
(γκράφιτι από τοίχο στα Εξάρχεια)
«…Μια μωβ σκιά Μαΐου ξάπλωσε στον τόπο. Οσα συνέβησαν στα Εξάρχεια και στη Νομική Σχολή. Και στην οδό Σκουφά και Σόλωνος, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους ενόχλησαν τους Ελληνες πολίτες και αγανάκτησαν τον Τύπο ολόκληρο. Γιατί δεν τους εξολοθρεύουν και δεν τους σπάνε το κεφάλι. Γιατί δεν ρίχνουν δακρυγόνα. Και η Σύγκλητος και οι φοιτητές όλων των παρατάξεων, όλοι αγανακτισμένοι με τα τριάντα-εκατό παιδιά που δεν το βάζουν κάτω, δεν εννοούνε να παραδεχτούν πως η όποια ελευθερία ανήκει μόνο στους αστυνομικούς και τους ηλικιωμένους. Που δεν μπορούν να αντιληφθούν γιατί καταδιώκονται αδιάκοπα, προπηλακίζονται ατελείωτα και συνεχώς υποχρεούνται να δέχονται εξευτελισμούς. Κι ο προπηλακισμός αρχίζει από τον δάσκαλο, τον επιστάτη του σχολείου, από τον οδηγό και τον εισπράκτορα του λεωφορείου, απ’ τον καθηγητή και τον δημόσιο λειτουργό ώς τον δημόσιο υπάλληλο, από τους αξιωματικούς κι εκπαιδευτές στο κέντρο κατατάξεως ώς τον τυχαίο μοτοσικλετιστή της τροχαίας που θα του ζητήσει άδειες, ταυτότητες και πιστοποιητικά. Ως τον γιατρό του νοσοκομείου που θα τον πάνε σηκωτό, ύστερα από τη γροθιά του οργάνου της τάξεως. Και το γνωρίζουμε πολύ καλά.
Εξύβριση αρχής – έτσι ονομάζεται η απαίτηση εξηγήσεων. Χειροδικία κατά της αρχής – έτσι είθισται να αποκαλείται η ενστικτώδης κίνηση του αμυνόμενου νέου. Και η ιστορία δεν έχει τέλος. Η ανωνυμία και η εισαγγελική αρχή θα του προσφέρει ή μια τραυματική αγανάκτηση ισόβια ή τον επιζητούμενο από την πολιτεία ευνουχισμό του. Αυτή είναι μια καθημερινή πραγματικότητα και, δυστυχώς, γνησίως ελληνική τα πρόσφατα και τελευταία σαράντα χρόνια – όσα είχα δηλαδή την ευτυχία να ζήσω σαν επώνυμος πολίτης εις τούτον τον ένδοξον κατά τα άλλα τόπον μας.
Μια μωβ σκιά Μαΐου σκέπασε την Αθήνα. Κι όμως δεν βρέθηκε ένας δημοσιογράφος, μια εφημερίδα ν’ αγανακτήσει και να διαμαρτυρηθεί, να καταγγείλει την αλήθεια για αυτό το τρίγωνο του αίσχους. Σκουφά, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους. Κι άρχισε μια σκόπιμη, ύποπτη κι έντεχνη σύγχυση τριών ασχέτων μεταξύ των περιπτώσεων. Οι νεαροί των Εξαρχείων να παρουσιάζονται ίδιοι με τους αλήτες των γηπέδων, τους επονομαζόμενους χούλιγκανς, και επιπλέον να καλλιεργείται η εντύπωση στην κοινή γνώμη, με στήλες ολόκληρες των θλιβερών εφημερίδων μας, ότι οι νέοι αυτοί, οι αναρχικοί, είναι οι βομβιστές και ίσως οι πιθανοί δράστες των δολοφονιών ή εμπρησμών. Και φυσικά, όταν με το καλό τελειώσει η δίωξη των εκατό, σαράντα ή είκοσι παιδιών και η όλη επιχείρηση στεφθεί με «επιτυχία», να πάρει τις διαστάσεις ενός πραγματικού θριάμβου… κατά του εγκλήματος. Την ίδια ώρα που δολοφονούνται εκδότες και οι δολοφόνοι δεν ανευρίσκονται. Δολοφονούνται πολίτες και οι δολοφόνοι δεν αποκαλύπτονται. Πεθαίνουν νέοι από ξυλοδαρμούς και οι δράστες κυκλοφορούν ανενόχλητοι και, τέλος, δεν… ανακαλύπτονται.
Την ίδια ώρα η πολιτεία αγανακτεί διότι υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως μ’ αφέλεια, σ’ όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δεν συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος». (…) Κορίτσια κι αγόρια με γυαλιά, έτσι καθώς κοιτάτε με απορία κι αγανάκτηση για ό,τι συμβαίνει γύρω σας, είμαι μαζί σας. Και σας αγαπώ».
