
`
* Σήμερα συμπληρώνονται 23 χρόνια από το θάνατο του ποιητή και στιχουργού, Δημήτρη Χριστοδούλου.
`
`
Η ΝΙΚΗ ΜΕΣ ΣΤΗ ΛΑΣΠΗ
ΠΙΟ ΠΕΡΑ ΟΙ ΒΙΕΤΚΟΝΓΚ
Λες την αλήθεια νέο φως; Και ʼσείς κοιλάδες της Γκουάγκ σωστά μιλάτε;
Πικρή ζωή που σε σηκώνει ο Γιακ-Τσε σωστά ακούς;
Και ʼσείς κοιτάσματα του καουτσούκ έχετε γλώσσα για τη νύχτα αυτή;
Παιδιά της Αλαμπάμα και του Ορενόκ μʼ ακούτε;
Ήταν αλήθεια άραγε πως πολεμήσαμε μαζί τον φασισμό, όταν στου Πάτον τʼ άρματα κρατούσατε του Λίνκολν την ψυχή· ήταν αλήθεια;
Στην Οκινάβα και στην Μπαταάν είναι αλήθεια πως συντρίψατε τον φασισμό
μʼ ακούς, μʼ ακούς, μʼ ακούς απόψε νέο φως;
Τι νέα είνʼ αυτά απʼ τη Χάιφογκ, πόσοι νεκροί;
Εσείς παιδιά της US-AIR-FORCE, είναι αλήθεια πως χτυπάτε νηστικούς
τους χθεσινούς σας συμμάχους, είναι αλήθεια φοιτητές του Μίτσιγκαν
πυροβολήσατε παιδιά και σφάξατε Βουδιστές, σκοτώσατε κοπέλες σαν πουλιά, είναι αλήθεια μαχητές των Αρδεννών;
Αχ, πεζοναύτες με τις γκέτες και τα τόμιγκαν της λευτεριάς
αητοί του Μιντγουαίη, γενναίοι του Κορέγκιντορ, του Χιρότο εκδικητές
της Νορμανδίας μαχητές, είναι αλήθεια τώρα σφάζετε παιδιά;
Αχ, πεζοναύτες με τις γκέτες και τα τόμιγκαν της λευτεριάς
ποιος να το πει, το αίμα του κοκόδεντρου ή του μπαμπού
η λάσπη του Βιετνάμ, το σκοτωμένο ρύζι των Βιετκόνγκ, ποιος να το πει;
Πού βγαίνει ο ήλιος σήμερα; Στη δύση, στην ανατολή;
Πού σπάει ο ήλιος σαν σπυρί, ποιόνε φωτίζει;
Στήθια πʼ ανάψατε φωτιές και σπείρατε τον τρόμο στον εχθρό
αν, τανκιστές, και ολμιστές των πυροβόλων άκαμπτοι, με την καρδιά της μεραρχίας στο ζερβί,
διπλές σειρές μπαλάσκες στο χακί, την άγρια λόγχη στα σφυρά,
Αμερικάνοι των σκληρών βομβαρδισμών, του Χίμλερ τρομοκράτες,
αδέλφια της απόβασης και των ακτών της Χάβρης νικητές, του Ρήνου κεραυνοί
αχ, είναι αλήθεια πως λασπώσατε στη δυστυχία του Βιετναμ, είναι αλήθεια; Τα λάβαρα που τσάκισαν τον φασισμό τώρα λασπώνουν;
Βομβαρδιστές του Τόκυο, της Χιροσίμα ανίδεοι, πικροί του Ιλλινόις
της μεραρχίας ιππικού, των φρουρίων πληρώματα, θρύλοι των Φιλιππίνων
τι λέει απόψε ο Κάιτελ;
Αχ, πεζοναύτες με τις γκέτες και τα τόμιγκαν της λευτεριάς
πού είνʼ η ζούγκλα του Μπαμπού, και τα θηρία των λιμνών τι βόγγους βγάζουν
σπάσανε τα κοκόδεντρα και τα κορμιά του καουτσούκ πεινάνε
για τη λευτεριά, για πού μας πάνε;
Λες την αλήθεια νέο φως και ʼσύ καρδιά του Ειρηνικού σωστά ψελλίζεις
στʼ αλήθεια αυτό που άκουσα άνθρωποι πυρπολούνται
απʼ της βενζίνης τʼ άγιο φως;
Τσιρίζουν άγρια οι μηροί και τα ρουθούνια ανθίζουν
εκεί φυτρώνεις νέο φως καθώς ανθίζουν κόκκαλα και οι βολβοί
των αδελφών μέσʼ απʼ την άγρια πυρά το τέλος του πλανήτη σου μακριά κοιτάνε;
Λες την αλήθεια νέο φως;
Τι λέτε ποταμοί εσείς, και ʼσείς βαθιές κοιλάδες, τι λέτε λίμνες της
Πουάγκ, και ʼσύ μικρή νεροποντή μού λες τη νύχτα;
Τι λέει ο λόγος σου φωτιά τους κίτρινούς μας αδελφούς στη λάσπη σπέρνουν
και τους λευκούς συντρόφους μας τα όρνια σέρνουν.
