4 φύλλα και 3 πέταλα
με την αιώρηση
του Alexander Calder
Θα ήθελα
Να γίνω
Εσύ
Μια ευθεία γραμμή
Ούτε καμπύλη
Ούτε τεθλασμένη
*
Σε αυτό το δείπνο
κάλεσες
όλες τις επίπεδες στιγμές
για να σε κλείσουν επιτέλους
μέσα στη συζυγική παρένθεση
*
Δεν θέλεις άλλη περιστροφή
της σκοτεινής μπαλαρίνας
προτιμάς να μείνεις
μισή μπαλαρίνα
κατά προτίμηση
σε πίνακα του Degas
*
Η άνιση πάλη
με το δαίμονα της αναλογίας,
όταν με σκαρπέλα
4 φύλλα και 3 πέταλα
παλεύεις
να μειώσεις
την προεξοχή της μύτης
*
Ασφαλής αισθάνεσαι
μόνον όταν χωράς
να περάσεις
από το μάτι της βελόνας
για να βγεις
σʼ ένα λιβάδι χαμομήλια
*
Όταν οι κόμποι γίνονται
πολλαπλές μεταμορφώσεις
μιας πρώιμης εκσπερμάτωσης
τότε αρχίζει ο διάλογος
ανάμεσα στις πεταλούδες και τις κάμπιες
*
Στη χορογραφία του εγκλωβισμένου
μετράει μόνον ο αυτοσχεδιασμός
Ύστερα μπορείς να πέσεις πάλι
με ασφάλεια στα πόδια του διαβήτη
COMPLEXITY
Dear incomprehension
Itʼs thanks to you
Iʼll be myself at the end.
Samuel Beckett
●
Την πληρώνεις την νοικοκυροσύνη σου
για να είναι απούσα.
Όπως πληρώνεις και τον ελεύθερο χρόνο σου
για να είναι παρών.
Όπως πληρώνεις και τα αφελή όνειρά σου
Ακριβά .
●
Όταν ήσουν μικρή κυνηγούσες πεταλούδες,
σου θύμισε μια ηλικιωμένη θεία.
Τώρα πια μόνον οι περιστασιακοί πόθοι
πετούν γύρω σου
και δεν είναι καν έγχρωμοι.
●
Πες μου τι προτιμάς και θα στο σχεδιάσω.
Τρίγωνο ;
Τετράγωνο ;
Ρόμβο ;
To σχήμα της ημέρας το δίνω εγώ.
Έπειτα απομακρύνομαι για να παρατηρήσω
από τη σωστή απόσταση
τον πίνακα
με το δημιούργημα – ανοσιούργημα.
●
Λατρεύεις τη λοξοδρόμηση.
Ασχολείσαι με οτιδήποτε άλλο
εκτός από το πρόβλημα.
Έτσι δεν το λύνεις, αλλά το συντηρείς.
Αφού το ξέρεις οι πορείες είναι προδιαγραμμένες,
όπως οι ρίγες στο πουκάμισο που φοράς.
●
Πόσο θα ήθελα να είχα μια απλοϊκή σκέψη
λιγότερο χαοτική
λιγότερο περίπλοκη
και περισσότερο νορμάλ.
Αλλά ποιος μπορεί να μου εξηγήσει
τι είναι «normaliteʼ» ;
Μήπως εσείς κυρία μου ;
●
Είναι αλήθεια τόσο δύσκολη
η άρθρωση του σʼ αγαπώ
ειδικά όταν δεν μπορείς
να πεις το ρο .
●
Στο κολιέ τα αληθινά μαργαριτάρια κροταλίζουν
τις καλοκαιρινές σου επιθυμίες σε συμπύκνωση.
Όταν έσπασε ο κρίκος χύθηκαν στο πάτωμα.
Για άλλη μια φορά δεν πρόλαβαν να λάμψουν.
●
Μόνον ο ήλιος στέκεται σιωπηλός συνεργός
στην ερωτική συνομωσία.
Νιώθεις να σε παρακολουθούν.
Πίσω από τις πυκνές φυλλωσιές των παθιασμένων συνειρμών
κρύβονται οι υποκριτικοί καθωσπρεπισμοί
όλα τα ζευγάρια μάτια
που ορμούν να κατασπαράξουν τις μικρές σου αλήθειες.
Και καθώς η ανησυχία οδηγεί στην τελική έκρηξη
η παρόρμηση παραμονεύει χαιρέκακα να δει
την αυτοκαταστροφή να θριαμβεύει.
●
Ως γνήσιο πειθήνιο όν
με βήμα υπνωτισμένου αερικού
ακολουθούσες μια ζωή το σκοπό
του μαγικού αυλού.
Περνούσες
αόρατη
απαρατήρητη
φιγούρα αλαφροΐσκιωτη
στεφανωμένη με τις περισπωμένες
αλυσιδωτών ψευδαισθήσεων.
●
Όταν γυρεύεις την αιτία της φυγής
σκοντάφτεις πάντα πάνω στο φόβο
τον αμετανόητο εργένη.
●
Γιατί επιμένεις να σκαλίζεις;
Οι ανασκαφές σου στις μαθητικές μνήμες
δεν θα φέρουν στο φως τίποτα άλλο
παρά μόνον την εξάρθρωση της τάξης
το τετράγωνο της υποτείνουσας
και τη ρίζα του 144.
●
Όλο εκείνο το πράσινο
στο χρώμα της σκοτωμένης κάμπιας
σπαταλημένο στους τοίχους του σχολείου
που σέρβιρε με απόλυτη συνέπεια και πειθαρχία
τότε:
κενές σελίδες
κενές γνώσεις
τώρα:
κενά μνήμης
ίσως γιατί πράσινο είναι το χρώμα της χολής
και πράσινο της μούχλας.
●
Κοιτάς βαθιά στα μάτια
και εκλιπαρείς για επιβράβευση και αποδοχή.
Πότε επιτέλους θα παραδεχτείς ότι μεγάλωσες.
Το κλάμα σου δεν πείθει κανέναν ακροατή
γιατί απλούστατα ακροατήριο πλέον δεν υπάρχει.
Όμως τα ντουβάρια δεν παραλείπουν
να σου επιστρέφουν
με κάθε υπευθυνότητα
πνιχτό τον αντίλαλο σου.
●
Ήταν ανυποψίαστοι όταν συναντήθηκαν
ο κύριος Simplicity και η κυρία Complexity.
Πορεύτηκαν σε μια επίπεδη διαδρομή,
όπου ο κύριος Simplicity
δεν καταλάβαινε την κυρία Complexity
και η κυρία Complexity υπέφερε
από τον αγαθό και προβλέψιμο κύριο Simplicity.
●
Το πόρισμα του ειδικού έλεγε:
«Ο πολύπλοκος είναι συγκεκριμένος.
Ο απλοϊκός είναι αυθόρμητος και φυσικός »,
Εσύ πρόσθεσες:
«αλλά πάνω από όλα ανθεκτικός».
●
Τουλάχιστον έμαθες έστω και αργά
ότι η ομορφιά βρίσκεται εκεί
που βασιλεύει η ατέλεια
και η ευτυχία
εκεί όπου απουσιάζει
η πολυπλοκότητα.
Η Κίτρινη Εκδοχή
Εδώ είμαι
ξαπλωμένος
Με σκεπάζει μια κίτρινη κουβέρτα
πλεγμένη με λέξεις στρείδια,
που με τριβελίζουν
Τις ακολουθώ :
Βούλα
Κίνηση
Παύση
Τελεία
Βιάζομαι :
Κόμμα
Να προλάβω τη διάβρωση:
Παύση
Πριν πέσει
η όξινη βροχή:
Επικόλληση
Αποκοπή
Πριν με πουν νωθρό
και νικήσει ο θάνατος
τον ύπνο.
