
`
Ένα ποιητικο «ηφαίστειο» που αναβλύζει άπλετο φως, καθάριο λυρισμο και αγάπη!
`
Ο ποιητης Ανδρέας Σισμάνης, που χρονολογικα ανήκει στη γενια των Κυπρίων ποιητων που εμφανίσθηκαν μετα την Ανεξαρτησία του νησιου, έχει να παρουσιάσει δουλεια-του στο ελληνικο αναγνωστικο κοινο εδω 34 χρόνια! Αρκει να θυμίσω πως η τελευταία ποιητικη συλλογη-του εκδόθηκε το 1983 και έφερε τον αδόκιμο τίτλο Κύπρος των ηρώων και της ηρωίνης. Όμως, όπως με ευχαρίστηση διαπιστώνω, τα «όπλα»-του δεν σίγησαν όλο αυτο το μακρυ χρονικο διάστημα που διέρρευσε απο την έκδοση της τελευταίας συλλογης-του μέχρι σήμερα. Δηλαδη δεν έπαψε να γράφει και να σχίζει αλλα και να ξεχωρίζει κάποια γραπτα ποιητικα κείμενά-του, τα οποία φύλαγε στα συρτάρια του γραφείου-του. Με δυο λόγια δεν έπαψε να δημιουργει ωραία και αυθεντικη ποίηση. Ποίηση αρκετα υψηλου επιπέδου, τόσο απο την πλευρα του πλούσιου περιεχομένου-της όσο και απο την πλευρα της αισθητικης τελειότητάς-της. Στοιχεία τα οποία εύκολα μπορει νʼ αντιληφθει ο αναγνώστης μέσα απο τα λίγα (έστω) αποσπάσματα που παραθέτω στη συνέχεια.
Θέλω να επισημάνω, με όλα αυτα που ανέφερα πιο πάνω, πως ο Ανδρέας Σισμάνης, όλο αυτο το μακρυ χρονικο διάστημα της ανεξήγητης σιωπης-του, απορροφούσε σαν σφογγάρι γνώσεις, ιδέες, εικόνες, ήχους και λόγια. Γενικα απορροφούσε τέχνη και τεχνικη ή διάφορα ακούσματα τα οποία αποθήκευε στη μνήμη-του, για να αποτελέσουν την πρώτη και ακατέργαστη ύλη πάνω στην οποία θα δούλευε για να πλάσει, όταν θα ερχόταν η κατάλληλη ώρα, τα καινούργια ποιήματά-του.
Αποτέλεσμα αυτης όλης της ποιητικης άσκησης, ή, καλύτερα, της ποιητικης διεργασίας, είναι η καινούργια πολυσέλιδη συλλογη-του (ξεπερνα τις 170 σελίδες), που κυκλοφόρησε το 2016 και φέρει τον ευφάνταστο τίτλο Εγω ειμι ο έρως, των εσταυρωμένων τα όνειρα. Μια πολυδύναμη συλλογη μέσα απο την οποία ο ποιητης Ανδρέας Σισμάνης φανερώνεται σαν ένα ηφαίστειο που κοχλάζει και βρυχάται ακατάπαυστα! Ένα ασύλληπτο σε διαστάσεις ηφαίστειο που επαναλειτούργησε με θεαματικο τρόπο, παρόλο που κάποιοι πίστευαν (ανάμεσα σε αυτους και ο γράφων) πως η φωνη του Α. Σισμάνη σίγησε εδω και δεκάδες χρόνια! Και αυτο γιατι, πριν μερικα χρόνια, κανένας απο τους αναγνώστες ή τους φίλους του δεν μπορούσε νʼ αντιληφθει πως στα υπόγεια έγκατα αυτου του φαινομενικα ανενεργου ηφαιστείου, δηλαδη στην πλατια και βαθια ψυχη αυτου του πνευματικου ανθρώπου, συντελείτο ένας τόσο δημιουργικος αναβρασμος, με αποτέλεσμα όταν ήλθε η στιγμη της αναπόφευκτης έκρηξης νʼ αναβλύζει απο μέσα-του, αντι φωτια και λάβα, απαστράπτουσες και απαράμιλλες εικόνες (κυβιστικης, εξπρεσιονιστικης, σουρεαλιστικης ζωγραφικης), άπλετο φως, καθάριος λυρισμος αλλα και άδολη αγάπη. Με δυο λόγια νʼ αναβλύζουν απο μέσα-του, όπως καθάριο αρτεσιανο νερο, άφθονοι αέρινοι και φωτολουσμένοι στίχοι με αποτέλεσμα η πλάση γύρο-του να γεμίζει με ποίηση!