Ποιος μάς μισεί, άγιο φως πού πας, ψυχή μας, αχ, πεζοναύτες της Μπατάν
του Γιαμασίτα εκδικητές, αήττητοι του Νίμιτς, τρανζίστορς για το αίμα
σας και για τους γιους σας λάσπη, γκέτες ψηλές, διπλές σειρές φυσίγγια
και ʼκείνο ʼκεί το κράνος, κι αυτό το μαρς του ναυτικού, πώς έτρεμε ο φασισμός
αητοί της Σιγκαπούρης, στην Οκινάβα πέφτατε κι έτρεμε η καρδιά μου,
μικρός στους δρόμους έτρεχα ντυμένος τα πυρά σας,
αντιφασίστες φίλοι μου εργάτες του Ντητρόιτ, λασπώσαμε κι εγώ και ʼσείς
γυμνοί μέσα στη νύχτα, στη Σαϊγκόν τα δάκρια και στην καρδιά μου αίμα
σε μια γαβάθα Βιετκόνγκ ναυάγησε η αγάπη μου και την πληγή μου
φίλησε η νύχτα μες στη ζούγκλα.
Αχ, πεζοναύτες με τις γκέτες και τα τόμιγκαν της λευτεριάς
εκδικητές του φασισμού πόσο μάς κοροϊδεύουν.
Εργάτες απʼ το Ορενόκ και φοιτητές του Γέιλ
ποια νύχτα μάς εγέννησε και πρέπει νύχτα να χαθεί
στη ζούγκλα η ψυχή μας.
Γκέτες, διπλές σειρές φυσίγγια, και ʼκείνο ʼκεί το κράνος
στην Οκινάβα πέφτανε και τρέμαν οι φασίστες
στη Σαϊγκόν το φάντασμα
στα τέλματα του Βιετνάμ ο δρόμος που σας κλέψαν.
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης», τχ. 137-138, Μάιος-Iούνιος 1966)
`
*****
ΠΑΡΟΔΟΣ
Δεν είναι επειδή μέσα μου τρέμει ένας νεκρός
ούτε που φεύγουν οι στιγμές και φρίττω.
Δεν είναι.
Δεν είναι επειδή μέσα μου χαίνει μια πληγή
μια γλώσσα ανάπηρης φωτιάς
μια τρομαγμένη πέτρα
εκεί
στη μάσκα της καρδιάς.
Δεν είναι.
Δεν είναι που μας γέλασε
ο άνεμος
βάρδος που μας τραγούδησε
στην άκρη μιας πικρής βραδιάς,
δεν είναι.
Είναι που δε μας μέτρησαν με το μεγάλο βήμα της οργιάς
και ήρθανε και κάθησαν
φριχτά πουλιά στα χέρια μας
γόοι στα πρόσωπά μας
ήρθανε μαύροι τρόμοι απʼ τον βοριά
χοντρές ψιχάλες θάνατος
υλάκισαν κακοί καιροί
τρίξαν στα πόδια οι αρμοί
και δεν ευρέθηκε κανείς
να πει πως ήταν όνειρο
κι αυτοί που κράταγαν φωτιά
πως παίζανε τον θάνατο
πως δεν υπάρχει θάνατος
πως είναι λέξη στα χαρτιά
πως είναι μια κακή σπορά
πούρχεται και περνάει…
… για να μη μείνει αυτή η κραυγή
να μη λυσσάει ο πανικός
να μη χυμούν τα σπίτια μας
να πνίξουν την καρδιά μας.