Ο Μάνος είχε πάντα το θάρρος να λέει την άποψή του. Το ίδιο και ο Μίκης, ο Σαμαράκης, ο Ρίτσος. Άραγε αυτά τα ονόματα με την καθολική αποδοχή, αναγνωρισιμότητα και επιρροή έχουν αντικατασταθεί, και αν ναι τότε πού είναι;
“Eπιστολή παιδιών, φίλων Αλέξη”
ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΝΑΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΚΟΣΜΟ!
ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΑΣ. Δεν είμαστε τρομοκράτες, «κουκουλοφόροι, «γνωστοί – άγνωστοι».
ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ!
Αυτοί, οι γνωστοί – άγνωστοι …
Κάνουμε όνειρα μη σκοτώνετε τα όνειρά μας!
Εχουμε ορμή μη σκοτώνετε την ορμή μας.
ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ!
Κάποτε ήσασταν νέοι κι εσείς.
Τώρα κυνηγάτε το χρήμα, νοιάζεστε μόνο για τη «βιτρίνα», παχύνατε, καραφλιάσατε, ΞΕΧΑΣΑΤΕ!
Περιμέναμε να μας υποστηρίξετε.
Περιμέναμε να ενδιαφερθείτε, να μας κάνετε μια φορά κι εσείς περήφανους.
ΜΑΤΑΙΑ!
Ζείτε ψεύτικες ζωές, έχετε σκύψει το κεφάλι, έχετε κατεβάσει τα παντελόνια και περιμένετε τη μέρα που θα πεθάνετε.
Δεν φαντάζεστε, δεν ερωτεύεστε, δεν δημιουργείτε!
Μόνο πουλάτε κι αγοράζετε.
ΥΛΗ ΠΑΝΤΟΥ
ΑΓΑΠΗ ΠΟΥΘΕΝΑ – ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΟΥΘΕΝΑ
Πού είναι οι γονείς; Πού είναι οι καλλιτέχνες; Γιατί δεν βγαίνουν έξω να μας προστατέψουν;
ΜΑΣ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ!
ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΑΣ
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Υ.Γ. Μη μας ρίχνετε άλλα δακρυγόνα, ΕΜΕΙΣ κλαίμε κι από μόνοι μας
εύγε σπύρο.
Αφιερωμένο στον Ιάσονα Στ. και τα φωτορεπορτάζ του από Αθήνα είναι το ακόλουθο ποίημα που απέστειλε προ καιρού στηνιστοσελίδα μας ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος:
Η ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ
Αγγίζω τους τοίχους των σπιτιών
δεν αποκρίνεται κανείς.
Βρέθηκα σε μια πόλη δίχως όνομα.
Ψάχνω τον ουρανό να βρω το στίγμα της
και με τυφλώνουν πολύχρωμες ρεκλάμες.
Η πόλη που γεννήθηκα είχε δυο απλές συντεταγμένες:
βόρειο πλάτος, αίμα
ανατολικό μήκος, θάνατος.
15 Δεκέμβριος 2008 1:13 μμ
Ένα μικρό σχόλιο του Άγγελου Καλογερόπουλου στην Αυγή 10/12:
Γιατί ανάβουνε τόσα φώτα μπροστά στα έρημα εφηβικά τους μάτια; Γιατί στολίζουνε τα δέντρα μʼ αυτές τις ουδέτερες μπάλες; Η γιορτή έχει φύγει κάτω από κρότους και πυροβολισμούς. Το γαϊδουράκι πρόγκηξε… Τα παιδιά φεύγουνε σημαδεμένα από ορατές και αόρατες κάννες.
Ένας άδικος θάνατος ενός δεκαπεντάχρονου Αλέξη κάνει τα μάτια μιας δεκαπεντάχρονης Μαίρης να κλαίνε.
Δημοσιογράφοι, πολιτικοί, συνδικαλιστές μιλούν με κασέτα.
Ένα άγριο και ανεξέλεγκτο πάθος σαρώνει τον καταναλωτικό παράδεισο, ασκώντας τη δική του ιδιόμορφη εξουσία. Ο μπάτσος που κρύβουμε μέσα μας βρίσκεται σε ταιριαστή αρμονία με τον απέναντί μας μπάτσο. Οι κοινωνικές εκρήξεις αφήνουν πάντοτε αποκαϊδια, αδιαφορώντας για την ονομαστική του ενός, αφήνοντας αλώβητη τη γενική της εξουσίας.
Ο θάνατος του Αλέξη πρέπει να μας κάνει να σταθούμε στην απουσία της φωνής του ενός.