Θα γράψει στο πρώτο ποίημα της συλλογης:
«Στο παμπάλαιο βιολι της φωνης-μου
οι χορδες συσπούνται πάλι
μέσα στα αίματα
΄΄όταν χαμηλώνουν τα μαχαίρια
και καρφώνονται μέσα στο κορμι-μου΄΄»
`
Η συλλογη αποτελείται απο δύο μεγάλες (όμως αδιαίρετες) συνθέσεις και πολλες ενότητες. Η πρώτη σύνθεση φέρει τον τίτλο Εγω ειμι ο έρως και αποτελείται απο τις ενότητες Του έρωτα θεϊκο αρχέτυπο και Πάθος το εγγενες. Η δεύτερη σύνθεση τιτλοφορείται Των εσταυρωμένων τα όνειρα και αποτελείται απο τις ενότητες Ονείρων το ρηξιγενες, Θαυμάτων και ονείρων και Έσχατη απόκριση, τα όνειρα.
Συνολικα και οι δύο συνθέσεις περιέχουν 50 ποιήματα, όλα σε ελεύθερο στίχο, που άλλα είναι πολύστιχα και φθάνουν μέχρι τις 12 σελίδες (!), όπως το αριστουργηματικο ποίημα «Ο πανικος της καρδιας», και άλλα ολιγόστιχα, που ολοκληρώνονται μέσα σε επτα μόνο στίχους, όπως το ποίημα «Ουράνια σύμπραξη». Στη σελίδα 46 και συγκεκριμένα στους πρώτους στίχους του ποιήματος που τιτλοφορείται «Η ποίησή-μου», ο Α. Σισμάνης μας προδιαθέτει πως:
«Η ποίησή-μου ελεγείες και ωδες,
ανελέητα όρη δύσβαστα με κορυφογραμμες χαμένες
στα πολύχρωμα γένια τʼ ουρανου,
σε άνθη πελώρια που υμνουν τʼ ασημόχρυσο ωραίο φως»
`
Δίνω στη συνέχεια και τʼ ολιγόστιχο ποίημα «Ουράνια σύμπραξη» που διακρίνεται για το δωρικο σμίλευμά-του, εννοω την λεκτικη οικονομία-του. Επίσης εντυπωσιάζει με τα πολλα συμπυκνωμένα νοήματα και μηνύματα που μεταφέρει:
Κομήτη στάσου. Πού τρέχεις;
Μην ολοφύρεσαι! Άκουσε-με!
Σπαρταράει ο σπόρος στα σπλάχνα τʼ ουρανου
καθως η φωνη-μου (πολύπαθη) ραγίζει.
Ο δικος-μου ρυθμος
μεστωμένο χαμόγελο χλωμου σιταριου,
καθως βραδιάζει στη γη των νεκρων».
`
Ο ποιητης, όπως διαπιστώνω, καταπιάνεται με τα ίδια σχεδον θέματα και στις δύο συνθέσεις του βιβλίου, όπου στο τέλος όλα μαζι καταλήγουν να φαίνονται σαν ένας πολύστιχος και μεγαλόπνοος ύμνος για τη ζωη, τον έρωτα, το φως και την χαρα αλλα και ως ένας ύμνος στην πατρίδα, την προδομένη επανάσταση, τα δολοφονημένα όνειρα και την «ανάπηρη» ελευθερία-του, (ιδεατη, πνευματικη και σωματικη), δοσμένα όλα αυτα τα αισθήματα και συναισθήματα μέσʼ απο μία ήπιας μορφης υπερρεαλιστικη γραφη. Γραφη όμως ζωντανη και ρέουσα, άφθαρτη, αμάραντη και δροσερη που διακρίνεται, συν τοις άλλοις, και για τη μουσικότητά-της αλλα και το πλούσιο λεξιλόγιο-της. Απαραίτητα υλικα με τα οποία είναι δομημένη η γραφη του Α. Σισμάνη.
Όλα αυτα βέβαια συγκροτουν μία αυθεντικη και στέρεη ποίηση που εδράζεται, όπως ανάφερα, σε 50 ποίηματα, όπου ανάμεσά-τους παρελαύνει (ψηλα) ένα ολόκληρο σύμπαν μαζι με τους γαλαξίες, τους ουρανους, τους ήλιους και τʼ αστέρια-του αλλα παραλεύνει (κάτω) και ένας ολόκληρος κόσμος μαζι με τους ανθρώπους, τα πουλια, τις σταγόνες του νερου και τους κόκκους του χώματος, που είναι αρκετα νομίζω όταν απλωθουν να φτιάξουν τις θάλασσες και τις στεριες-μας. Ποίηση πανανθρώπινη που περιέχει τόσες και τόσες αναμετρήσεις της ζωης με τον θάνατο και αποπνέει αιωνιότητα.
