Ο ΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Τ’ ΑΓΚΑΘΙ

 

Τι είναι ζωή; Στατιστική μάιν χερ, είπε κάποιος

και ξέρουμε δα τον εφευρέτη της κόλασης

το τυράκι των πειραματόζωων

την εθνικότητα του πόθου

τη δυναστεία της πληροφορίας.

Στους χιμαιροβοσκούς διακρίναμε τον εθισμό απ’ τη συγκίνηση

καταγράψαμε τις αποχρώσεις της σκιάς.

Ξεμπερδέψαμε με την ιστορία

με το μίσος για την ατέλεια και το πάθος για το αδύνατο;

Μπορεί το κάποτε να σημαίνει πριν μετά ή ποτέ

μπορεί πάλι να γυρίσουν οι εποχές ανάποδα

να συμβεί ό, τι δεν φανταστήκαμε καν.

Πότε ακούσατε τους λυγμούς των φυτών

αν ξέφυγε κανείς απ’ τη σπηλιά του πλάτωνα

αν οι ανθρώπινες αναζητήσεις έχουν σκοπό μοναδικό

να δώσουν αίγλη στο εφήμερο;

Η ζωή δεν είναι ερωτήματα μάιν χερ ούτε σχόλια

χρόνος είναι του εφικτού προσκλητήριο στιγμών

ιστός που φτάνει μέχρι το έσχατο αστέρι

αγκάθι που βυθίζεται στη σάρκα του αισθητού.

Τι σχέση μπορεί να ‘χει η πραγματικότητα

με τα σενάρια των πιθήκων που στάθηκαν στα δυο

κι έγιναν σκηνοθέτες του αόρατου;

*

ΓΕΡΙΚΟ ΑΙΜΑ

 

Γερνά το αίμα γίνεται στεναγμός.

Σ’ εποχές γενικής αμνησίας τι ψάχνεις τις πέτρες;

Συγκατάθεση δώσε στο φως.

`

*

Τώρα τι;

 

Η ζωή μου ένα στακάτο.

 

*

 

ΣΑΝ ΤΑ ΠΑΛΙΑ

 

Πρωινό πανηγύρι

φωτεινό το παράθυρο

σαν του ύπνου εξώφυλλο

πινελιά μεσοπέλαγη

 

στιχομύθευμα πρόχειρο

για γαλάζια νησιά

με τη μνήμη ανάσκελα

μες τη ρέμβη του τίποτα.

 

Τι απόμεινε ρώτησες

στο βυθό της μωρίας

μα δεν πήρες απάντηση

και πεντάρφανος έσκυψες

 

σε μια πρόσκαιρη πλάνη

τον ανάπαιστο δίπλωσες

μες στο σούρουπο τέντωσες

ορισμό επιστράτευσες πάλι.

`

*

 

Μοίρα μου είναι ο δρόμος

τα μύρια αδιέξοδα, είπες

κι άλλαξες ρότα

κατάντησες δίλημμα

έγινες ο ηλίθιος των δυο

ημισφαιρίων

πα πα πα

πώς θα σε βρει

το ξημέρωμα

περίπλοκο

ζήτημα εξαιρετικό.

 

*

ΟΡΙΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΒΡΟΧΕΡΗΣ ΜΕΡΑΣ

 

Τα σπουργίτια ξεκίνησαν το κουβεντολόι στον κήπο με τις λεμονιές.

Με καταιγίδες τελειώνει ο νοέμβρης απεργίες πορείες πολλούς διχασμούς.

Πόλη ζητιάνα η αθήνα, παράκρουση στην αιθαλομίχλη.

Υπέρβαροι πάνω σε βέσπες, νέοι γέροι αρμενίζουνε μ’ έναν καφέ στο χέρι.

Υπάρχουν όμως οάσεις, όνειρα από μάρμαρο γυναίκες γλυκές

φολκλόρ καρτέλ al circo greco νυχτόβιο χρήμα δάση καμένα κρίμα!