●
Είναι περίεργη η σιωπή
στο κίτρινο σπίτι
Βαμμένη
στο χρώμα του ακατοίκητου
●
Στο τελευταίο μεγάλο τραπέζι
οι λουκουμάδες ήταν κίτρινοι
όπως και ο μεγάλος πόνος
Έλεγε στο ντοκιμαντέρ:
στο νησί Coco
ή θα φας
ή θα φαγωθείς
●
Το τρίτο πρόσωπο.
Ικανό να ίπταται –
στο ταβάνι –
με τα ψέματα της κρεβατοκάμαρας.
Κι όταν το βλέμμα βρει
επιτέλους τον προορισμό του,
εστιάζει πάνω
στην κίτρινή σου εκδοχή
●
Η λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά
Η λεπτομέρεια σε προσδιορίζει
Η λεπτομέρεια σε προδίδει
Η φωτογραφία που κιτρινίζει
●
Μπορούμε πάντα να ανταλλάσσουμε
ποιήματα με θέμα τις γαμήλιες δυστυχίες μας
και να παραμένουμε
«αυθεντικοί άνθρωποι»
με «αυθεντικά κίτρινα αισθήματα»
●
Τα όνειρα που βράζουν
σε χύτρες ταχύτητας
μένουν ωμά, κίτρινα και θορυβώδη
●
Κίτρινη προσποίηση
Πότε ήταν η τελευταία φορά
που έκανες κάτι αυθόρμητο ;
Όταν φτερνίστηκες ίσως
●
Ψιχαλίζει.
Το κίτρινο φλας
αυτάρεσκα βουίζει
την υγρή του αντανάκλαση
σε σώματα ανέραστα.
●
Νιαουρίζει
Γρυλίζει
Φοράει ένα κίτρινο καπέλο
και κοιμάται
Τι είναι;
To ποίημα που όταν αποφάσισες να γράψεις
Ξυπνάει
και βρυχάται
●
Το ταξίδι του γυρίνου
Νιώθω : ενθουσιώδης
Αισθάνομαι : παρορμητικός
Υπάρχω : αυθόρμητος
Μόνον όταν ως γυρίνος κολυμπώ
με κίτρινα βατραχοπέδιλα
σε κίτρινο χρώμα
H γυναίκα με το κίτρινο κολιέ
Η Φρανσουάζ ήταν τόσο όμορφη
φορώντας μόνον το κίτρινο κολιέ
όταν τη ζωγράφιζε
ο Πικάσσο.
Το κίτρινο πορτραίτο
Τα γυμνά του Νοnda
«είναι άσεμνα» είπαν.
Όμως «η γυναίκα σε κίτρινο φόντο»
δίδαξε στο κίτρινο
πώς μπορεί να γίνει
το πιο ερωτικό χρώμα.
Οι πεταλούδες του Νταλί
Το μυαλό του Νταλί ήταν άτακτο.
Σε μια σκοτεινή
διαταραγμένη
και άγνωστη πτυχή του
φτερούγιζαν κίτρινες πεταλούδες.
Bιογραφικό σημείωμα
Γεννήθηκε στο Μόναχο το 1969.
Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Θεσσαλονίκης και στο Trier Γερμανίας. Για μια δεκαετία εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε έγκριτες εφημερίδες και περιοδικά. Βραβεύτηκε σε Πανελλήνιο Διαγωνισμό Διηγήματος (1986) της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ.
Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη ως διευθύνων σύμβουλος εισαγωγικής-
εμπορικής εταιρίας.
Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικές και ξένες ανθολογίες.
Της ίδιας
Ποιητική συλλογή «Στη σπείρα του κοχλία» εκδ. Μαλλιάρη, Θεσσαλονίκη (2007)
Ποιητική συλλογή «Η αιώνια κουτσουλιά» έκδ. Γαβριηλίδης Αθήνα (2007)
Δημοσιεύσεις
Λογοτεχνικό περιοδικό ΠΟΙΗΣΗ τχ. 29 , Ιούνιος 2007
Λογοτεχνικό περιοδικό ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ τχ. 80 Μάρτιος 2008
Για τη συλλογή «Στη σπείρα του κοχλία»
Βιβλιοκριτική, εφημερίδα ΤΟ ΘΕΜΑ, Τίνα Μανδηλαρά, 7 Οκτωβρίου 2007
Περιοδικό Glow, συνέντευξη παρουσίαση, Ελεωνόρα Κανάκη, τεύχος 19, 2007
Για τη συλλογή «η αιώνια κουτσουλιά»
Βιβλιοπροτάσεις, Εντευκτήριο, Γ. Κορδομενίδης, τχ.79, σελ 194, Οκτ-Δεκ 2007
Παρουσίαση , ΤΑ ΝΕΑ, Ορίζοντες, 24 Δεκεμβρίου 2007
Βιβλιοκριτική, Αγγελιοφόρος της Κυριακής, Εύη Καρκίτη, 17 Φεβρ. 2008
Βιβλιοκριτική, Οδός Πανός, Βασίλης Ζηλάκος, τχ.140, σελ.198 Απ-Ιο 2008
Παρουσίαση, κριτική, FAQ, Στρατής Πασχάλης, τχ. 3, σελ 35 , Μάρτ. 2008
Μου άρεσαν πολύ τα ποιήματα (και τα μάτια) της Ελσας Κορνέτη – κι άς έμειναν, αδικαιολογήτως, ήδη ένα εικοσιτετράωρο ασχολίαστα.
Ήταν μια αποκάλυψη ο συνεχής τους διάλογος με τη ζωγραφική, και τα εικαστικά εν γένει, πριν σπεύσει κάποιος να διορθώσει ότι ο Κάλντερ δεν περιλαμβάνεται στη χορεία των ζωγράφων, – ένας διάλογος που αντίστοιχό του βρήκε κατά τον 20ό αιώνα στην ποίηση και το έργο γενικότερα του ανδαλουσιανού Ραφαέλ Αλμπέρτι.
Να υποθέσω, κατ’ αναλογίαν, ότι η ποιήτριά μας -άν και δεν αναγράφεται στο βιογραφικό της- ζωγραφίζει κιόλας;
Με συγκίνησαν ιδιαιτέρως οι “ανασκαφές στις μαθητικές μνήμες, που δεν θα φέρουν στο φως τίποτα άλλο παρά μόνον την εξάρθρωση της τάξης”, που μου θύμισε, με εκπληκτική ενάργεια το “Βουλιαγμένο Σχολείο” του Τάσου Γαλάτη – τους πρώτους στίχους του οποίου, ελαφρά παραφρασμένους, αφιερώνω στη μνήμη του πρόωρα χαμένου Νίκου Σεργιανόπουλου:
Κι όπως εσύ αφήνοντας τη Δράμα έριξες μαύρη πέτρα
έτσι χαθήκαν, έτσι σκόρπισαν όλα τα παιδιά…”
Οσοι ζήσαμε τους ατέλειωτους χειμώνες στην ελληνική επαρχία, θα έχουν καταλάβει ήδη για τί πράγμα μιλάει ο Γαλάτης.
Και η Κορνέτη.
Μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση η λεπτή ειρωνεία της και ο αινιγματικός τρόπος των ποιημάτων της.
Βέβαια με αυστηρούς ποιητικούς όρους (;) αρκετά από τα κείμενα ίσως να μη μπορούν να θεωρηθούν “ποιήματα”, αλλά σκέψεις.
Αλλά ο ποιητικός κανόνας ορίζεται μάλλον από τις εξαιρέσεις του…
Σπύρο, δε θα ήταν προτιμότερο, ώσπου να καταφέρουμε να εξαλείψουμε το ερωτηματικό των αυστηρών ποιητικών όρων, να λέμε άφοβα “ποιήματα”, έτσι, από άποψη;
Σα να λέμε “αθώος μέχρις αποδείξεως του εναντίου”.
Ξεχώρισα
“Είναι αλήθεια τόσο δύσκολη
η άρθρωση του σʼ αγαπώ
ειδικά όταν δεν μπορείς
να πεις το ρο”
Αγαπητέ κ. Λυκοτραφίτη, διερωτώμαι: χρειάστηκε ένα 24ωρο να προσέξετε τα ποιήματα ή τα μάτια; Το δεύτερο είναι-νομίζω-για κάθε γυναίκα ασυγχώρητο.