Δε μας μετρήσανε καλά και μπήκαν όλα στη φωτιά
κι αυτά που πολεμήσαμε
ʼκείνα που ξενυχτίσαμε
τʼ άλλα που κλέψαν της φωτιάς
κι αυτά…
ΙΙ
Δεν είναι επειδή μέσα μου τρέμει ένας νεκρός
ούτε που φεύγουν οι στιγμές και φρίττω.
Είναι που κάθησαν πουλιά
και τραγανίζουν την καρδιά
το αίμα
και τα σπλάχνα μας.
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης», τχ. 41, Μάιος 1958)
`
`
ΣΗΜΕΙΩΜΑ για την έκδοση του βιβλίου
Η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Δημήτρη Χριστοδούλου σε τόμους άρχισε το 1964 με τον τίτλο «Ποιήματα 1954 – 1964» και περιείχε τις οκτώ συλλογές της πρώτης δεκαετίας: «Νυχτοφύλακες» (1954), «Πελταστές» (1956), «Εκ του συστάδην» (1957), «Εστίες αντιστάσεως» (1959), «Μετά το ανακλητικό» (1960), «Παραμεθόρια» (1961), «Πάροδος» (1962), «Επί ευρέος μετώπου» (1964).
Ο δεύτερος τόμος, με τον γενικό τίτλο «Αιχμές», περιλαμβάνει τα δημοσιευμένα ποιήματα της επόμενης δεκαετίας 1965 – 1975: «Δελφοί» (1965), «Μικρά λυρικά» (1966), «Πρόμαχοι» (1966), «Αιχμές» (1967), «Μετοικεσία» (1972), «Ο Οδυσσέας στην πλατεία» (1974), «Της εξορίας» (1974), με την προσθήκη της ενότητας «Μνημόνιο» (1968 – 1975) που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στον τόμο αυτόν.
Ο τρίτος τόμος (1977 – 1988) κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, με τη φροντίδα της συντρόφου του Μαρίας Κανδρεβιώτου, και περιέχει με χρονολογική επίσης σειρά τις συλλογές: «Πετρέλαια (1977), «Νετρόνια» (1978), «Ελλάδα μπάυ ντέυ» (1981), «Ντισκοτέκ» (1982), «Ο δρόμος για τα καθαρά» (1983), «Πλάγιος άνεμος» (1984), «Το ρολόι του Κυρρήστου» (1985), «Ούλαφ Πάλμε» (1987), «Ο ποιητής κι ο έβενος» (1988).
Με τον τέταρτο τόμο, που περιλαμβάνει τα ανέκδοτα ποιήματά του καθώς και ποιήματα που είχαν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά και δεν συμπεριλήφθησαν στις προηγούμενες συγκεντρωτικές εκδόσεις, ολοκληρώνεται το σύνολο της ποιητικής του δημιουργίας.
Μέσα από τις συγκεντρωτικές αυτές εκδόσεις έχουμε μια συνολική αίσθηση του ποιητικού του έργου που χαρακτηρίζεται για την ενότητα της ροής και της συνοχής του.
Θανάσης Συλιβός, εκδότης Μετρονόμου.
`
`
*****************************************************************
`
Ο Δημήτρης Χριστοδούλου (1924-1991) γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και παρακολούθησε μαθήματα στο τμήμα οικονομικών επιστημών της Παντείου Σχολής. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έγινε μέλος του ΕΑΜ και το 1944 κρατήθηκε από τους άγγλους στο στρατόπεδο Ελ Ντάμπα στην Αίγυπτο. Κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας έζησε αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1952 με τη δημοσίευση του ποιήματος «Νυχτοφύλακες» στο περιοδικό Μακεδονικά Γράμματα και το 1954 κυκλοφόρησε η ομώνυμη πρώτη ποιητική συλλογή του. Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία , το θέατρο και τη στιχουργική. Έργα του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ολλανδικά και σουηδικά. Στίχους του μελοποίησαν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιώργος Ζαμπέτας, ο Μάνος Λοΐζος, ο Μίμης Πλέσσας, ο Λίνος Κόκοτος, ο Ζορζ Μουστακί κ.ά.
`
**** Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει στις 20 Μαρτίου