Τα δάκρυα της Μαίρης δεν πρέπει να γίνουν μίσος και οργή, να εκτονωθούν μέσα στα γενικά συνθήματα του – ειρηνικού ή αγριεμένου- πλήθους. Πρέπει να γίνουν νεράκι που ξαναφέρνει τη ζωή.
Η μόνη εφικτή επανάσταση είναι να καταλύσουμε το κράτος της βίας που κυριαρχεί μέσα μας. Να σπάσουμε τη βιτρίνα που προστατεύει μέσα μας τα κρυφά καταναλωτικά όνειρά μας.
Να βάλουμε τη μόνη πυρκαγιά που ξαναφέρνει τη ζωή.
Να γίνουμε μικρές μολότωφ της αγάπης.
Λάβαμε και δημοσιεύουμε από τον κύριο Νίκο Βουτυρόπουλο το ακόλουθο ποίημα:
“Εξαιτίας των ημερών…”
Κάτω απ’ τη νύχτα
Βλέμματα παιδιών της οργής
Περπάτησαν κατά κει που ψιθύριζε ένας ήλιος
Ηχούσε η λευκή τρικυμία
Κι οι δρόμοι άδειοι
Υποδέχτηκαν την καταιγίδα
Ως να μείνει τυφλό το επόμενο βήμα
Ένα χαμόγελο έσβησε
Μέσα σε καπνούς απορίας
Ενώ όλοι μιλούσαν για το πού δύει ο ύπνος
Μετρούσα την ίδια στιγμή
Κάποια αιώνια σκόνη
Βουβάθηκε η άνοιξη
Απ΄τις φωνές των παιδιών
Ανηφόρισε η προσμονή
Έγινε κραυγές και δάκρυα
Κουβέντες ασυνάρτητες
Ο φόβος να καθοδηγεί το ψέμα
Και καθρέφτες του μίσους σε παράταξη θρήνου
Πότε θα τελειώσει η βροχή;
Η βροχή πότε θα τελειώσει;
Προ-βολες
Να ακυρώσουμε τις ακυρώσεις
Tης Ολγας Σελλα, Καθημερινή 17/12/08
Τα e-mail φτάνουν ασταμάτητα, και διαρκώς ακυρώνουν το ένα το άλλο. Εδώ και δέκα μέρες οι πολιτιστικές εκδηλώσεις (που συνήθως φιλοξενούνται στο κέντρο της Αθήνας, αφού αυτό είναι προσβάσιμο για όλους και εκεί διατίθενται οι χώροι που θα τις φιλοξενήσουν) αναβάλλονται, ματαιώνονται, μετατίθενται για αργότερα. Δεν ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να συμβεί για τις παρουσιάσεις βιβλίων, τα πάρτι των εκδοτών, τα εγκαίνια των εκθέσεων, που συνωστίζονται δέκα-δέκα τις ημέρες λίγο πριν από τις γιορτές.
Στην αρχή ήταν προφανές και λογικό. Σιγά σιγά άρχισε να γίνεται σχεδόν φοβία και εμμονή. Πάντως, είναι φανερό ότι σ’ αυτά τα απλά e-mail καταγράφεται μια αίσθηση που ίσως διακατέχει πολλούς σ’ αυτή την πόλη (και σε άλλες): ότι έχουμε αρχίσει να νιώθουμε πως διαφοροποιείται η σχέση μας με την πόλη, πως αρχίζει να μας γίνεται άγνωστη και το χειρότερο να φτάνουμε στο σημείο να τη φοβόμαστε. Αφού αλλάζουμε την καθημερινότητά μας, ακυρώνουμε τις δραστηριότητές μας, διαφοροποιούμε τις διαδρομές μας για τη δουλειά ή για το σπίτι, εγκλωβιζόμαστε σε διάφορα σημεία ή ακυρώνουμε προγραμματισμένες επιλογές μας. Είναι μια νέα κατάσταση, διόλου ευχάριστη είναι αλήθεια, η οποία όμως δεν πρέπει να δημιουργήσει φοβικά σύνδρομα.
Την περασμένη Παρασκευή από τις εκδόσεις «Ωκεανίδα» είχε έρθει η ανακοίνωση της ακύρωσης προγραμματισμένης εκδήλωσης για την παρουσίαση του βιβλίου της Τζούντιθ Χέριν «Τι είναι το Βυζάντιο;». Λίγο αργότερα έφτασε νέα ανακοίνωση, με την ακύρωση της ακύρωσης, αφού η Αγγλίδα συγγραφέας επέμεινε η ίδια να γίνει η εκδήλωση «ακόμα κι αν έρθουν δέκα άτομα».