Γενικα ομιλώντας για την ποίηση του Α. Σισμάνη, όπως αυτη προβάλλει μέσʼ απο την υπο αναφορα συλλογη-του, θα έλεγα πως αυτη κινείται κυρίως στο επικο, λυρικο και ερωτικο κλίμα. Ακολουθουν κάποιοι ενδεικτικοι στίχοι που αποπνέουν επικο κλίμα:
«Θα πεθάνω με τα κυπριακα χέρια-μου κομμένα
ξεχασμένα στους γκρεμους του Πενταδάκτυλου
να μουτζώνουν τη λογικη,
την πατρίδα των απατεώνων
και την τρέλα των αφελων,
με τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα,
παράσημο, παράσιτο, παράπονο παραθανάτιο». (σελ. 50)
`
Δίνω στη συνέχεια και κάποιους στίχους με ερωτικο περιεχόμενο:
«Τώρα ξέρεις πως η άλλη όχθη υπάρχει,
κάτω απο τις αμυγδαλιες που άνθισαν
το χιόνι λιώνει συλλαβίζοντας τʼ όνομά-σου,
ο κόσμος αναδύεται στα μεγάλα μάτια-σου,
δύο αχτένιστοι βολβοι, μέλι η πλάση
να τους απλώσεις στα πόδια της αγάπης,
της άνοιξης κλαδάκι
στην καθημερινη-μας παλάμη». (σελ. 26)
`
Προκαλουν πάντως μεγάλη εντύπωση, καθως και συγκίνηση, στον αναγνώστη η πληθώρα των ερωτικων στίχων που παρελαύνουν μέσα απο αυτη την ποιητικη συλλογη! Σίγουρα, μέσʼ απο αυτους τους στίχους, αποδεικνύεται πως ο έρωτας είναι ζωογόνο και δημιουργικο στοιχείο για τον ποιητη Ανδρέα Σισμάνη αλλα και για κάθε γνήσιο, πιστεύω, ποιητη. Είναι η φλόγα που κρατάει διαρκως αναμμένο το φιτίλι της έμπνευσής-του και γενικα της ζωης-του. «Η αγάπη-σου μαχαίρι στην καρδια-μου δίκοπο/ και χέρι ευλαβικο του ήλιου/ στο χιόνι της ψυχης-μου», θα πει στο ποίημα «Αγάπη δίκοπη».
Ο Α. Σισμάνης όμως, με μεγάλη επιδεξιότητα και μαστορια, σκόπιμα δεν αφήνει νʼ αντιληφθει ο αναγνώστης-του προς τα που απευθύνεται ή προς τα που εκδηλώνεται ο έρωτάς-του, όπως ακριβως συμβαίνει με κάθε μεγάλο και αληθινο ποιητη. Δηλαδη δεν αφήνει περιθώρια για νʼ αντιληφθούμε αν ο έρωτάς-του απευθύνεται προς το καλλίγραμμο σώμα ή προς το πανέμορφο πρόσωπο μίας θεϊκης γυναίκας ή αν αυτος ο έρωτας εκδηλώνεται προς το αιώνιο, όμως λεηλατημένο σώμα της πατρίδας-του.
Ακόμη, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο απο τον αναγνώστη και το γεγονος της χρησιμοποίησης της λέξης «αγαποχώρα». Μια λέξη νεόπλαστη, απο τις αγαπημένες του ποιητη, που ακούγεται δεκάδες φορες στην εν λόγω συλλογη και που θυμίζει έντονα τη λέξη «ερωταγάπη» του αξέχαστου Γεώργιου Σαραντάρη.
«Πως να χειρισθω την αγάπη-σου
χωρις μάτια, χωρις χέρια, χωρις χείλη, χωρις αίμα;
Δώσε-μου για σήμερα τα μάτια-σου,
τα χέρια-σου το δείλι,
τα χείλη και το αίμα-σου
νύχτα χωρις φεγγάρι.
Η αγάπη-σου υγρη,
κλειδαρια καθαρη,
στο μυστικο κοιτώνα της καρδιας-μου,
σʼ εξοχικη καλύβα τʼ ουρανου
στα χείλη της Αρχαγγελικης λίμνης,
καθως απο τις μαγικες πηγες των ερώτων
η ευδαιμονία κατρακυλάει στα πόδια-σου,
που γοργα ανασαίνουν
το φλογισμένο κλειδι μου προσμένοντας.
Στο περιβόλι τʼ ουρανου θα σμίξουμε,
μέσα στις μαύρες τουλίπες
με τα βαμβακερα χείλη
και στα ηφαίστεια θα σβήσουμε
μέσα στη φλογισμένη θάλασσα,
των αιμάτων της γης,
της δαιμονικης σιγης,
του Νιρβάνα των ποιητων
και των άμοιρων ερωτευμένων.