Γιατί ξεχώρισα, τώρα, συνεπής στο παράδειγμα του κ. Λυκοτραφίτη, αυτό που ξεχώρισα. Διότι νομίζω ότι διατυπώνει ευφυώς τον έρωτα από την ακόλουθη γωνία: είναι αδύνατον να τον εκφράσεις αν δεν ψευσθείς. Επιπροσθέτως: το ψέμα που λες όταν τον εκφράζεις, μαθαίνεις εκ των υστέρων ότι ήταν ψέμα.
@ επί της τελευταίας παραγράφου σου, Δημήτρη:
Υπάρχει, όμως, κι ένας απόηχος Ελύτη (“Τα ρω του έρωτα”).
@επί της προτελευταίας:
Έτσι εξηγείται, ίσως, η μέχρι τώρα σιωπή της.
Στους προλαλήσαντες:
Εξηγήσετε μου παρακαλώ γιατί ψεύδεται κανείς όταν μιλά για έρωτα. Από ποια πλευρά.
Ο έρωτας είναι ένα παιχνίδι του μυαλού (μια παγίδα του μυαλού να πω καλύτερα) κι όπως τα παιδιά παραδίδονται σε ένα παιχνίδι, το “ζουν”, δεν λένε ψέματα. Εκ των υστέρων μπορούμε να διαγράψουμε το πρόσωπο, κι όχι τον έρωτα. Απόδειξη ότι ξανά υφέρπουμε στο παιχνίδι τούτο (πάλι σαν μικρά παιδιά, κι απ’ την αρχή μαθαίνουμε)
Λοιπόν το συγκεκριμένο εγώ δεν το κατανοώ. Ούτε σαν ειρωνεία, ούτε τίποτε. Κι αν δεν το έβλεπα εδώ αλλά αλλού, θα το προσπερνούσα μειδιώντας. Διότι πολύ απλά, δεν μου δένει, δεν βρίσκω καν να έχει νόημα να σταθεί ακόμα σαν ποίημα. (συγχωρήστε με κ.Μουζάκη, περί ορέξεως άλλωστε, ουδείς λόγος)
Θέλω ένα ποίημα να είναι πολύ περισσότερα από μια πρόταση, από μια άσκηση στον λόγο, από μια άποψη, από ένα απόφθεγμα.
Θέλω ένα ποίημα να είναι αίσθηση..
(κάποιος το έχει πει αυτό, και συμφωνώ)
Και σκέπτομαι ότι όντως είναι δύσκολη η άρθρωση του “σ’αγαπώ” διότι όταν το λες –μα να το εννοείς- οφείλεις να υπερβείς τον εαυτό και τον εγωισμό σου. Χώρος για ψέματα δεν υπάρχει, ούτε κατά διάνοιαν, εκτός αν μιλά κανείς για στρατηγικές και τεχνικές. Κι αυτό είναι άλλο. Το λένε και βεβήλωση, μα θαρρώ πώς στις μέρες μας τα ίδια αποτελέσματα επιτυγχάνονται χωρίς οπλισμό τέτοιου …βαρέος τύπου.
Εγώ πάντως ξεχώρισα άλλα. Και δεν με εμπόδισαν τα μάτια της, αν και όντως αιχμαλωτίζουν! (άδικο όμως είναι για άλλες παρουσιαζόμενες ποιήτριες εδώ, δεν είναι έτσι; σαν αθέμιτος ανταγωνισμός ) μα μια κι είμαι γυναίκα, θα σταθώ αλλού.
Όπως στην συνάντηση των δυο, Πολυπλοκότητας κι Απλοϊκού . Ή, σε εκείνο στο τέλος -πριν τα κίτρινα- περί ευτυχίας. Ή, με τα όνειρα των επώδυνα ακριβών πληρωμών…. (και εξοφλήσεων; ) Και μην πω για την καίρια συζυγική παρένθεση (ευρηματικό, απέριττα σωστό)
Θα πω λοιπόν, πως έχει πολλά, πολλά καλά.
Αρκεί να εστιάζει κανείς όχι στα μάτια, μα στο βλέμμα… (τελικά αυτό είναι που μετράει, αυτό δίνει τον τόνο, το χρώμα: το βλέμμα, η οπτική του ποιητή)
ΥΓ.
Τώρα που το σκέπτομαι, και εστιάζω σε αυτό που ο κ. Λυκοτραφίτης επεσήμανε, μόνον σαν καθαρό υπαινιγμό στα ρώ του έρωτα του Ελύτη, θα δεχόμουν το συγκεκριμένο ποίημα που αναφέρθηκε. (αλλά γιατί τότε δεν διατηρείται και η ορθογραφία που θα μας παρέπεμπε ευθέως; ) Σε αυτή την απλουστευμένη μορφή ποιητικής γραφής που επέδειξε ο Ποιητής και σαν να καταδεικνύει στο συγκεκριμένο τετράστιχό της ότι έτσι απαλλαγμένο από τεχνάσματα τον θέλουμε τον Έρωτα, με παιδική ματιά, σαν τραγουδάκι. Κι αν δεν μπορεί κανείς να έχει αυτή την καθαρή ματιά και να προφέρει το ρο έτσι απλά, δεν μπορεί να δει, να πει, να ζήσει τον έρωτα. Αν το λέει έτσι, της βγάζω το καπέλο, μπράβο) (που δεν φορώ, αλλά λέμε!)
Τελικά είναι πολύ πολύπλοκο να δεις ένα ποίημα με μεγεθυντικό φακό. Προτιμώ να αφήνομαι στην αύρα του κι όχι στην όψη του. Να με αγγίζει –αν μπορεί- αυτό και όχι να το τυραννώ εγώ λεπτολογώντας. Μπορεί και να το πληγώσω έτσι, και δεν κάνει. Είναι άδικο για τον ποιητή.
Εμέ προσωπικώς, αγαπητή Ignis, μετά από αυτόν τον καταιγισμό γυναικείας προοπτικής, με έχετε πλήρως καλύψει.
Οφείλω, φυσικά, να διευκρινίσω ότι ουδόλως θέλησα να υποτιμήσω άλλες παρουσιαζόμενες εδώ ποιήτριες – που, ενδεχομένως, η φύση ή κάποια βιαστικά βγαλμένη φωτογραφία έχει αδικήσει. Και, για να μην παρεξηγηθώ (περαιτέρω) τονίζω ευθαρσώς ότι για μένα το Ποιείν δεν αποτελεί κατά κανένα τρόπο κανενός είδους facebook, αλλά μόνον, ως είθισται, η δημοσιευθείσα φωτογραφία εικονογραφεί “σπάζοντας” την σελίδα.
Αλλού είναι το κρινόμενο!
(Τους γαμπρούς και τις νύφες, δυστυχώς, θα πρέπει να τους αναζητήσουμε αλλού…)
Είναι μάλλον πολύ πιο απλά αυτά που εννοώ μέσα από την πολυπλοκότητά τους
το να εκστομίσεις απλά ένα σ’αγαπώ
φαίνεται εκ πρώτης όψεως απλοϊκό και αβίαστο
εγώ το εντάσσω στην ενότητα complexity θέλοντας να υπαινιχθώ με τον πλέον απλοϊκό έως παιδιάστικο τρόπο ότι το πραγματικό πλαίσιο είναι αφάνταστα πολύπλοκο μια που αφορά άμεσα στις ερωτικές σχέσεις και στην αιώνια τυραννία τους που γεννιέται από την κτητικότητα, την αμφιβολία, την ανασφάλεια, το σαδισμό, τη διάψευση, τον φόβο της απώλειας, την επιπολαιότητα, τον αυθορμητισμό, τον παρορμητισμό, την ευκολία – το αιώνιο παιχνίδι ερωταποκρίσεων τύπου σ’ αγαπώ , μ’ αγαπάς;
Προσωπική εκτίμησή μοu ότι το σ’ αγαπώ συνήθως εύκολα το λες και δύσκολα το εννοείς,
ακόμα δε πιο εύκολα ξεχνάς ότι το είπες – οπότε βρίσκομαι αντιμέτωπη πάλι με το αγαπημένο μου ζεύγος αντιθέτων απλοϊκότητα – πολυπλοκότητα με το οποίο καταπιάνομαι στο ποίημα “Complexity”.