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και χθες με την εκδότρια της Scripta, Χρύσα Γεωργακοπούλου, σχετικά με προγραμματισμένη της εκδήλωση την Πέμπτη. Το μήνυμα που λάβαμε στο ρεπορτάζ βιβλίου από τη συμπαθέστατη Χρύσα ήταν το εξής: «Επειτα από ερωτήσεις φίλων για το εάν ισχύει η εκδήλωση της Πέμπτης, σας γράφω για να σας ενημερώσω ότι και βέβαια ισχύει.
Σίγουρα διανύουμε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο, σημαδεμένη από σφαίρες και σκάνδαλα, αλλά προτείνω να νικήσουμε τα εμπόδια και να συνεχίσουμε να κυκλοφορούμε στους δρόμους της πόλης μας, όσο δύσκολο κι εάν είναι αυτό». Εύγλωττο, αισιόδοξο και υγιές. Γιατί από κάποια στιγμή κι ύστερα είναι πολύ εύκολο να μπατάρουμε στην υπερβολή. Κι αυτό δεν βοηθάει κανέναν. Ούτε την ίδια τη ζωή στην πόλη μας φυσικά.
Από την κ. Εύα Μοδινού λάβαμε και δημοσιεύουμε:
από Εύα Μοδινού
email : emod@otenet.gr
Επειδή θαυμάζω τα παιδιά που συνειδητά ή ενστικτωδώς αρνούνται να παραδοθούν στους δημίους του μέλλοντός τους,
θάθελα να τους αφιερώσω τρία ποιήματα* μου πικρής αυτοκριτικής από κάποια της γενιάς των γονιών τους,
με την ελπίδα πως δεν θα επαναλάβουν τα λάθη μας και
με την ευχή νʼ αντέξουν να διεκδικούν ασυμβίβαστα μέχρι το τέλος.
ΤΥΜΒΩΡΥΧΟΙ
Μέσα στην παλιά βιβλιοθήκη
τʼ αλαβάστρινα μάγουλα της νιότης
φέγγουν στην άκρη των θρανίων
και τα στεφάνια από μυρτιά ελιά και δρυ
δοξαστικά στη σκόνη των κρανίων.
Τόσο σιμά ο ουρανός μας ήταν!
Πώς δεν τον είδαμε;
Μας κύκλωσε η μάταιη γνώση
μας θάμπωσαν οι επίχρυσοι κρατήρες
των παθών.
Ή ήταν πούμασταν ζωντανοί
και οι τυμβωρύχοι γυρεύανε
ρόμβους χρυσούς σε στόματα νεκρών.
ΤΟΞΟΒΟΛΙΑ
Στους θόλους του Παράδεισου
κουκούβιζαν φιλοδοξίες περίτεχνες
ο ήλιος του μεσημεριού ύψωνε αψίδες
και ο τρόπος ο παμπάλαιος του έρωτα
το αίμα μας ραμφίζαν Στυμφαλίδες.
Η απαίτηση της νιότης μας σφοδρή
της αγοράς τʼ αγάλματα αψηφούσε
το φοβερό το σκύλο στού Άδη την ειρκτή
τις νεκρικές μας μάσκες πούταν ήδη στα μουσεία.
Ευάλωτοι φανήκαμε παντού
μας μπέρδευαν των πολιτευτών
οι σύμμεικτοι οι τρόποι, η εξουσία
μαζί και η υπεροψία των αρετών.
Δεν ξέραμε πώς να τοξεύσουμε.
Όταν γίναμε ευθύβολοι
το όρυγμα του καιρού μας είχε κλείσει.
ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ
ΙΙ.
Τρέχαμε και την πυρωμένη μας επιθυμία κυλινδρώναν οι εποχές.
Δέντρα γιγάντια διψούσαν στο στέρνο μας.
Στους τρούλους των εκκλησιών πέφταν νεκρά τα πουλιά
και εμείς γυρεύαμε ένα όριο
ενώ οι συντεταγμένες του Σύμπαντος άλλαζαν
γύρω μας λάμψεις χάλκινες το στόμα του θανάτου που άνοιγε.
Λέγαμε: « Ο χρόνος καμπυλώνει αν διαβείς ένα όριο ταχύτητας.»
Τρέχαμε να βρούμε το μέλλον μας: ένα δίχτυ σκαλωμένο στο βυθό.
*τα ποιήματα είναι από τη συλλογή «Εκεί που τελειώνει…» πρώτο τετράδιο (ενότητα: «Νιότη») Εκδόσεις Ερυφίλη , 2005.
Θελω να αγορασω καποια τευχη ττου περιοδικου που εκδοθηκαν το 1986. Πού μπορώ να τα
βρω;
προς Αθα
εχω τα τευχη του Τεταρτου απο την αρχή του και για αρκετό διάστημα. Στείλτε μου μήνυμα mahalkia@otenet.gr