται για το λυρισμό τους, χαρακτηρίζονται όμως από ξεχωριστή διαύγεια και ένταση. Στίχοι μεστοί, ουσιαστικοί, εύστοχοι, στίχοι που φτάνουν το μαχαίρι στο κόκκαλο και παράλληλα δεν φοβούνται να ξεγυμνώσουν και να αποκαλύψουν την αλήθεια αυτού που γράφει.