Aυτό το πρωί
Ήταν κυνηγημένο

Κρύφτηκε
Μέσα στη βροχή.

………………….

Το πρωί

Όλη η μουσική
Των βουβών θάμνων.

…………………

Ξέρω να μιλώ
Στʼ αηδόνι.

Η απόδειξη:
Μου απαντά

Και το τραγούδι του
Μπαίνει μες στο βασίλειό μου.

Ταΐζει τη σιωπή.

………………………

Αυτή έχει τη φωνή
Των πουλιών

Όταν η άνοιξη
Τα συντηρεί.

…………………………..

Για να ταξιδέψεις
Δε χρειάζεται να κινηθείς,

Κοίταζε κοντά και μακριά
Μέσα στο πρωί.

…………………………

Tα σύννεφα έχουν όλα τα δικαιώματα
Και ο αέρας είναι συνένοχός τους

Κατάκτησαν τον ουρανό και τα μάτια σου
Αλλά από τότε

Που τα έχεις διασχίσει
Έχασαν τον εαυτό τους.

…………………………………..

Το πρωί
Υπάρχει μια σιωπή

Χρωματισμένη
Από τα μακρινά.

………………………………..

Το μήλο
Πάντα ξαφνιασμένο

Να είναι το ίδιο και όχι το ίδιο
Μέσα στο πρωί.

………………………..

Το πρωί
Το φως

Νομίζει πως αγγίζει το χέρι μου
Για πρώτη φορά.

………………………………

Είμαι εγώ
Ή δεν είμαι εγώ

Αυτό το άσπρο σύννεφο
Με τα μπλε μάτια,
Τα στρογγυλά μάγουλα,
Ένα κοντό μούσι,

Αυτό το μικρό σύννεφο
Που όλα τα κοιτάζει

Με τη φιλία
Που έχει γιʼ αυτόν τον ίδιο;

…………………………….

Ο αέρας
Κατοικείται από ποτάμια
Που δεν τα βλέπουμε.

Αυτή είναι ο ωκεανός τους.

………………………….

Όταν αυτή είναι εκεί
Η σκιά γίνεται ημίφως.

…………………………

Υπομονή, υπομονή,
Τα άστρα!

Έχω με κάτι νʼ ασχοληθώ
Χωρίς εσένα.

………………………….

Ευτυχία να διαπιστώνω
Πως μες στη σφαίρα μου

Η σιωπή και η χαρά
Μπερδεύονται.

……………………………

Κατά τη διάρκεια της νύχτας
Κάθε φύλλο ήταν μόνο

Το πρωί
Ξαναβρίσκει συντροφιά.

………………………………

Μέσα στο βασίλειό μου
Ένα ποτάμι
Κυλά πολύ αργά

Δεν κάνει κανένα θόρυβο,
Υπόσχεται την αιωνιότητα.

………………………………

Μέσα στο βασίλειό μου
Αισθάνομαι ξαφνικά να περνά από μένα

Η μόνιμη διασταύρωση
Του διαστήματος και του χρόνου.

……………………………………..

Αυτή κουβαλήτρια
Τόσης γλύκας
Για να μπορέσει να την κρύψει.

…………………………………….

Γλίτωσε
Από τη νύχτα

Μην του κάνεις
Εσύ, πρωί,
Περισσότερο κακό.

……………………………………..

Δεν βλέπω το πουλί
Που δεν μπορεί να βρει
Τη φωλιά του μες στο δάσος.

……………………………………..

Το βασίλειο μου της σιωπής
Έχει τη φόρμα μιας σφαίρας.

Δεν είμαι στο κέντρο
Αλλά κάπου στα ψηλά

Εκεί όπου κρατιέμαι
Όλα μου ξανάρχονται, όλα μου συμβαίνουν.

Ακροάζομαι
Ένα παρόν χωρίς σύνορα.

………………………………………

Δεν βλέπω το πουλί
Που αρνιέται να τραγουδήσει
Για να μην ενοχλήσει
Το φράχτη με τʼ αγκάθια.

…………………………………….