Χώρα υποτελής στο νερό, κάθε που βρέχει κυκλοφορούν γόνδολες

στους δρόμους.

Το αττικό φως δεν κουράστηκε ακόμη να δικάζει τα σύννεφα.

Ποια γλώσσα μιλιέται τελευταία, είναι νωρίς να πει κανείς

τα δισύλλαβα πάντως θριαμβεύουν.

Ψιχαλίζει, τα σπουργίτια σώπασαν, ο κήπος με τις λεμονιές

θα ντυθεί νεροποντή και σκοτάδι.

 

*

Συνδέθηκες άρα υπάρχεις.

 

*

 

ΠΑΓΟΔΡΟΜΙΟ ΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

 

Μ’ εκπόρθησαν οι κώδικές σου

και πώς να συντάξω προσωπικό

λεξικό; Άγρυπνος καταπίνω ειδήσεις

διαφημίσεις για το κενό.

 

Εκτροχιάστηκαν οι σκέψεις μου

το θέλω μου είναι μεταβλητό.

Εσύ ο γκιούλιβερ εγώ ο νάνος

με δίχως πρόσωπο κλωστές κρατώ.

 

 

Αλγόριθμε κύριε του μηδενός

μιας άλλης φύσης κυβερνήτη

μ’ εξοστράκισαν οι εντολές σου

στο σύμπαν μ’ έστειλαν του κανενός.

 

*

 

ΔΕ ΘΑ Μ’ ΑΡΕΣΕ να καταντήσω γερομαλάκας

σ’ ένα παγκάκι στρωμένος

που βλαστημά στη θέα νεαρών ζευγαριών

καθώς χαριεντίζονται και φλυαρούν

να τρώω σούπα χωρίς κοπτήρες

τα σάλια να σκορπάνε στο διάστημα

μ’ ένα τραπεζίτη σε θέση μάχης

για μια μπουκιά ψωμί

με πρησμένο προστάτη

και τα ρο κάποιου έρωτα

να μένουν γραπτά μόνο γιατί σ’ αγάπησα

αλλά γιατρειά δεν είδα

να βρω φίλους αντίξοους ασκημένους στο ύφος

να κελαηδούν: ω ελλάδα τι φασολάδα!

όλα αυτά είναι στενάχωρα όπως μια ματαίωση

αστοχία έστω ή μια θλιβερή συνάρτηση ανθρώπων

άτολμων για κουβέντα

 

δε θα μ’ άρεσε ν’ αναρωτιέμαι

που πήγαν τα ευχάριστα

ενώ υπάρχουν τόσα δυσάρεστα

λόγου χάρη τα νοητικά σκουλήκια

βάσανα πολλαπλών επιλογών

να μιλώ για όσα δε μ’ αρέσουν

για το μέλλον του πλανήτη

τις βιβλικές καταστροφές

την τρύπα του όζοντος

τα παιδιά που πεθαίνουν

τις φωτιές τους σεισμούς

τους εξωγήινους

τις χοντρές που αναφωνούν:

μου λείπουν τα λίπη

παναγία μου, τι καιρός!

ναι, είναι τόσο στενάχωρα όλα αυτά

 

*

 

ΛΕΥΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ

 

Όταν πεθαίνουν οι λέξεις γίνονται στοχασμοί

φύλλα που φύσηξαν μυριάδες στόματα

κρυμμένα σύμφωνα μες στη βροχή

κόμποι λυμένοι σε χέρια νεκρά.

 

Όταν πεθαίνουν οι λέξεις γίνονται μάρτυρες

άδοξου μίσους λαμπρών γιορτών

άνεμος και ταραχή μυαλών

μνήμη ασήκωτη κατακλυσμοί

μέθη και στρόβιλοι

λιτανείες κατάρες ευχές.

 

Όταν πεθαίνουν οι λέξεις

σέρνονται σε λεξικά

και τραγουδούν αιθιοπικά.

 

Όταν πεθαίνουν οι λέξεις πεθαίνεις εσύ.