ΑΓΟΡΑΣΜΕΝΗ ΦΗΜΗ

Η αγορασμένη μου φήμη
πλέχτηκε από διδασκάλους των Γραφών
από γλώσσες διχαλωτές
ύφανση χαλαρή
προέβλεψε κενά για τα επιφωνήματα.
Χειμώνας μόνος
πληθωρικά καλοκαίρια
ξοδεμένος χρόνος
ονειρικοί χάρτες ναρκών
ξεφεύγοντας από τούς εφιάλτες
πρώτη συνάντηση
με τη σιωπή
που δεν μιλάει
χτενίζει τα μαλλιά της
μετά τα απλώνει σε μια
νεροτριβή θορύβων.
Θέλω να αγοράσω όλη τη σιωπή τού κόσμου
να τη φορέσω πάνω από τα επιφωνήματα
να μη ντρέπομαι για τη γύμνια
μιάς ασταθούς ισορροπίας
Θέλω να αγοράσω τη σιωπή
ρευστή ακόμα
και να περιχύσω τούς διδασκάλους των Γραφών
Θέλω να σφραγίσω τα Σόδομα και Γόμορρα τού Λόγου.
Να περνώ κάθε πρωί από μέσα τους
στο δρόμο για τη δουλειά
χειροκροτητές
αγάλματα με στοιχειωμένους συλλογισμούς
στο κεφάλι
και να τούς επιστρέφω καθημερινά και λίγα από τα επιφωνήματα τους.
Θέλω να αγοράσω τη σιωπή ζεστή ακόμα
και αν δεν καταφέρω ένα πλήγμα
ένα διάλειμμα, μια διαίρεση στη μέρα
τουλάχιστον για ένα λεπτό σιγής θα φτάσει
και από κει να ξεκινήσω.
Θέλω να αγοράσω τη σιωπή
μα όπως άκουσα δεν αγοράζεται πια
την κλέβεις νύχτες αν την ποθείς
όταν οι φύλακες παραδίδονται στα λόγια.

`

*

ΤΑ ΧΕΡΙΑ

Τα χέρια που υψώθηκαν για να με χτυπήσουν
ή να με χαιδέψουν
υψώθηκαν πάνω μου σαν ένας ουρανός
πότε φορούσαν δαχτυλίδια
και πότε χειροπέδες
πότε δασύτριχα
πότε μικροί βραχίονες
φωτισμένοι με ένα μικρό χνούδι
έτοιμοι να χειροδικήσουν για χάρη μου
πότε παράλληλα προς την αλήθεια
πότε εφαπτόμενα τού ψέμματος
πότε οπλοφορούσαν
πότε ειδοποιούσαν τις χορδέςενός βιολιού
και εγένετο φως , εγένετο ήχος
,πότε με περιποιημένα νύχια
πότε με μαύρη υπόνοια κούρασης ,υπόνοια βρώμας
υπόνοια έλλειψης προσοχής στην καθαριότητα
υπόνοια έλλειψης σχολαστικότητας.
Τα χέρια αν παραλείψουμε όλα τα άλλα
φτιάχνουν αγκαλιές και προσκεφάλια
τα δικά σου με βαμβακερή αγάπη
με υποδέχονται μέσα στη νύχτα.

`

*

ΕΘΕΑΘΗ Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΣΟΥ

Εθεάθη η μοναξιά σου
πάλι και πάλι
στο πλευρό ανθρώπων
στο πλευρό καιρών αστατων
στην άκρη τού κρεβατιού
περίσσεια κουβέρτας
κρόσσια χαράς
ξέφτια λύπης
εθεάθη
με βλέμμα βαθύ
προβολείς προς τα μέσα
ο κρατούμενος διπλωμένος στα δύο
να μιλάει και να στίβει τις λέξεις
να μικραίνει τής αλήθειας το φως
πότε πιάνεται σε κρόσσια χαράς
πότε σε ξέφτια λύπης
ποδοπατήθηκε εγκαίρως ευτυχώς
και ξέρει
πόσο καλά πληρώνει το σκοτάδι
για κάθε διακοπή φωτός εντός του.