Το πρωί
Τα κλαδιά

Προσπαθούν να τεντωθούν πιο πολύ
Μες στον ορίζοντα.

……………………………………..

Τι θα ήταν εδώ αυτή η ζωή
Αν δεν υπήρχε το βράδυ;

Αν η μέρα έπεφτε με ένα χτύπημα
Μέσα στη μαύρη νύχτα;

…………………………………..

Όλα αυτά που θα ʼρθουν
Δε μας λένε πως έρχονται.

Όλα αυτά πού θα φύγουν
Δε μας λένε πως πεθαίνουν.

Όλα αυτά που θα μείνουν
Δηλώνουν την αιωνιότητά τους.

………………………………..

Βλέπουμε ότι το πρωί

Δε το μετάνιωσε
Που ήρθε.

………………………………..

Aυτή είναι σάρκα.
Αυτή είναι πνεύμα.

Αυτή είναι η σάρκα του πνεύματος.

………………………………

Το πρωί ταιριάζει
Με τις γυμνές γάμπες
Των αγοριών και των κοριτσιών.

………………………………….

Σʼ αυτή είναι
Που οι καμπύλες

Βρίσκουν την τελειότητά τους.

………………………………..

Ο καθένας λέει
Πως έχει κλέψει λιγότερα
Απʼ όσα του ʼχουν κλέψει.

……………………………….

Είμαι όπως η πεδιάδα
Δεν κάνω σκιά σε κανένα.

…………………………….

Το πρωί
Δεν ασχολείται καθόλου με το έλος.

Το αφήνει ακόμα
Μέσα στη νύχτα του.

……………………………………..

Σύννεφο μη συνεχίζεις
Να ασχολείσαι μαζί μου.

Δεν είμαι εγώ, είναι ο ωκεανός
Που είναι ο καθρέπτης σου.

Μη με υποχρεώνεις
Να σε κοιτάζω

Αφού δεν μπορείς
Να με πάρεις μαζί σου.

………………………………

Από αυτή εμπνέονται

Τα λουλούδια, τα κοράλλια,
Η ανατολή του ήλιου.

…………………………………..

Από την όχθη
Σε είδα να κολυμπάς.

Για μια στιγμή
Ήμουν εγώ αυτό το νερό

Που το διέσχιζες
Που το χάιδευες.

……………………………….

Σταμάτα,
Ξεκουράσου.

Να θρέφεσαι με ουρανό
Όσο αυτός σου το γυρεύει.

………………………………..

Θα πάω μέχρι την άκρη του δρόμου

Αν έχω την ελπίδα
Ότι θα το βρω

Το φύλλο
Που δεν το γνωρίζω,
Και που τοʼ χω ανάγκη.

………………………………..

Θαʼ θελες
Οι ώρες να κυλούν σε σένα

Όπως το νερό κυλά
Δίπλα σου στο ρυάκι
Στρογγυλεύοντας τις πέτρες,

Χωρίς να κάνουν ερωτήσεις.

………………………………

Τι έρχεσαι να κάνεις, ποίημα,
Μέσα στο βασίλειο;

Έρχομαι για να βαθύνω
Τη σιωπή…

************************************************************

ΕΠΙΜΕΤΡΟ:

Ο Γάλλος ποιητής Eugène Guillevic (1907-1997) κατάγεται από το χωριό των προϊστορικών μνημείων Καρνάκ της Βρετάνης. Έγινε ξακουστός μετά τον πόλεμο. Ήταν καθολικός αλλά κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου συμπάθησε τους κομμουνιστές Μετά την κατάκτηση της Γαλλίας πήκε στο κόμμα κάνοντας αντίσταση ενάντια στους Γερμανούς ναζί μαζί με τον Πωλ Ελυάρ.
Στις συλλογές του μιλά στο ίδιο το ποίημα < poeme > που είναι το βασίλειό του … στη γυναίκα που είναι σάρκα και πνεύμα αλλά και πεδιάδα και ρυάκι…Στο πρωί ., στο δέντρο, στο βράδυ. Είναι ποιητής λιγόστιχος και κατανοητός που κατοικεί στα σύννεφα παρέα με πουλιά.