Είναι μια βασανισμένη έως αποτυχημένη απόπειρα ενδεχομένως να πετύχω έναν αφορισμό
καθώς μέσα στο σ’ αγαπώ δεν περιέχεται σαφώς το σύμφωνο ρο – άρα το σ’ αγαπώ δεν κατορθώνει συνήθως εύκολα να συναντήσει το ειλικρινές το αληθινό – του πρόσωπο (σύμφωνο) που θα “ξεκλειδώσει” που θ’ απελευθερώσει τη
σωστή του άρθρωση .
¨Οσο για την Ignis την ευχαριστώ για τα τόσο εύστοχα σχόλιά της.
Φυσικά δεν είχα την πρόθεση να προκαλέσω κανενός τύπου δυσαρέσκεια με τη φωτογραφία μου. Συμφωνώ μαζί της για το ότι η έμφαση θα πρέπει να δίνεται στο βλέμμα
και της αφιερώνω ένα ποίημα μου από μια άλλη ενότητα του βιβλίου μου που πιστεύω ότι ανταποκρίνεται στο σχόλιό της:
“Μια ζωή διοπτροφόρος
μακάριζες
όσους έχουν δυνατά μάτια.
Τώρα λυπάσαι
όσους έχουν αδύνατη
ματιά.”
@ Ignis
Θέλετε ένα ποίμα με αίσθηση, λοιπόν… Χμμ! Για να ψάξω στο συρτάρι μου…
Δεν ξέρω αν αυτό μπορεί να σας καλύψει, μιας και γνωρίζω πως ενδιαφέρεστε, πάντοτε, για το κάτι παραπάνω.
ΑΝΤΙ ΧΑΪΚΟΥ
Εκτονώνεις τώρα
την τρικυμισμένη σάρκα
στ΄ αθλήματα
@ Γιώργος Λυκοτραφίτης
Ομολογώ τα αμελέτητα, τρεις μέρες μετά, απαράδεκτος;
Βοώπις…
Είμαι εναντίον του γάμου, γενικώς!
@ Κα Κορνέτη και κο Ψαραδάκη:
Μόνο στην Ιλιάδα η Ήρα χαρακτηρίζεται “βοώπις” 14 φορές ! ενώ
@ κύριε Ψαραδάκη,
ως τοιούτον απεκάλεσε τον Νίκο Γκάλη ο Πετεφρής!
(Μα τί με βάζετε και ψάχνω μεσημεριάτικα…)
Και επειδή το poiein.gr είναι εξ ορισμού ανοικτό στον κόσμο, να συγκρατηθεί και το εξής: “Πώς τελειώνει ένας έρωτας;-Τι,λοπόν, τελειώνει κιόλας;Με δυο λόγια ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ ΠΟΤΕ ΤΙΠΟΤΑ ΜΕ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΑΥΤΟ.”=Ρ. Μπαρτ, Αποσπάσματα ερωτικού λόγου.(Η υπογράμμιση δική μου)
κύριε Λυκοτραφίτη, μην ανησυχείτε, μηδέποτε παρεξηγείστε, τουλάχιστον από εμένα. Πάντα εκκινούμαι με καλή προαίρεση προς άπαντας, ιδίως όταν εκφράζονται σε λόγο κοσμιότατο και άψογο που να απέχει από ολισθήματα όχι μόνον γραμματικά μα και συμπεριφοράς. Σεις το μόνον που κάνατε (δεν αναρτήσατε δα και την αξιέραστη φωτογραφία!) είναι να τονίσετε κάτι που όλοι βλέπαμε, μια όμορφη γυναίκα με εύθραυστα λεπτεπίλεπτη όψη, και μάτια φάρους διαυγείς.
Μα χαίρω για αυτό το σχόλιό σας, επάνω, άμα τη εμφανίσει του δικού μου του λαλίστατου, μια και έτσι τονίσατε στηλιτεύοντας το πιο αξιοκατάκριτο και ευτελές του διαδικτύου πρόσωπο
Μακράν ημών (όλων) κύριε Λυκοτραφίτη!
(αν και τα ζιζάνια εντέχνως μεταμφιέζονται εκεί, στην δολία των αναζήτηση, είναι που άμετρα διψούν)
Εδώ, τουλάχιστον αυτός ο χώρος ας μένει αεροστεγώς απρόσβλητος από ανοησίες ή ευτελή.
Ας μένει ο λόγος, πρόσωπο. Το πλέον αψευδές.
Όσο για τα αθέμιτα (μα και τα θεμιτά και τα συνήθη) μέσα, έτσι τονίζεται αυτό που λέω, ότι ευτυχώς ή δυστυχώς όλα (μέχρι και η Ποίηση) γίνονται έρμαια σε τεχνάσματα μάρκετινγκ. Όλα. Κι αφού δεν μπορούμε να ξαναχτίσουμε έναν κόσμο με πιο καλά και δίκαια για όλους υλικά, καθόμαστε και παλεύουμε σ’αυτόν με όσα όπλα μπορούμε να έχουμε, όπως το θηρίο με τα δόντια και τα νύχια του.
Κι ο ποιητής θα προσέξει την έκδοση, το εξώφυλλο να είναι ελκυστικό, το χαρτί των σελίδων, την υφή, την γραμματοσειρά, και μετά θα μεταχειρισθεί τεχνάσματα στο πού θα προωθηθεί και πώς. Το πώς θα εκτεθεί δηλαδή. Και την φωτογραφία του εν προκειμένω, εάν ετούτη μπορεί να γίνει πόλος έλξης και να μαγνητίσει. Με κάθε τρόπο προσπαθεί, ώστε τα διαβατάρικα πουλιά της ανάγνωσης να κουρνιάσουν λίγο πάνω του. Κάποτε στην διαφήμιση μας έλεγαν πως έχουμε 3 μόνον δευτερόλεπτα. Μόνον τρία δευτερόλεπτα χρόνου για να τραβήξουμε το βλέμμα του αγοραστή και να το εστιάσουμε στο σημείο που αν παραμείνει κερδίσαμε, μα αν φύγει, έχουμε αποτύχει. Fast food και στην προσοχή, την πιάνεις με μιαν απόχη σαν πεταλούδα…
Ίσως κι εκείνο το λεγόμενο 15λεπτο παράθυρο δημοσιότητας του καθενός, εκεί να έχει την αφετηρία του: όποιος στο λίγο χρόνο του προλάβει να πείσει, να χαράξει, ένα debate άκρως ανταγωνιστικό για το πόσο έμειναν τα χνάρια μας στην άμμο, τι κατάφεραν να κάνουν πριν να τα πάρει το κύμα…
Πολλά είπα πάλι, κι άχρηστα…
κύριε Ψαραδάκη με πειράζετε! Μου δίδετε κύβο Knorr, δηλαδή την συμπύκνωση του χαϊκού (έστω κι “αντί” μια και καθώς μετρώ, του δώσατε μια μικρά αύξηση: 6+8+4 αντί του εδραιωμένου 5+7+5)
Παρά ταύτα μου άρεσε, αν και δεν αγαπώ τα χαϊκού, απέχουν από την μεσογειακή μου ιδιοσυγκρασία. Μάλλον γι’ αυτό το κάνετε, αντίβαρο, σε πολυλογά κάτι λιτό
(ας πρόσεχα!)
Φέρτε κάτι πιο φλύαρο σε πρώτη ευκαιρία (η αίσθησις πάντα αρέσκεται στο υπερβάλλον. Στο υπερβάλλον και όχι το υπέρβαρο ή το υπερχειλές, να εξηγούμαι!!)