Ω, πόσο θαʼ θελα η αγάπη-σου να μισοκοιμάται,
πουλάκι της ειρήνης,
μέσα στις πευκοβελόνες του ήλιου,
λουσμένες στο χαμόγελο της μελωδικης καρδιας-μου
μιαν άνοιξη λιγνη». (σελ. 18-19)
`
Δεύτερη (μεγάλη) εντύπωση στον αναγνώστη προκαλουν τα πολλα και διάφορα αποσπάσματα απο αρχαίους και σύγχρονους ποιητες και συγγραφεις που ενσωματώνει, με αρκετα αριστουργηματικο τρόπο, θα έλεγα, ο Α. Σισμάνης στη δικη του δημιουργία. Εννοω τα ξένα ποιητικα αποσπάσματα που δανείζεται απο άλλους δημιουργους για να μπολιάσει τη δικη-του ποίηση. Αποσπάσματα απο τον Όμηρο, τους αρχαίους τραγικους (Σοφοκλη, Αισχύλο, Ευριπίδη), τον Σολωμο, τον Ελύτη, τον Σεφέρη, αλλα και απο τα εκκλησιαστικα κείμενα και την θρησκευτικα ποίηση. Αξίζει νʼ αναφέρω πως στις μέρες μας είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις όπου σύγχρονοι δημιουργοι, ειδικα ποιητες, αφομοιώνουν και συνδυάζουν με τέτοια αρμονία και λειτουργικότητα ατόφια αποσπάσματα μεγάλων αρχαίων συγγραφέων στη δικη-τους δημιουργία! Ανάμεσα στους λίγους, βέβαια, ένας τέτοιος χαρισματικος δημιουργος είναι σήμερα και ο Ανδρέας Σισμάνης.
Επομένως ο αναγνώστης που θα πάρει στα χέρια-του για να διαβάσει τη συλλογη Εγω ειμι ο έρως, των εσταυρωμένων τα όνειρα δεν πρέπει να ξαφνιαστει όταν στʼ αυτια-του φθάνουν συνεχως απόηχοι απο την Οδύσσεια του Ομήρου, τις Βάκχες του Ευριπίδη, τις Χοηφόρες του Αισχύλου, το Άξιον Εστι ή το Μονόγραμμα του Ελύτη, το Άσμα Ασμάτων του Σολομώντας, την Αποκάλυψη του Ιωάννη, τη Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου κ.ά.. Το ποίημα «Βλέμματι απαλω στήριξον-με» είναι ενδεικτικο της πιο πάνω επισήμανσής-μου. Δίνω μερικους στίχους απο το ποίημα:
«΄΄Εν τη αγάπη-σου εξάξεις
εκ θλίψεως την καρδία-μου΄΄.
Τώρα βλέπω τον ήλιο
μέσα απο τα δικα-σου μάτια,
πίνω τη γαλήνη
μέσα απο το δικο-σου στόμα,
αγγίζω τα θεμέλια των πληγων-μου
με τα δακρυσμένα-σου δάχτυλα,
καθως αντικρίζω τη μαύρη σιγη των γκρεμνων
με τα χαμόγελα των πεθαμένων,
τα μεγάλα πλατάνια που τραγουδουν,
το χαμένο καβαλάρη του φωτος,
τις σελίδες της αλιείας,
το διάτρητο σκεύος με τους πλοκάμους του έρωτα
να σπαρταρουν παράλογα.
΄΄Χαίρε, νεφέλη ολόφωτε,
η τον πιστον-σου απαύστως επισκιάζουσα΄΄». (σελ. 102)
`
Στα θετικα του βιβλίου θα πρέπει να προστεθει και η εκτυπωτικη αρτιότητά-του. Γενικα η όλη καλαισθητικη εμφάνιση του βιβλίου, που πρέπει νʼ αναφέρω ό,τι εκδόθηκε στην Λευκωσία, απο τον εκδοτικο οίκο Πάργα.
Καταλήγοντας, θέλω να επαναλάβω για άλλη μία φορα πως ο Ανδρέας Σισμάνης, με την τελευταία συλλογη-του, έχει προσφέρει στο αναγνωστικο κοινο μια σπουδαία ποιητικη δουλεια. Εννοω πως δημιούργησε γνήσια, αληθινη και αξιοθαύμαστη ποίηση! Κυρίως δημιούργησε μία ποίηση πέρα για πέρα ελληνικη! Η συλλογη-του Εγω ειμι ο έρως, των εσταυρωμένων τα όνειρα είναι σίγουρα μία απο τις σημαντικότερες καταθέσεις που δέχθηκε, τα τελευταία χρόνια, το χιλιόχρονο χρηματιστήριο της ελληνικης ποίησης, η οποία ταυτόχρονα (και παράλληλα) εμπλουτίζει και το μεγάλο αλλα ιδιόμορφο κεφάλαιο που λέγεται κυπριακη γραμματολογία.