Εγώ έχω πολλά παραδείγματα να πω για το τι θεωρώ ποίημα που απορρέει αίσθηση, μα σέβομαι το ότι όλα αυτά θα κείτονται κάτω από χώρο οφειλόμενο στην ποίηση της κυρίας Κορνέτη και δεν είναι πρέπον.
Οπότε ξεχωρίζω ένα δικό της που φέρει στίγμα επάνω του αυτό που λέω:
Μόνον ο ήλιος στέκεται σιωπηλός συνεργός
στην ερωτική συνομωσία.
Νιώθεις να σε παρακολουθούν.
Πίσω από τις πυκνές φυλλωσιές των παθιασμένων συνειρμών
κρύβονται οι υποκριτικοί καθωσπρεπισμοί
όλα τα ζευγάρια μάτια
που ορμούν να κατασπαράξουν τις μικρές σου αλήθειες.
Και καθώς η ανησυχία οδηγεί στην τελική έκρηξη
η παρόρμηση παραμονεύει χαιρέκακα να δει
την αυτοκαταστροφή να θριαμβεύει
Φυσικά ο ήλιος δεν είναι συνεργός, το αντίθετο. Σκοτάδι θέλει η συνωμοσία. Αλλά εδώ ο ήλιος -και για δείτε πόσο είναι ατμοσφαιρικό το σκηνικό που παρουσιάζει- αποκαλύπτει το διττό των επιθυμιών μας: από την μια τα όσα φλεγόμαστε να κάνουμε κι από την άλλη τα όσα προσποιούμαστε πως θα κάνουμε, ακροβατώντας πάντα στα όρια του καθωσπρεπισμού. Με άλλα λόγια, ακόμα και σε μια στιγμή απόλυτα δική μας, τολμάμε το αδιανόητο να βλέπουμε τον εαυτό μας με ξένα μάτια και να τον επικρίνουμε. Και φυσικά έτσι θριαμβεύει η καταστροφή όπως πάντα γίνεται όταν οι αλυσίδες που φορούμε στην παρόρμηση όχι μόνον την ποδηγετούν, μα και την μεταλλάσσουν σε θεατρινισμό.
Καημένη παρόρμηση, ακόμα και για να ακυρώσεις κάτι, παρόρμηση χρειάζεται… Κι άλλοτε είναι μόνη της μια αυτοκαταστροφή, κι άλλοτε ευλογία. Χρειάζεται πριν μια καλή ιχνηλασία στο τοπίο. Για να την προλάβεις. Πριν πάρουν τα πόδια της φωτιά.
Και το υστερόγραφον (μη χάσω!)
Ε, όχι και βοώπις (βοώπις πότρνια Ήρη)
Το βλέμμα του βοδιού δεν είναι μόνον στρογγυλό, αλλά και κομματάκι ανέκφραστο. Δεν μου αρέσει σαν χαρακτηρισμός….δεν προσδίδει. (τι να’χε στο μυαλό του ο Όμηρος, άλλα βόδια κυκλοφορούσαν τότε;;)
Και όχι ότι τα …αμυγδαλωτά είναι καλά μια και δεν ανεβάζουν και το ζάχαρο (εν αντιθέσει με τα άλλα!) μα προσωπικά προτιμώ το “σπινθηροβόλα”. Δείγματα απαστράπτουσας ευφυΐας.
κυρία Κορνέτη η φωτογραφία σας μόνον ευαρέσκεια μπορεί να προκαλέσει.
(απλώς θεώρησα ότι όφειλα να σκεφτώ τις παρελθούσες ή τις μέλλουσες παρουσιαζόμενες και παρουσιαζόμενους. Να είναι επί ίσοις όροις, όλα)
Ευαρέσκεια λοιπόν και μόνον.
Και η γραφή σας, όταν έτσι απλώνεται, απείρως περισσότερη.
Κερδίζετε τον άλλον.
Χαίρω και επικροτώ όταν οι παρουσιαζόμενοι αφουγκράζονται το κοινό τους, μόνον προς τιμήν τους μπορεί να είναι η προσήνεια.
Καλή επιτυχία στο βιβλίο σας, και μια δημιουργική περαιτέρω πορεία σε σας.
ΥΓ. και ναι, η δυνατή και διορατική ει δυνατόν ματιά είναι το ζητούμενο σε ένα χαώδη και θολά ανεξιχνίαστο κόσμο. Κι αναρωτιέμαι, τι είδους φακοί χρειάζονται για αυτό…μεγεθυντικοί ή θα χαλούσαν όλη την μαγεία της ψηλάφησης; (ή ακόμα και της αναψηλάφησης προσβάλλοντας τα τελεσίδικα ένα βήμα πριν την λήθη)
Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να δεις τα πράγματα….
(το σχόλιο σας-απάντηση αδυνατώ να καταλάβω γιατί τώρα τελευταία το βλέπω, ενώ προηγείται, χρονικά. Κάποιος δαίμων ελλοχεύει προφανώς, ίσως εκείνος της …οράσεως!)
έλεος με το ρο (σχόλιό μου ν.13)
διορθώνω το lapsus calami
(άμα έχεις παρει φόρα, λογικό είναι να πάρει φωτιά και το …καλάμι)
Βοώπις πότνια Ήρη
χωρίς ρό, φυσικά!
Επιτρέψτε μου, αγαπητοί φίλοι, να κάνω μια παρατήρηση σχετική με την χρήση του επιθέτου Βοώπις στον Όμηρο, αφού πρόκειται για ποίηση και μάλιστα μεγάλη (δηλαδή αναμμένη στο καμίνη της λαλιάς). Πραγματικά, κατά τους αρχαίους σχολιαστές σημαίνει «αυτή που έχει μαύρα και μεγάλα μάτια (κόρες) όπως ο βους». Σημειωτέον πως αν δεν προσδιορίζεται εκ των συμφραζομένων το φύλο του ζώου –παρά το αρσενικό άρθρο- ο βους είναι πάντα θηλυκός. Πρόκειται για ζώο εξαιρετικά φορτισμένο με ιερή σημασία, που έρχεται από τη Μεσοποταμία, μέσω Αιγύπτου. Στους αρχαίους ενέπνεε δέος, ως μεγαλοπρεπές και απαθές, υπό την επιρροή της Ορφικής λατρείας –την οποία ο Όμηρος κατά τα φαινόμενα επιζητούσε να παντρέψει με το πιο οργανωμένο και διαυγές Δωδεκάθεο. Εμείς αργότερα προσδώσαμε στο βλέμμα αυτό ηλιθιότητα -ενώ σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει- λόγω της φυσικής αταραξίας και νωθρότητας του ζώου. Αλλά στους αρχαίους αυτή η νωθρότητα ήταν γοητευτική για τις γυναίκες και ιδίως για τις αρχόντισσες – πράγμα που επιβίωσε ακόμα και μέχρι τις μέρες μας. Κάνουμε λάθος όταν «βλέπουμε» το βλέμμα του συγκεκριμένου ζώου μέσα από τον φακό του κοινό τόπου «αυτός είναι βόδι!» Το βλέμμα του βοδιού έχει εξαιρετική γοητεία, στιλπνότητα και εκείνο το είδος της εκφραστικότητας που διαθέτει το βλέμμα των σοφών γερόντων.
Σας ευχαριστώ.
Aγαπητή Ignis, λέω να εγκαταλείψουμε τον πληθυντικό. Ώσπου να συμφωνήσετε (αν), τον διατηρώ.
Καταρχάς να ξεκαθαρίσω ότι η ποιητική μου όραση δεν βλέπει με τα χρώματα που θέλει ο ποιητής, ακόμα κι αν παρέμβει, απαιτώντας τα συγκεκριμένα. Τουτ’ έστιν, ό,τι κι αν πει η κ. Κορνέτη για τα ποιήματά της, εγώ θα τα βλέπω όπως μου αρέσει. Πρόκειται περί αρχής.
Το ποίημα της κ. Κορνέτη, το οποίο και ξεχώρισα, δεν το ξεχώρισα εκ των απάντων της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Το ξεχώρισα εκ των ποιημάτων της κ. Κορνέτη που παρατίθενται εδώ.
Να εξηγήσω λίγο καλύτερα το γιατί. Υπάρχουν άνθρωποι που εκφέρουν το ρω ως γάμμα. Αυτοί, μπορούν να πουν “σ’ αραπώ” που ηχεί “σ’ αγαπώ”. Αυτό το σ’ αγαπώ λέγεται εύκολα. Στο βάθος, είναι ένα σ’ αγαπώ ανάπηρο. Οι υπόλοιποι-που μπορούν και λένε σωστά το ρω-πρέπει να πουν το “σ’ αγαπώ” με το γάμμα του. Αυτό είναι ένα δύσκολο σ’ αγαπώ.
Γιατί; Γιατί φοβούνται. Γιατί σέβονται. Διότι πάσχουν από πλατωνικό ιδεασμό. Επειδή έχουν επίγνωση της αναξιότητός τους. Επειδή, από άποψη, αποκλείουν τη διάρκεια της ιδανικής λέξης. Κάνουν καλά; Αδιάφορο.
Έτσι το είδα. Αυθόρμητα. Τέτοια και τόσα, δεν είναι με τα άλλα ποιήματα. Επ’ αυτού, πράγματι, λόγος ουδείς.
Όταν το Ποιείν έχει τέτοια κίνητρα για διάλογο, όταν τα αναρτηθέντα κείμενα και παρουσιάσεις, είναι εφαλτήρια για να πηγαίνουν οι σκέψεις μακρύτερα και να προστίθενται γνώσεις στις ήδη υπάρχουσες, δεν φαντάζεστε πόσο με ικανοποιεί.
Κι ας ελπίσω πως δεν καταχρώμαι του χώρου.
κ. Μουζάκη, πρώτα και κύρια, αν καταργήσω τον πληθυντικό μαζί σας θα πρέπει να τον καταργήσω με όλους. Αν ήμουν άντρας θα το έκανα αυτοβούλως κι ευχαρίστως, είμαι γυναίκα όμως και υπεισέρχονται άλλα. Να σας πω μάλιστα ότι τον υιοθέτησα εδώ για άτομα καλά γνωστά και όπου αλλού –σε άλλους χώρους- δεν τον είχα, για να σας δώσω να καταλάβετε πόσο προσεκτική οφείλω να είμαι.
Ενδιαφέρουσα η ανάλυσή σας, ποιητικότατη (πολύ γοητευτικό ακούγεται αυτό το “ανάπηρο” σ’αγαπώ, σχεδόν το λυπάται κανείς που δεν είναι αρτιμελές και πάσχει, αντί να το ψέξει που αυτόβουλα ακρωτηριάστηκε και δεν είναι πλήρες), όλως σωστή στα περί φόβου κι εξιδανίκευσης της συναισθηματικής αυτής κατάστασης. Αλλά ξεκινάτε από ένα σφάλμα, επιτρέψτε μου. Δεν τίθεται θέμα στην εκφορά μιας λάθος λέξης όπως το “αραπώ”. Ως λέξις είναι ανύπαρκτη. Υπαρκτή είναι η “αγαπώ” και μόνον. Επομένως αν κάποιος δεν προφέρει καλά το ρο δεν έχει πρόβλημα με το σ’αγαπώ, δεν το περιέχει.
(έχει με τον έρωτα, που τον προφέρει αλλιώς σαν να ερωτά ή να αμφιβάλλει)
Μπορεί λοιπόν ποτέ να μην αναζητήσει τα ..βότσαλα που θα τον βοηθούσαν στην (απ)αγγελία, να μην αντιλαμβάνεται καν το πρόβλημά του. Και ίσως να περάσει όλη την ζωή του χωρίς να θεωρήσει ότι οφείλει να κάνει ασκήσεις του συγκεκριμένου συναισθήματος (όσον αφορά το …ρερητορευμένον ρήμα), άλλωστε προς τι; Τα συναισθήματα βασανίζουν, δεν απελευθερώνουν…(στον Καιάδα όλα τους!)
Μα τελικά προς τι να μπερδεύεται κανείς; Η βραδυγλωσσία είναι δεν το πρόβλημα (έστω και σαν συμβολισμός), τα λόγια (είτε verba είτε scripta) είναι το περιτύλιγμα, όχι η ουσία.
Έτσι αναρωτιέμαι, τι είναι αυτό που παίζει ρόλο: η προφορά ή η προσφορά;
Διότι δεν είναι αν το λες, πού και πότε το λες, αλλά να μπορείς να αποδείξεις ότι καλώς το λες. Ω, δεν μιλάω για την διάρκεια, οι ευφυείς άνθρωποι που έχουν επίγνωση της ρευστότητος των πάντων δεν θα σταματήσουν εκεί, δεν τους θλίβει τόσο το εφήμερο (παρά μόνον όταν αυτό έχει παρέλθει ενώ αυτοί συναισθηματικά παρέμειναν εκεί) αλλά να μπορείς να πείσεις ότι ναι, την συγκεκριμένη στιγμή το εννοούσες. Καμιά φορά έρχεται η αμέσως επόμενη και αναιρεί τα πάντα (ή, η αναψηλάφηση που υπαινίχθηκα αλλού)
Άρα καταλήγουμε στο ίδιο σημείο όπου είπατε και σεις: ότι πολλές φορές ακόμα και με ελάχιστα εφόδια, επιπόλαια χτίζεται ένα συναίσθημα (και σαν ψευδαίσθηση) ενώ άλλοι μπορεί να έχουν όλα τα εφόδια, όλα εχέγγυα για να το οικοδομήσουν και να μην το τολμούν. Οι ιδαλγοί της στιγμής.
Έτσι πάμε ξανά στο αγαπημένο δίδυμο της κ. Κορνέτη, την απλοϊκότητα και την πολυπλοκότητα. Που υπεισέρχεται παντού. Διότι όλα είναι θέμα οπτικής. Ένα διαμάντι αλλιώς το βλέπει ο γεμολόγος, αλλιώς ο γεωλόγος, αλλιώς ο κοσμηματοπώλης, αλλιώς η φιλάρεσκη γυναίκα (δια στόματος ..Μέριλιν Μονρόε) κι αλλιώς ένα παιδί…
Τελικά, τι είναι ένα διαμάντι;
(εγώ πάντως θα το περιέγραφα σαν μαρμαρυγή φωτός)
Μήπως λοιπόν πέρα από γράμματα, είτε φορτισμένα από την γραφή του Ελύτη είτε όχι, το κλειδί (ωραία λέξη, σοφά την πρόσφερε η κ.Κορνέτη εδώ) για τον έρωτα, για την αποκάλυψη του τι είναι έρωτας, είναι η πράξη του; (όχι η πράξη του έρωτα, αν και έχει τον ρόλο της) Η απόλυτη σύμπνοια συναισθήματος και κινήσεών του;
Όλα τα ποιήματα μας πάνε μακριά, αρκεί να θέλουμε να σταθούμε.
Μερικά μάλιστα μπορούν να γίνουν κι οάσεις.
(ο υπέροχος ρόλος της Ποίησης)
κ. Μπλάνα πολύ πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση.
(εμείς σας ευχαριστούμε)
Μα ναι, φυσικά ήσαν ιερά (τα βόδια του Ήλιου άλλωστε) και σε μας κι όχι μόνον στον ινδουισμό, κι ίσως και να υπάρχει κάποια στωικότητα που μετονομάζεται σε σοφία. Αλλά πιστέψτε με, το να με έλεγε κανείς βοώπη, θα μου δημιουργούσε κύματα έχθρας (!) Υπάρχουν πιο ωραία ζώα στην πανίδα, φέρ’ειπείν ο αετός (πώς το λένε; θρίπας ου θηρεύει) και μια παρόμοια φιλοφρόνηση μόνον ικανοποίηση εγείρει. Άλλωστε οι καιροί αλλάζουν (το περίκλειστον παύει να είναι το ζητούμενο) και οι απαιτήσεις είναι πλέον άλλες. Οι αρχόντισσες παραμένουν αρχόντισσες, και οι κυρίες κυρίες, μα το να κρατούν σε δύσκολους καιρούς και τα ηνία στα χέρια, μόνον πάνω σε νωθρότητα δεν μπορεί να στηρίζεται….
Πόση απόσταση από το τότε στο τώρα…ίσως το μόνον που έχει παραμείνει στις αλλαγές αλώβητο, είναι η ορθή στάση του αυχένα. Να μην κάμπτεται, μα με βακτηρία την υπερηφάνεια του να μην αναζητά δυνάστες κανενός είδους.
K. Ignis, επιτρέψτε μου, το σφάλμα είναι δικό σας και όχι δικό μου. Μάλλον δεν έχετε αντιληφθεί ότι η ερμηνεία ενός ποιήματος δε γίνεται στη βάση των ιδεολογικών διαφωνιών των ερμηνευτών (ποιο είναι το αληθινό σ’ αγαπώ για σας και ποιο για μένα), αλλά στο πώς οι ερμηνευτές προσλαμβάνουν την όψη του ποιήματος. Επαναλαμβάνω, λοιπόν, για τελευταία φορά το ποίημα
“Είναι αλήθεια τόσο δύσκολη
η άρθρωση του σʼ αγαπώ
ειδικά όταν δεν μπορείς
να πεις το ρο”
Το ποίημα με οδηγεί αυθόρμητα στο ερώτημα: τι σχέση έχει η ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΡΩ με ΤΗΝ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΟΥ Σ’ ΑΓΑΠΩ;
Την απάντηση την έχω δώσει ήδη. Οι ιδεολογικές σας τοποθετήσεις επί του υγιους συναισθηματισμού (και δη της αγάπης ή του έρωτος) δε μ’ ενδιαφέρουν περισσότερο απ’ ό,τι ενδιαφέρουν εσάς οι αντίστοιχες δικές μου: καθόλου.
Τώρα, αν το σφάλμα στην ανάλυσή μου είναι ότι δεν υπάρχει η συνεκφορά “σ’αραπώ”, θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι αυτό το σφάλμα δεν είναι μεγαλύτερο από εκείνο της σύνδεσης της αδυναμίας άρθρωσης του “σ’ αγαπώ” με την αδυναμία άρθρωσης του “ρω”.
Τέλος, επιτρέψτε μου να πω ότι το ερώτημα “τι θέλει να πει ο ποιητής;” τείνει αργά πλην υγιώς προς το αντικατάσταση από το “τι λέει σε σας ο ποιητής;”.
Ωραία. Ορθή βάση
Οι ιδεολογικές τοποθετήσεις δεν ενδιαφέρουν καθόλου. Σωστά
Ενδιαφέρει το ποίημα και τι θέλει να πει ο ποιητής. Και πάλι σωστά
Εν προκειμένω η ποιήτρια μας είπε:
«Είναι μια βασανισμένη έως αποτυχημένη απόπειρα ενδεχομένως να πετύχω έναν αφορισμό
καθώς μέσα στο σ’ αγαπώ δεν περιέχεται σαφώς το σύμφωνο ρο – άρα το σ’ αγαπώ δεν κατορθώνει συνήθως εύκολα να συναντήσει το ειλικρινές το αληθινό – του πρόσωπο (σύμφωνο) που θα “ξεκλειδώσει” που θ’ απελευθερώσει τη
σωστή του άρθρωση .»
Αυτό και δέχομαι, διότι λογικά μου ερμηνεύει το ποίημα.
Το εάν το ρω είναι ή όχι το κλειδί, αυτό (όπως πρώτος θύμισε ο κ.Λυκοτραφίτης) γίνεται με την βοήθεια του Ελύτη και του ρω του Έρωτά του (δεν γνωρίζω άλλον σύνδεσμο που αναγορεύει το ρο σε ειδικού βάρους σύμφωνο), αλλιώς η ίδια η νοηματική σύνδεση “αγαπώ” και “ρω” βρίσκεται σε ανύπαρκτη βάση. (και το ίδιο το ποίημα, αίολο)
Δεν πάσχω από το σύνδρομο της τελευταίας λέξης, αλλοίμονο.
Απλά πιστεύω ότι η ερμηνεία κάθε ποιήματος είναι μια απόπειρα που γίνεται αποκλειστικά από τον αναγνώστη, αφού σε αυτόν απευθύνεται. Ο ποιητής το στήνει, το βγάζει προς τα έξω, ως έχει. Δεν είναι υποχρεωμένος να το ερμηνεύσει ή να το αιτιολογήσει. Ό,τι έχει να πει, το έχει ήδη πει. (και εκεί είναι ένα μεγάλο μέρος από το ταλέντο του: να γίνεται κατανοητός. Ας μην ξεχνάμε κι αυτή την παράμετρο)
Εάν θέλει και μόνον εάν θέλει θα το κάνει, θα πει κάτι παραπάνω, αν θεωρήσει ότι παρερμηνεύεται αυτό που ήθελε να δώσει.
Το αν οι άλλοι θα το τεμαχίσουν θα το ποδοπατήσουν ακόμα ή θα το αναδείξουν, αυτό είναι πάντα στους κινδύνους που έχει κάθε τι που εκτίθεται.
Και η αρένα που διαρκώς αποδεικνύει το ταλέντο του ο ποιητής: αν αντέχει της ερμηνείας και της κριτικής. Ακόμα και της ανάλυσης.
Μα, φυσικά, θα ήταν αδέξιος εγκεντρισμός να σας χαρακτηρίσει κάποιος βοώπιν, μετά από 2.800 χρόνια, αγαπητή μου Ignis. Αλλά βρήκα την ευκαιρία να επισημάνω κάτι που μου δίνει ίσως την άλλη ευκαιρία να ισχυριστώ πως όταν διαβάζουμε Όμηρο -και όταν τον μεταφράζουμε- διαβάζουμε (και μεταφράζουμε) αυτό που είχε στο μυαλό του και για το οποίο αναρωτηθήκατε. Δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθούμε να αποκαταστήσουμε το τελετουργικό επίθετο στην ιερατική του αξία, αφού το θρησκευτικό σύστημα εντός του οποίου σήμαινε σπουδαία πράγματα είναι νεκρό. Τότε θα θάψουμε τον Όμηρο στην εποχή του και τα δικά μας συναισθήματα στο φιλολογικό «σύμπτωμα». Αν τον στίχο «Tὸν δ᾿ ἠμείϐετ᾿ ἔπειτα βοῶπις πότνια ῞Ηρη» τον μεταφράσουμε «Κάρφωσε πάνω του τ’ ωραίο της βλέμμα η αρχόντισσα Ήρα και του είπε», ο Όμηρος είναι σίγουρα πιο κοντά μας –κι εμείς πιο κοντά του. Ορισμένοι φιλόλογοι θα φρίξουν με μια τέτοια μετάφραση, δεδομένου ό,τι κινούνται στη βάση των αρχών της Βιβλικής ερμηνευτικής και δεν αναγνωρίζουν κανέναν λόγο για τον οποίο θα μπορούσε να διαταραχθεί η ιερή διάταξη των λέξεων του πρωτοτύπου. Ξέρετε, πιστεύουν –χωρίς να το παραδέχονται- πως η ψυχή μας είναι το σημαίνον μιας υπέρτατης εκφοράς του κόσμου, μιας εκφοράς της οποίας το σημαινόμενο είναι η βούληση του Θεού. Αν εμείς πλησιάσουμε αυτό που είχε στο μυαλό του ο Όμηρος, επεμβαίνουμε στην τάξη της δημιουργίας και υποκαθιστούμε τον Θεό! Κι όμως ο κόσμος είναι γεμάτος μαυρομάτες αρχόντισσες που κοιτάζουν -πριν μιλήσουν- με τρόπο καθοριστικό.
Και πάλι συγνώμη για την παρέμβαση. Μου φάνηκε ενδιαφέρον το ζήτημα.
Ποια παρέμβαση, τι λέτε (όχι και “συγνώμη” όταν σεις κάνετε ενδιαφέρον το ζήτημα), ενισχύετε την πεποίθησή μου κ. Μπλάνα, ότι τα πάντα είναι θέμα ερμηνείας. Νικά πάντα η ποιητικότερη. Κι αφήστε τους φιλολόγους να φρίττουν.
Μου θυμίζει εκείνο που με ενοχλεί στις κακόηχες μεταφράσεις. Θυμάμαι ένα ποίημα του Νερούδα, δυο μεταφράσεις, κι αγνοώ τα ισπανικά για να ξέρω ποιος εκ των δυο είναι ο πιο σωστός. Μα δεν με νοιάζει.
Διότι εμένα ο Νερούδα με κερδίζει μεταφρασμένος στο:
Σκυφτός στο δειλινό ρίχνω τα δίχτυα μου θλιμμένα
στα ωκεάνεια μάτια σου
Από το:
Σκύβω εκεί κάθε βράδυ
και αμολάω τα παραπονεμένα δίχτυα μου
στα ωκεάνεια μάτια σου
Η ποίηση μπορεί και να είναι μουσική. Ένα τραγούδι, όπως κάποτε ήταν.
We have a winner.
Πρόκειται περί αφέτη (αν και δεν είμαι σίγουρος ότι αρέσκεται στο ρόλο).
Τα δίχτυα, τα ρίχνεις ή τα απλώνεις
Δεν τα αμολάς!!!
Η λέξη αμολάω συνειρμικά παραπέμπει σε δυσάρεστη εκτόνωση
Αυτά πρέπει να προσέχει ο μεταφραστής
Kαι τα δίχτυα που αμολάμε για να παγιδεύσουμε χαρταετούς στο νερό του σύννεφου;
Ο καθείς και η καλούμπα του.
Τουλάχιστον στα ωκεάνεια συμφωνείτε όλοι
🙂
Ξαναλέω, δεν ξέρω τι ακριβώς ήθελε να πει ο Νερούδα.
(αν και σεις κ. Μίχο μου λύσατε την όποια απορία!)
Μα φαντάζομαι ένα άνθρωπο στα όρια της απελπισίας, στα βάθη της νοσταλγίας να ρίχνει τα δίχτυα του με παράπονο, με θλίψη για να συλλέξει τις βαθύχρωμα μπλε πεταλούδες των ματιών της…
(ενδιαφέρουσα η ερμηνεία του inclinar στο λεξικό μου, σκύβω, κύπτω αλλά και υποκλίνομαι, όπου σεβασμός τείνει ευγενικά το χέρι στην αφοσίωση, στην προσήλωση της ερωτευμένης ματιάς. Είτε στο ηλιοβασίλεμα, είτε στα μάτια της. Μπορούν κάλλιστα να δύουν και τα δύο, αναδεικνύοντας πλήθος χρωμάτων και συναισθημάτων)
ΥΓ.
Μονωδέ μου, ακριβώς αυτό ήθελα να πω. Ευχαριστώ για την συμβολή της ποιητικής ματιάς σας. Εύηχη η γλώσσα να παραμένει στα ποιήματα.
Μπορούμε να πούμε χιλιάδες πράγματα που μια χυδαία λέξη θα τα τεμάχιζε, θα τα κατακρεουργούσε, και να τα αναδείξουμε με υπέροχο και λεπτεπίλεπτο τρόπο (γιατί όχι, και θεϊκό ακόμα), αλλά μπορούμε να πούμε χιλιάδες υπέροχα πράγματα με τρόπο που πληγώνει, και μας κάνει να αποστρέφουμε την ματιά από το ίδιο το σώμα του ποιήματος.
Στο χέρι μας είναι…
θα έλεγα, προθέτοντας στο πόσο καλά θέτετε το θέμα κ.Μίχο, ότι ο ρόλος του μεταφραστή υπερβαίνει και τον ρόλο του μεταφραζόμενου ποιητή ακόμα. Ένας ακροβάτης γίνεται σε πολύ δύσκολη διαδρομή.
Και στον Έλιοτ έχω δει, μα σε όχι τόσο μεγάλες αποκλίσεις, είναι η αλήθεια…
Μια η μία μετάφραση του Κλείτου Κύρου που διέθετε μια υπέροχη γοητεία (πώς αλλιώς να το πω, κάτι σαν αύρα, σαν τον απόηχο του ποιήματος που φυλακίζεται μέσα μας όταν ήδη έχει διαβαστεί. Εκείνη η Τετάρτη των Τεφρών –εκδ.Ρόπτρον-, μια θλιμμένη μαγεία), και η άλλη (πάλι δεν θα αναφέρω μεταφραστή, όπως πριν, αν και σε σας κ.Μίχο δεν νομίζω ότι μπορεί τίποτε να διαφύγει…) (!) έσβηνε και χανόταν μη χαράζοντας το ποίημα μες το μυαλό μου.
Δύσκολος ρόλος, αλήθεια, υποθέτω ότι ακόμα και οι μεταφραζόμενοι ποιητές θα έσκυβαν με επιείκεια προς τον μεταφραστή τους, αναγνωρίζοντας το πόσο επικίνδυνα ακροβατούν οι δικές του λέξεις προσπαθώντας να συναντήσουν τις άλλες, τις δικές των. Και να μην γίνει μια Βαβέλ των συναισθημάτων που απορρέουν.
Αυτό που καταλήγετε, ναι, αυτό είναι το αποτέλεσμα, ένα νέο ποίημα
Τι καλά, καμιά φορά μπορεί και να υπερβαίνει το αρχικό, να η αληθινή δύναμη του μεταφραστή όταν παραμένει ποιητής.
to the gifted poetess :
” Whatever a poet says about his work
is an apology he should’nt make”.
to the adorable “audience” :
“As long as there is an unknown,
there will be poetry”.
Προστατευμένε armadillo, επί του πρώτου σας “ρητού”, και χωρίς να κάνω τον δικηγόρο της ποιήτριας, που ουδόλως -άλλωστε- η ίδια χρειάζεται, θα σημείωνα μόνο ότι τα λίγα της λόγια, με τα οποία μας ευεργέτησε, μάλλον προεκλήθησαν παρά έτοιμα για σερβίρισμα ήταν.
Επί του δευτέρου σας, που ευθέως απευθύνατε εις ημάς, συμπαθητικέ δασύποδα της τάξεως των νωδών, αυτό το σκληρό κέλυφος με το οποίο ορισμένους προίκισε η φύση, ουδείς, νομίζω, υπάρχει εμφανής λόγος να το μεταφέρουνε κι εδώ, όπου κίνδυνος ουδείς μας απειλεί και μάλλον περιττεύει.
(Μέχρις αποδείξεως του εναντίου, τούλάχιστον…)
I totally agree.
Why live in the shadows? Get yourself a seat
in the Sun Boat.
Don’t ever believe poetry is irrelevant
in dark times !!
Η ποίηση, ή θα είναι η πόρνη της ελευθερίας,που εξευμενίζει το ανεκπλήρωτο,ομορφαίνει την ατέλεια,και δαγκώνει μέχρι αίματος την κοινωνική πραγματικότητα,ή ως χλιαρή, νεραϊδοπαρμένη στρουθοκάμηλος δεν υφίσταται.
Ο φόβος μέσα στην σύγχυση του πανικού του,δεν προλαβαίνει να αναγνωρίσει την αντιπάθεια ή την συμπάθεια,που διακρίνονται για την ηθική-ιδεολογική-αισθητική προσήλωσή τους. Ο φόβος δεν είναι σε θέση να επιλέξει, άρα να υπερασπιστεί,παρά, μόνο,την άτακτη φυγή.